Στην αρχαία Αθήνα, η αγορά ήταν ένας δημόσιος χώρος όπου οι πολίτες μπορούσαν να συγκεντρώνονται για να συζητούν, να διαφωνούν και να αποφασίζουν μαζί. Διέπονταν από βαθιά ριζωμένες κοινωνικές αρχές που εξασφάλιζαν ζωηρή, συμμετοχική και υγιή δημόσια συζήτηση.
Σήμερα, οι δημόσιες πλατείες μας έχουν μετακινηθεί στο διαδίκτυο - στις ψηφιακές ροές και τα φόρουμ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτοί οι χώροι σπάνια διαθέτουν κοινόχρηστους κανόνες και κώδικες· αντί για αυτούς, αλγόριθμοι αποφασίζουν ποιες φωνές θα αναδειχθούν και ποιες θα χαθούν μέσα στον θόρυβο.
Η αισιόδοξη ιδέα του διαδικτύου ως ριζικά δημοκρατικού χώρου μοιάζει σήμερα σαν μακρινή ανάμνηση. Οι συζητήσεις μας διαμορφώνονται από αδιαφανή συστήματα σχεδιασμένα να μεγιστοποιούν την αλληλεπίδραση, όχι την κατανόηση. Η αλγοριθμική δημοφιλία –όχι η ακρίβεια ή η δικαιοσύνη- καθορίζει την απήχηση.
Αυτό έχει δημιουργήσει ένα παράδοξο. Απολαμβάνουμε πρωτοφανή ελευθερία λόγου, αλλά ο λόγος μας περιορίζεται από δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό μας. Οι δυνατές φωνές κυριαρχούν. Οι λεπτές και σύνθετες φωνές εξασθενούν. Η αγανάκτηση ταξιδεύει ταχύτερα από τη σκέψη. Σε αυτό το τοπίο, η ισότιμη συμμετοχή είναι σχεδόν αδύνατη και ο έντιμος λόγος μπορεί να συνεπάγεται πραγματικό ρίσκο.
Κάπου ανάμεσα στα μαρμάρινα σκαλιά της Αθήνας και τις σημερινές οθόνες, έχουμε χάσει κάτι ουσιώδες για τη δημοκρατική ζωή και τον δημόσιο διάλογο: την ισορροπία ανάμεσα στην ισότητα της φωνής και το θάρρος να λες την αλήθεια, ακόμη κι όταν είναι επικίνδυνη. Δύο αρχαία αθηναϊκά ιδανικά της ελευθερίας του λόγου, η ισηγορία και η παρρησία, μπορούν να μας βοηθήσουν να την ξαναβρούμε.
Αρχαίες ιδέες που ακόμη μας καθοδηγούν
Στην Αθήνα, η ἰσηγορία αναφερόταν στο δικαίωμα του λόγου, αλλά δεν περιοριζόταν στην απλή δυνατότητα συμμετοχής. Σήμαινε κοινή ευθύνη, δέσμευση στη δικαιοσύνη και την ιδέα ότι η δημόσια ζωή δεν πρέπει να κυβερνάται μόνο από τους ισχυρούς.
Ο όρος παρρησία μπορεί να οριστεί ως τόλμη ή ελευθερία στον λόγο. Και εδώ υπάρχει λεπτότητα: η παρρησία δεν είναι απερίσκεπτη ειλικρίνεια, αλλά ηθικό θάρρος. Αναφερόταν στο καθήκον να μιλά κανείς αληθινά, ακόμη κι όταν αυτή η αλήθεια προκαλεί δυσφορία ή κίνδυνο.
Αυτά τα ιδανικά δεν ήταν αφηρημένες αρχές. Ήταν πολιτικές πρακτικές, οι οποίες μαθαίνονταν και ενισχύονταν μέσα από τη συμμετοχή. Οι Αθηναίοι κατανοούσαν ότι ο δημοκρατικός λόγος είναι συγχρόνως δικαίωμα και ευθύνη, και ότι η ποιότητα της δημόσιας ζωής εξαρτάται από τον χαρακτήρα των πολιτών της.
