Η FamilyTreeDNA και το μακρύ χέρι του νόμου

Η FamilyTreeDNA και το μακρύ χέρι του νόμου

Του Aaron Yelowitz

Ένα ανησυχητικό ρεπορτάζ σχετικά με την FamilyTreeDNA αναδεικνύει ζητήματα καταναλωτικής ιδιωτικότητας, συνεργασίας με το κράτος και κακής διαχείρισης δεδομένων από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πηγαίνοντας βαθύτερα, το ρεπορτάζ υπογραμμίζει επίσης το πώς τα συμπεριφορικά οικονομικά μπορεί να ξεφύγουν μέσα από ιδιοτελείς αποφάσεις ενός ηθικολόγου διευθύνοντος συμβούλου που παραβιάζουν βασικές δεοντολογικές αρχές του σχεδιασμού της αρχιτεκτονικής επιλογών. Οι λάθος παρωθήσεις είναι ένα ζήτημα που έχω υπογραμμίσει και στο παρελθόν με αφορμή την επιλογή προγράμματος στο Medicaid στο Κεντάκι και τα αυτόματα συνταξιοδοτικά προγράμματα που διευθύνονται από τις πολιτειακές αρχές.

Η σύντομη εκδοχή: Η βάση δεδομένων της FamilyTreeDNA περιλαμβάνει πάνω από 1,5 εκατομμύριο πελάτες, και το FBI προσέγγισε τον πρόεδρο της εταιρίας Bennett Greenspan στα τέλη του 2017 και τις αρχές του 2018 ζητώντας πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία ελπίζοντας να βρει γενετικές πληροφορίες για την επίλυση ανεξιχνίαστων εγκλημάτων. Όπως επισημαίνει η Wall Street Journal:

«Δεν ζήτησε από τον εισαγγελέα του FBI να επιστρέψει με μια δικαστική εντολή. Δεν κάθισε να αναλογιστεί τα ηθικά προβλήματα. Είπε αμέσως ναι. Είμαι διευθύνων σύμβουλος εδώ και πολλά χρόνια», είπε ο 67χρονος κ. Γκρίνσπαν, ο οποίος ίδρυσε την εταιρία αυτή με έδρα το Χιούστον το 1999. «Παίρνω μόνος μου αποφάσεις εδώ και πολλά χρόνια. Σ' αυτή την περίπτωση, το πράγμα ήταν εύκολο. Είχαμε να κάνουμε με φρικτά εγκλήματα. Έτσι, πήρα την απόφαση». 

Κάθε φιλελεύθερος προφανώς θα συμφωνεί ότι οι καταναλωτές και οι εταιρίες θα πρέπει να είναι ελεύθερες να καταλήγουν σε όποια συμφωνία επιθυμούν αναφορικά με τη θυσία της ατομικής ιδιωτικότητας προς όφελος άλλων χαρακτηριστικών των προϊόντων (μεταξύ άλλων και τις χαμηλότερες τιμές). Ακόμα και με μια ανοιχτή συμφωνία χρήσης, είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και οι πιο ευφάνταστοι χρήστες πριν από 15 χρόνια θα διέβλεπαν την υπερβολική επέκταση των φορέων της επιβολής του νόμου που βλέπουμε σήμερα. Αν ενημερώνονταν σχετικά, ένα υποσύνολο των καταναλωτών μπορεί να υποστήριζε τη συνεργασία της FamilyTreeDNA με το FBI. Η συμφωνία χρήσης δεν υποχρέωνε την εταιρία να ενημερώσει τους πελάτες της ότι το FBI ψάχνει τα αρχεία τους, κι έτσι η εταιρία δεν τους ενημέρωσε μέχρι που το Buzzfeed αποκάλυψε τη συνεργασία τον Ιανουάριο του 2019.

