Η συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσινγκτον με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και επτά Ευρωπαίους ηγέτες χαρακτηρίστηκε ιστορική, αλλά άφησε περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.
Σύμφωνα με τους New York Times, οι Ευρωπαίοι επέστρεψαν στις χώρες τους με αβεβαιότητα, προσπαθώντας να ερμηνεύσουν τις δηλώσεις του Τραμπ, ο οποίος μίλησε για ασαφείς εγγυήσεις ασφαλείας προς την Ουκρανία χωρίς να ανοίξει θέμα εδαφικών παραχωρήσεων.
Οι Ευρωπαίοι φάνηκαν να αποδέχονται ότι ο Τραμπ εγκατέλειψε την απαίτηση για άμεση εκεχειρία, γεγονός που τους αφήνει εξαρτημένους από την προσωπική του ικανότητα να διαπραγματευτεί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Γάλλος πρώην πρέσβης Ζεράρ Αρό έκανε λόγο για «νίκη της κενής ασάφειας», προειδοποιώντας ότι η απουσία ξεκάθαρου πλαισίου με τη Μόσχα ενέχει κινδύνους.
Η ανησυχία των Ευρωπαίων ήταν έκδηλη, με ηγέτες να ακυρώνουν διακοπές για να βρεθούν στην Ουάσινγκτον, φοβούμενοι ότι ο Τραμπ θα πίεζε τον Ζελένσκι σε συμβιβασμό «γη έναντι ειρήνης». Ο πρώην Αμερικανός πρέσβης στο ΝΑΤΟ, Νίκολας Μπερνς, σημείωσε ότι η Ευρώπη δεν εμπιστεύεται τη δέσμευση του Τραμπ για μια ανεξάρτητη Ουκρανία ούτε κατανοεί τη γοητεία που του ασκεί ο Πούτιν.
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής ο Τραμπ τηλεφώνησε στον Πούτιν, συζητώντας πιθανή συνάντηση με τον Ζελένσκι και αργότερα τριμερή με τη δική του συμμετοχή. Απέρριψε όμως την πρόταση για διεξαγωγή στη Μόσχα.
Σε ιδιωτική συνομιλία με τον Εμανουέλ Μακρόν, ακούστηκε να λέει ότι ο Ρώσος ηγέτης «θέλει να κάνει μια συμφωνία για μένα». Ο Μακρόν κράτησε αρχικά θετικό τόνο, αλλά την επόμενη ημέρα αποκάλεσε τον Πούτιν «τέρας».
Οι Ευρωπαίοι επιχείρησαν να δείξουν ενιαία στάση. Ο καγκελάριος Μερτς δήλωσε ότι παρουσίασαν κοινές θέσεις, ενώ ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ ανέφερε ότι ο Τραμπ εμφανίστηκε θετικός στον σχηματισμό πολυεθνικής ειρηνευτικής δύναμης. Τόνισε επίσης ότι η Ουκρανία θα έχει λόγο σε κρίσιμα ζητήματα, όπως ανταλλαγές αιχμαλώτων και επιστροφή παιδιών από τη Ρωσία.
Η Ευρώπη έχει ήδη ενισχύσει τη στρατιωτική της συνεργασία, με αυξήσεις αμυντικών δαπανών και νέες συνθήκες, όμως παραμένει εξαρτημένη από την απρόβλεπτη στάση του Τραμπ απέναντι στον Πούτιν.