Η ψηφιακή σφαίρα έχει αλλάξει το πλαίσιο, όχι όμως και τη σημασία αυτών των αρετών. Η πρόσβαση από μόνη της δεν αρκεί. Χωρίς κανόνες που στηρίζουν την ισότητα της φωνής και ενθαρρύνουν την αλήθεια, η ελευθερία του λόγου γίνεται ευάλωτη σε διαστρέβλωση, εκφοβισμό και χειραγώγηση.
Η εμφάνιση της περιεχομενοδηγούμενης από τεχνητή νοημοσύνη παραγωγής επιτείνει αυτές τις πιέσεις. Οι πολίτες καλούνται πλέον να διακρίνουν όχι μόνο ανθρώπινες φωνές αλλά και μηχανικές, οι οποίες θολώνουν τα όρια αξιοπιστίας και πρόθεσης.
Όταν το να ακούγεσαι γίνεται προνόμιο
Στις σύγχρονες πλατφόρμες, η ορατότητα κατανέμεται άνισα και συχνά απρόβλεπτα. Οι αλγόριθμοι τείνουν να ενισχύουν ιδέες που προκαλούν έντονα συναισθήματα, ανεξάρτητα από την αξία τους. Κοινότητες που ήδη βιώνουν περιθωριοποίηση μπορεί να μένουν ουσιαστικά αόρατες, ενώ όσοι ευδοκιμούν στην πρόκληση μπορούν να κυριαρχούν στον διάλογο.
Στο διαδίκτυο, η ἰσηγορία αμφισβητείται με νέο τρόπο. Ελάχιστοι αποκλείονται τυπικά από τον δημόσιο λόγο, αλλά πολλοί παραμένουν δομικά αόρατοι. Το δικαίωμα να μιλήσεις υπάρχει, όμως η ευκαιρία να ακουστείς είναι άνιση.
Ταυτόχρονα, η παρρησία γίνεται πιο επισφαλής. Το να μιλά κανείς με ειλικρίνεια –ιδίως για αμφιλεγόμενα ζητήματα– μπορεί να τον εκθέσει σε παρενόχληση, διαστρέβλωση ή βλάβη στην υπόληψή του. Το κόστος του θάρρους έχει αυξηθεί, ενώ τα κίνητρα για σιωπή ή για υποχώρηση σε χώρους ομοιομορφίας γίνονται ισχυρότερα.
Δημιουργώντας πολίτες, όχι ακροατήρια
Οι Αθηναίοι κατανοούσαν ότι οι δημοκρατικές αρετές δεν προκύπτουν αυτόματα. Η ισηγορία και η παρρησία συντηρούνταν μέσα από συνήθειες που αποκτούνταν με τον χρόνο: η ακρόαση ως πολιτικό καθήκον, ο λόγος ως κοινή ευθύνη, η αναγνώριση ότι η δημόσια ζωή εξαρτάται από τον χαρακτήρα των συμμετεχόντων. Στη δική μας εποχή, ο πλησιέστερος αντίστοιχος χώρος είναι η πολιτειακή εκπαίδευση – εκεί όπου οι πολίτες εξασκούν τις δεξιότητες που απαιτεί ο δημοκρατικός λόγος.
Μετατρέποντας τις σχολικές αίθουσες σε μικρές αγορές, οι μαθητές μπορούν να μάθουν να κατοικούν στη δημιουργική ένταση ανάμεσα στην ισότητα της φωνής και την ακεραιότητα του λόγου. Δραστηριότητες που προωθούν τον διάλογο, την ισότιμη εναλλαγή των ρόλων και την προσοχή στις πιο ήσυχες φωνές τους βοηθούν να βιώσουν την ισηγορία όχι ως αφηρημένο δικαίωμα, αλλά ως έμπρακτη μορφή δικαιοσύνης.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει συζητήσεις και αντιπαραθέσεις όπου οι μαθητές πρέπει να επαληθεύουν πληροφορίες, να διατυπώνουν και να αιτιολογούν επιχειρήματα, να αναθεωρούν δημόσια τις απόψεις τους, ή να εμπλέκονται με σεβασμό σε αντίθετες θέσεις. Αυτές οι δεξιότητες καλλιεργούν την πνευματική τόλμη που συνδέεται με την παρρησία.
