Η αποποινικοποίηση των ναρκωτικών στην Ιβηρική Χερσόνησο

Η αποποινικοποίηση των ναρκωτικών στην Ιβηρική Χερσόνησο

του Jaime Fernandez-Pontes

Δεδομένης της σημαντικής της γεωγραφικής θέσης, η ιβηρική χερσόνησος εδώ και δεκαετίες είναι ένας από τους μεγαλύτερους κόμβους στον κόσμο για τα καρτέλ που εισάγουν λαθραία κοκαΐνη και άλλα ναρκωτικά στην ΕΕ. Μόνο το 2017, το 40% της κοκαΐνης που εισήχθη στην Ευρώπη είχε προέλευση τη Νότια Αμερική, ενώ το 70% του χασίς που εισήχθη λαθραία από τη Βόρεια Αφρική κατασχέθηκε στην Ισπανία.

Η εγγύτητα της περιοχής στο Μαρόκο, μια από τις μεγαλύτερες περιοχές παραγωγής χασίς στον κόσμο και στις Κανάριες Νήσους - όπου κάνουν στάση τα περισσότερα φορτηγά πλοία από την Νότια και τη Λατινική Αμερική που μεταφέρουν λαθραία κοκαϊνη - ενισχύει την εισροή ναρκωτικών και κατά συνέπεια αυξάνει τα ήδη υψηλά κοινωνικά και χρηματικά κόστη.

Η προσπάθεια επίλυσης της υφιστάμενης κρίσης ναρκωτικών μέσω της αντεπίθεσης στο ίδιο πεδίο, όπου σπαταλώνται τεράστιοι οικονομικοί και ανθρώπινη πόροι, απλώς δεν έχει αποδώσει. Μέχρι το 2012, οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει συνολικά 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε προσπάθειες καταπολέμησης των ναρκωτικών, χωρίς να έχει σημειωθεί ιδιαίτερη βελτίωση - ενώ παρήχθησαν διάφορες αρνητικές παράπλευρες συνέπειες.

Το μεγάλο ποσοστό των νεαρών παραβατών στους οποίες έχουν αποδοθεί σοβαρές κατηγορίες για κατοχή μικροποσοτήτων ναρκωτικών κάτω των 5 γραμμαρίων, οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις αφορούν προσωπική χρήση, αντιμετωπίζει ποινές κάθειρξης 2-99 ετών, πράγμα που συμβάλλει στην υπερφόρτωση των αμερικανικών φυλακών και την υπονόμευση των προοπτικών επανένταξης των νεαρών χρηστών και των μικροπαραβατών.

Από την άλλη πλευρά, η αποποινικοποίηση των ναρκωτικών θα μπορούσε να αποδώσει καλύτερα αποτελέσματα με μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική επιτυχία σε μια μάχη που έχει χαθεί εδώ και πολύ καιρό. Σ' αυτή την κατεύθυνση, μια μελέτη των Caitlin Elizabeth Hughes και Alex Stevens υποστηρίζει ότι “Υπάρχει μια σαφώς αναδυόμενη ακαδημαϊκή συναίνεση ότι η αποποινικοποίηση της ατομικής χρήσης, σε συνδυασμό με την αποτελεσματική παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών υγείας, είναι πολύ αποτελεσματικότερος τρόπος για τη διαχείριση του ζητήματος των ναρκωτικών και την πρόληψη των έντονα αρνητικών συνεπειών που σχετίζονται με την ποινικοποίηση των χρηστών ναρκωτικών ουσιών”. Υπάρχει ένα μεγάλο σώμα εμπειρικών δεδομένων σύμφωνα με τα οποία η αποποινικοποίηση θα είχε θετικά αποτελέσματα στην κοινωνία, ιδίως αν αναλογιστούμε το παράδειγμα της Πορτογαλίας από το 2001.

Μετά την αποποινικοποίηση των ναρκωτικών στην Πορτογαλία το 2001, όταν όλα τα ναρκωτικά, συμπεριλαμβανομένης της ηρωίνης και της κοκαΐνης, αποποινικοποιήθηκαν και μετατράπηκαν σε διοικητικές παραβάσεις που δεν επισύρουν ποινικές διώξεις, η χώρα είδε μείωση στον αριθμό των παραβάσεων που αφορούν ναρκωτικά, και μέχρι σήμερα ο αριθμός των χρηστών ναρκωτικών που προσβάλλεται από HIV συνεχίζει να μειώνεται.

