Το μυστήριο που το λέμε πορτρέτο

Το μυστήριο που το λέμε πορτρέτο

Το ζήτημα της αναπαράστασης απασχόλησε τον άνθρωπο από τόσο παλιά που και στα σπήλαια όταν ζούσε σε συνθήκες πρωτόγονες και χωρίς επαρκή φωτισμό, μετέφερε τον βίσωνα σε μικρή διάσταση. Έτσι, μπόρεσε ένα θηρίο που θα τον συνέτριβε, να το φέρει στα δικά του «μέτρα» δια της αναλογίας.

Από τα πρώτα του έργα στην ιστορία της τέχνης, περίπου 40.000 χρόνια π. Χ., ο άνθρωπος εικονογραφεί όχι ανθρώπους ή ζώα αλλά Δυνάμεις. Τον απασχολούν και θέλει να ζωγραφίσει ή και να φτιάξει ειδώλια των κυρίαρχων δυνάμεων της φύσης. Μία θεωρία υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος θέλει να προσευχηθεί στις δυνάμεις αυτές, παρακαλώντας τες να του είναι φιλικές και όχι εχθρικές.

Παρόμοια, με τον τρόπο που σήμερα προσευχόμαστε στις εικόνες. Η θεωρία αυτή ερμηνεύει τη γένεση της τέχνης μέσα στην αγκαλιά της θρησκείας. Ανθρωπόμορφο θεό είχαν πρωτίστως οι Αιγύπτιοι. Όμως, το κεφάλι του θεού τους δεν ήταν ανθρώπινο, αλλά ζωόμορφο. Τι έκανε τους Έλληνες να δώσουν στους θεούς πρόσωπο ανθρώπου;

Εδώ πρέπει να δούμε τι σήμαινε η λέξη πρόσωπο. Το καθοριστικό στοιχείο ήταν το μέτωπο: Βλέποντας το μέτωπο βλέπεις σε βάθος. Το μέτωπον του προβλήματος, η επίθεση κατά μέτωπον, είναι τυπικές φράσεις της αρχαίας ελληνικής, που δηλώνουν μια πλήρη γνώση και κατανόηση.

Έτσι, η απόδοση προσώπου σε θεούς και ανθρώπους σήμαινε μια βαθύτερη γνώση του εικονιζόμενου, ότι δηλαδή μπορώ και βλέπω ποιος είναι ο εικονιζόμενος, μπορώ και βλέπω τα συναισθήματά του, μπορώ και «διαβάζω», ερμηνεύω τον χαρακτήρα και τις προθέσεις του.

Μια σειρά από τέτοια έργα, πορτρέτα δηλαδή που μας «μιλάνε» και τα γνωρίζουμε σε βάθος, βγάζει σε δημοπρασία ο οίκος Βέργος στις 30 Νοεμβρίου (Ζάππειο Μέγαρο με προηγούμενη έκθεση στον χώρο, το τριήμερο από 27 έως και 29/11). Στα εμβληματικά έργα της πώλησης με θρησκευτικό χαρακτήρα είναι «Το Τάμα» του Νικόλαου Γύζη (λαχνός 10, αρχική τιμή 200.000 ευρώ).

Πρόκειται για ηθογραφική σκηνή που απεικονίζει την πορεία μιας νεαρής κοπέλας, υποβασταζόμενης από τη μητέρα της για την εκπλήρωση του τάματος στο ξωκκλήσι. Η αλυσίδα με την καρδιά που κρατάει στα χέρια της υπονοεί πως το τάμα αφορά έναν αγαπημένο.

Η μάνα συμπαραστέκεται στο δράμα της κόρης να φτάσει στο εκκλησάκι και μαζί με τη θρησκεία αποτελούν τα στηρίγματά της. Είναι μια σκηνή προσφιλής στον Τηνιακό ζωγράφο, που θα μπορούσαμε να αντικρίσουμε και στις μέρες μας στην Τήνο. Με το Τάμα ο Γύζης ξεπερνά τα όρια της ηθογραφίας για να κινηθεί σε προσωπικές διατυπώσεις που κλείνουν το συναίσθημα με όχημα την πίστη.

Θα ήθελα να βλέπω τον αγαπημένο της ηρωίδας του Γύζη στον «Στρατιώτη» του Μανώλη Μπιτσάκη (λαχνός 143, αρχική τιμή 6.000 ευρώ). Στην ολόσωμη παράσταση του φαντάρου με στολή εξόδου, έχουμε ένα έργο σύγχρονο που, ταυτόχρονα, «φορά» όλη τη μεταβυζαντινή παράδοση. Είναι και αυτός ένας «Στρατιώτης Άγιος», όπως οι άγιοι που ιστορούνται στις εκκλησίες μας.

Έτσι θα τον έβλεπε ο Τσαρούχης. Αν και μικρότερες σε διάσταση, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δύο παραστάσεις χαμηλά. Ουσιαστικά, πρόκειται για τρία έργα, όπου ο Μπιτσάκης αντιστρέφει μια αναλογία πνευματικού τύπου. Μνημειώνει τη μορφή του στρατιώτη και στα πόδια του ξετυλίγει παραστάσεις αγίων όπου η προσωπική έμπνευση συναντά την εικονογραφία. Ένα μοναδικό παιχνίδι αναλογιών όπου όλα μαζί, και τα πνευματικά και τα ανθρώπινα, βρίσκουν τη θέση τους στο «συναξάρι» του Μπιτσάκη.