Σημαντικό είναι ότι αυτές οι εμπειρίες δεν υποδεικνύουν στους μαθητές τι πρέπει να πιστεύουν. Αντιθέτως, τους εξασκούν στις συνήθειες που καθιστούν τις πεποιθήσεις τους υπόλογες στους άλλους: την πειθαρχία της ακρόασης, την προθυμία να δίνουν λόγους και την ετοιμότητα να αναθεωρούν μια θέση υπό το φως νέας κατανόησης. Τέτοιες πρακτικές αποκαθιστούν την αίσθηση ότι η δημοκρατική συμμετοχή δεν είναι απλώς έκφραση, αλλά σχέση που χτίζεται με κοινή προσπάθεια.
Αυτό που τελικά προσφέρει η πολιτειακή εκπαίδευση είναι πρακτική εξάσκηση. Δημιουργεί μικρές αγορές όπου οι μαθητές δοκιμάζουν τις δεξιότητες που χρειάζονται ως πολίτες: να μιλούν καθαρά, να ακούν γενναιόδωρα, να αμφισβητούν υποθέσεις και να συζητούν με όσους σκέφτονται διαφορετικά.
Αυτές οι συνήθειες αντισταθμίζουν τις πιέσεις του ψηφιακού κόσμου. Επιβραδύνουν τον ρυθμό της συζήτησης σε χώρους σχεδιασμένους για ταχύτητα. Εισάγουν στοχασμό σε περιβάλλοντα που έχουν σχεδιαστεί για αντίδραση. Μας υπενθυμίζουν ότι ο δημοκρατικός διάλογος δεν είναι παράσταση, αλλά κοινή ευθύνη.
Επιστρέφοντας στο πνεύμα της αγοράς
Η πρόκληση της εποχής μας δεν είναι μόνο τεχνολογική, αλλά και εκπαιδευτική. Κανένας αλγόριθμος δεν μπορεί να διδάξει υπευθυνότητα, θάρρος ή δικαιοσύνη. Αυτές είναι ποιότητες που διαμορφώνονται μέσω εμπειρίας, στοχασμού και πρακτικής εξάσκησης. Οι Αθηναίοι το κατανοούσαν αυτό διαισθητικά, επειδή η δημοκρατία τους βασιζόταν σε απλούς πολίτες που μάθαιναν να μιλούν ως ίσοι και με ακεραιότητα.
Αντιμετωπίζουμε την ίδια πρόκληση σήμερα. Αν θέλουμε ψηφιακές δημόσιες πλατείες που να στηρίζουν τη δημοκρατική ζωή, πρέπει να προετοιμάσουμε πολίτες ικανούς να τις κατοικούν με σύνεση. Η πολιτειακή εκπαίδευση δεν είναι προαιρετικό συμπλήρωμα – είναι το πεδίο άσκησης των συνηθειών που στηρίζουν την ελευθερία.
Η αγορά μπορεί να έχει αλλάξει μορφή, αλλά ο σκοπός της παραμένει. Το να μιλάμε και να ακούμε ως ίσοι, με ειλικρίνεια, θάρρος και φροντίδα, βρίσκεται ακόμη στον πυρήνα της δημοκρατίας. Και αυτό είναι κάτι που μπορούμε να διδάξουμε.
* Η Σάρα Κελς είναι διευθύντρια Διαχείρισης Προγραμμάτων στο IE Digital Learning και Επισκέπτρια, Καθηγήτρια Ανθρωπιστικών Σπουδών στο IE University
** Το άρθρο της αναδημοσιεύεται αυτούσιο στο Liberal μέσω άδειας Creative Commons από τον ιστότοπο TheConversation.com.