Ο βασικός στόχος αυτής της πολιτικής ήταν να καταδείξει στους χρήστες την ανάγκη ιατρικής φροντίδας και αποκάλυψης του εθισμού τους που θα καταστήσει εφικτή τη θεραπεία με τη βοήθεια του κράτους. Αυτό το σημείο αποκαλύπτει ένα ακόμα κομβικό, αν και έμμεσο σημείο αυτής της πολιτικής: οι υποστηρικτικές υπηρεσίες για χρήστες ναρκωτικών μπορούν να δημιουργήσουν έμμεσα εξοικονόμηση με τη μείωση της βίας και της δημόσιας δαπάνης για την επιβολή του νόμου.

Σύμφωνα με το AMEC, μια ισπανική ομάδα που υποστηρίζει τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών, βάσει στοιχείων από το 2003 (δύο χρόνια πριν η Πορτογαλία αρχίσει να προετοιμάζει την αποποινικοποίηση), αν όλα τα ναρκωτικά αποποινικοποιούνταν, το οικονομικό όφελος στην κοινωνία θα ισοδυναμούσε με 1,5 δις ευρώ σε φορολογικά έσοδα και 1 δις ευρώ σε εξοικονόμηση δαπανών για την επιβολή του νόμου, δικαστικά έξοδα και δαπάνες φυλακών. Η αποποινικοποίηση των ναρκωτικών θα ελάφρυνε το βάρος της επιβολής του νόμου, θα παρείχε πρόσθετη χρηματοδότηση για την κάλυψη της θεραπείας των εθισμένων σε ουσίες και θα ενίσχυε τις προσπάθειές τους για τον εντοπισμό των διακινητών και των παραγωγών ναρκωτικών στην αλυσίδα προσφοράς.

Μετά την αποποινικοποίηση των ναρκωτικών, οι οικονομικοί πόροι που χρησιμοποιούνται για τη μάχη εναντίον τους, θα μπορούσαν να μειωθούν καθώς η πρόσθετη εξοικονόμηση πόρων από την διαρκή επιβολή του νόμου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την καταστολή των διαφόρων επιπέδων της αλυσίδας παροχής, δηλαδή των παραγωγών και των διακινητών, αδιαφορώντας για τους χρήστες.

Η αποποινικοποίηση των ναρκωτικών θα πρέπει να έχει ως στόχο τη μείωση των μικροπαραβατών και την εστίαση των κρατικών προσπαθειών και της δημόσιας χρηματοδότησης στην παροχή καλύτερων και αποτελεσματικότερων θεραπειών στους υφιστάμενους χρήστες. Αυτή η πολιτική δεν θα σήμαινε ότι η Ισπανία θα γινόταν ο νέος ναρκοπαράδεισος της Ευρώπης - όπως δεν έγινε και η Πορτογαλία το 2001.

Αντιθέτως, οι ίδιοι νόμοι θα συνέχισαν να ισχύουν για τα περισσότερα μέλη της αλυσίδας προσφοράς των ναρκωτικών. Μετά την αποποινικοποίηση της χρήσης, τα δημόσια χρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της κατάστασης όσων έχουν ανάγκη και ταυτόχρονα για την επίτευξη εξοικονόμησης μέρους τους που διαφορετικά θα δαπανούνταν για την επιβολή αυτών των παρωχημένων ρυθμίσεων.

Όπως υπογράμμισε ο Glenn Greenwald στη μελέτη Drug Decriminalization in Portugal “Η αποποινικοποίηση κατέστησε εφικτή μια πολύ πιο αποτελεσματική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του εθισμού σε ουσίες και άλλων σχετιζόμενων με ναρκωτικά προβλημάτων στην Πορτογαλία”.

Θα μπορούσε κανείς να απορρίψει αυτόν τον ισχυρισμό επί τη βάσει του μεγέθους της εξεταζόμενης χώρας, δεδομένων όμως των πολιτιστικών και γεωγραφικών ομοιοτήτων μεταξύ των δύο χωρών, καθώς και του προηγουμένου της εκ των πραγμάτων αποποινικοποίησης της κάνναβης στην Ισπανία το 1982, η μεγαλύτερη διαφάνεια σ' αυτό το πεδίο θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη βελτίωση στο επίπεδο της πολιτικής για τον πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών, και ταυτόχρονα θα λειτουργήσει ως προηγούμενο για παρόμοιες εξελίξεις αλλού”.

--

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 31 Οκτωβρίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.