«Άγιος» βαπτίζεται στα χρώματα του Φώτη Κόντογλου και ο Λουίζος Μαρότος (λαχνός 27, αρχική τιμή 12.000 ευρώ). Ο ζωγράφος, όπως φανερώνει η τρέχουσα έκθεση στο Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή στο Παγκράτι, δεν αρνήθηκε την τέχνη του χάριν της «αγιογραφίας».

Τη σεβάστηκε προσδίδοντάς της περιεχόμενο πνευματικό και ανοίχτηκε στον μοντερνισμό από έναν ανορθόδοξο δρόμο. Ανακάλυψε το κοίτασμα της βυζαντινής ζωγραφικής και μπαίνοντας μέσα εκεί το έκανε δικό του. Οποιονδήποτε θέλησε να φτιάξει – τον Σαίξπηρ, τον Πασκάλ, τον Νταφόε, τον Μαγγελάνο – τον βάζει μέσα στον κόσμο της βυζαντινής τέχνης, σαν χωνευτήρι, και τον καθαγιάζει. Το τόλμησε και το πέτυχε: να στριμώξει την κοσμικότητα μέσα στα ρούχα της πνευματικότητας, να καθαγιάσει τον κουρσάρο, τον πολεμιστή, τον δολοφόνο.

Στα μάτια μας, σαν θρησκευτική παράσταση προβάλλει και η μνημειακή φιγούρα ενός ζευγαριού. «Ερωτικό» το τιτλοφορεί ο Σικελιώτης και στην αγκαλιά των δύο νέων επιχειρεί να κλείσει, όχι το πάθος, αλλά μια συγκινητικά βαθιά σχέση, όπου τα μάτια βλέπουνε και η ψυχή αποκρίνεται (λαχνός 119, αρχική τιμή 3.000 ευρώ). Ο ζωγράφος που φέρει μέσα του τη λαϊκή τέχνη, θα μπορούσε να συνομιλεί με δημιουργούς ξένων ζωγραφικών παραδόσεων (λογουχάρη μεξικανούς μουραλίστες), αλλά και με τους σύγχρονους γκραφιτάδες.

Το ίδιο ζωντανός, πάντα σύγχρονος, είναι ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος. Ο μοντερνισμός είδε στο πορτρέτο το εξής: αυτό που όταν βλέπουμε, γεννάει μέσα μας τον άνθρωπο όπως εμείς τον ζήσαμε. Ή αν είναι σε κοινότητα, γιατί σε κοινότητα απευθύνεται το έργο, μπορεί και ανασύρει εντυπώσεις με τις οποίες συντονίζονται οι θεατές του πίνακα. Στην «Προσωπογραφία» ο Διαμαντόπουλος πετυχαίνει ακριβώς αυτό: να βλέπουμε το πρόσωπο σε σχέση με τον ζωγράφο, αλλά και με μας τους ίδιους (λαχνός 45, τιμή 8.000 ευρώ).

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί δημιουργοί ένιωσαν πως η ανθρώπινη μορφή, η κοινωνία και η ιστορία έχασαν κάθε νόημα. Τότε η απεικόνιση του ανθρώπου, της κοινωνίας του και του κόσμου του καταστράφηκαν. Η μορφή του ανθρώπου και οτιδήποτε τον αφορούσε, απεικονίζεται έκτοτε χωρίς ρεαλισμό, χωρίς προοπτική. Όχι όμως χωρίς σημασία. Φιλοτεχνημένη το 1975 μας έρχεται η «Μορφή» του Μάκη Θεοφυλακτόπουλου, του μεγαλύτερου εν ζωή εξπρεσιονιστή ζωγράφου, για να μεταδώσει τον γεμάτο ένταση παλμό της (λαχνός 85, 6.000 ευρώ).

Τον ίδιο τον δημιουργό μπροστά και πίσω από το τελάρο μπορούμε να ανακαλύψουμε στο μνημειακό έργο του Εδουάρδου Σακαγιάν (100x100 εκ.) Στη «Διπλή αυτοπροσωπογραφία» που υπογράφει το 1988-9, ο ζωγράφος φανερώνεται πριν τους πολυπρόσωπους «θεατές» του κι αναμετριέται με αυτοπεποίθηση κοντά στα ιστορικά πορτρέτα των μεγάλων μαστόρων. Δεν είναι μόνο η διπλή μορφή του ζωγράφου που μαγνητίζει το βλέμμα του θεατή, αλλά και η νεκρή φύση με τα σύνεργα της δουλειάς επάνω στο τραπέζι. Σίγουρα, από τις πολύ δυνατές δουλειές του Σακαγιάν (λαχνός 134, τιμή 5.000 ευρώ).

Περισσότερα πορτρέτα μαζί με τα υπόλοιπα έργα της πώλησης, μπορείτε να δείτε εδώ. 

ΖΑΠΠΕΙΟ ΜΕΓΑΡΟ: Κυριακή, 27 Νοεμβρίου, 12:00 μ.μ. έως 9:00 μ.μ., Δευτέρα, 28 Νοεμβρίου, 10:00 π.μ. έως 9:00 μ.μ., Τρίτη, 29 Νοεμβρίου, 10:00 π.μ. έως 9:00 μ.μ.