Μολονότι ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας φαίνεται να είναι ένας ενθουσιώδης συνεργάτης της έρευνας του FBI, αυτό μπορεί να είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Άλλες εταιρίες τεστ DNA - όπως η 23andMe, η Ancestry, και η MyHeritage - δεν συνεργάζονται με τις αρχές επιβολής του νόμου εκτός κι αν υποχρεωθούν νομικά να το κάνουν. Αναρωτιέται κανείς: πόσα επιπλέον νομικά κόστη επωμίζονται οι ιδιωτικές εταιρίες από αυτή την επέκταση των φορέων του νόμου, και πόσο θα κόστιζε σε μια εταιρία να αντιπαλέψει έντονα αυτές τις “επιχειρήσεις ψαρέματος”; Σίγουρα το κόστος αυτό περνά στους καταναλωτές που πληρώνουν περισσότερα για τέλη υποβολής, για να δουν στο τέλος την ιδιωτικότητά τους να παραβιάζεται.

Είναι σημαντικό να εξετάσουμε την αντίδραση της εταιρίας μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης υπό το πρίσμα των συμπεριφορικών οικονομικών.

Τον Μάρτιο η FamilyTreeDNA ανακοίνωσε ότι βρήκε έναν τρόπο που επιτρέπει στους πελάτες της να επιλέγουν να εξαιρούνται από την ταύτιση γενετικού υλικού από τους φορείς επιβολής του νόμου, αλλά να συνεχίσουν να βλέπουν αν σχετίζονται γενετικά με τακτικούς πελάτες. Ο κ. Γκρίνσπαν δήλωσε ότι λιγότερο από το 2% των πελατών ζήτησε αυτή την εξαίρεση από τις έρευνες των φορέων του νόμου.

Στο πλαίσιο του πρωτοποριακού του έργου, ο καθηγητής Cass Sunstein διατυπώνει ηθικούς προβληματισμούς για την αρχιτεκτονική της επιλογής. Υποστηρίζει ότι στόχος των παρωθήσεων είναι να “επηρεάζουν τις επιλογές κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ωφελήσουν τους επιλέγοντες, κατά την εκτίμηση των ίδιων”. Στο πλαίσιο αυτό, όταν η FamilyTreeDNA αντιμετώπισε καταφανείς αρνητικές αντιδράσεις και κακή δημοσιότητα, ετέθη ενώπιον σημαντικών αποφάσεων. Η αρχή «κατά την εκτίμηση των ίδιων» του Σάνσταϊν θα υποδείκνυε την αντίθετη αρχιτεκτονική επιλογών: η εταιρία θα έπρεπε να έχει ως αρχική επιλογή την αυτόματη εξαίρεση από την ταύτιση γενετικού υλικού από τις αρχές, και να επιτρέπει στους χρήστες να επιλέξουν την ταύτιση αυτή αν το επιθυμούν. Πολλοί από το 1,5 εκατομμύριο πελάτες πιθανότατα είναι αδιάφοροι, ανενεργοί χρήστες της ιστοσελίδας, και πολλοί πιθανότατα δεν έμαθαν για τη συνεργασία με το FBI ακόμη και όταν αυτή αποκαλύφθηκε. Η συνεργασία αυτή θα τους φαινόταν αποκρουστική. Το ποσοστό εξαίρεσης του 2% που παρουσίασε ο κ. Γκρίνσπαν μου φαίνεται μια πολύ μεγάλη ανταπόκριση, δεδομένου ότι η FamilyTreeDNA έχει πελάτες μέχρι και 20 χρόνια πριν, και πολλοί απ' αυτούς πιθανότατα αγνοούν την ηλεκτρονική αλληλογραφία και τις ειδήσεις που αφορούν αυτό το σκάνδαλο.

Η κριτική στην αρχιτεκτονική επιλογών της εταιρίας - και τα ρεπορτάζ σε μεγάλες εφημερίδες - δεν θα υπήρχαν φυσικά αν το κράτος δεν συνέχιζε αμείωτα να υπερβαίνει τον προσήκοντα ρόλο του. Από έναν μικρό αριθμό αιτήσεων για έρευνα στις αρχές του 2018, σήμερα 50 φορείς επιβολής του νόμου ζητούν από την FamilyTreeDNA ταύτιση γενετικού υλικού. Ο αγοραστής να προσέχει.

--

Ο Aaron Yelowitz είναι στέλεχος του Cato Institute, καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών του Πανεπιστημίου του Κεντάκι και διευθυντής του Institute for the Study of Free Enterprise.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 25 Αυγούστου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.