Πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και άλλα πουτινικά αφηγήματα

Θέλουμε την εξωτερική πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη ή την... πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που «προτείνουν» άλλοι πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι; Η πολιτική Μητσοτάκη έχει απτά αποτελέσματα για τη χώρα, όπως φάνηκε στη συμφωνία για τα ενεργειακά. Η «άλλη πρόταση», η τήρηση ίσων αποστάσεων απ’ όλους, η εξυπηρέτηση στην πράξη των ρωσικών και κινεζικών συμφερόντων, σημαίνει αυτόματο διαζύγιο με τις ΗΠΑ. Αυτό σίγουρα δεν είναι το συμφέρον της Ελλάδας...  

Υποστηρίζουν ότι αυτό ακριβώς κάνει και η Τουρκία. Έχουν δίκιο. Η Τουρκία ακροβατεί εδώ και χρόνια μεταξύ των αμερικανικών και ρωσικών συμφερόντων. Όσο αυτό εξυπηρετούσε τους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον, είχε καλώς. Όταν οι Τούρκοι αποφάσισαν να κρατήσουν περισσότερα από δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη, τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πολύπλοκα για τους ίδιους. Και να μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία ξεκινάει απέναντί μας έχοντας μεγαλύτερο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για τις μεγάλες δυνάμεις απ’ ότι η Ελλάδα. Η γεωγραφική της θέση, οι σχέσεις της στην Ανατολή και στην Αφρική, την κάνουν περιζήτητο συνομιλητή.  

Παρόλα αυτά η Τουρκία δεν βγήκε ωφελημένη από την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που εφαρμόζει. Οι Αμερικανοί θα ήθελαν μια άλλη Τουρκία, αλλά ο Ερντογάν έχει αποφασίσει διαφορετικά. Αυτό άλλωστε είπε ο Τράμπ, προς τον Τούρκο πρόεδρο στην πρόσφατη συνάντησή τους. Του ζήτησε να κάνει υποχωρήσεις που στην πράξη θα σήμαιναν έμπρακτη αναγνώριση του «λάθους» της Τουρκίας να θέσει σε δεύτερη μοίρα τα αμερικανικά συμφέροντα.  Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία δεν έχει ενδιαφέρον για τις ΗΠΑ. Σημαίνει ότι έχασε το πλεονέκτημα να γίνει αυτός ο προνομιακός συνομιλητής των Αμερικανών στην περιοχή.  Αυτό ήταν το γεγονός που έδωσε στην Ελλάδα πλεονέκτημα και την ευκαιρία να παίξει ουσιαστικό ρόλο στο νέο ενεργειακό σχεδιασμό των Αμερικανών για την Ευρώπη.  

Αν γινότανε σήμερα δεκτή η «πρόταση» των γνωστών οικονομικών και πολιτικών κύκλων που εγκαλούν τον κ. Μητσοτάκη να αλλάξει ρότα στην εξωτερική του πολιτική, τότε θα κάναμε ό,τι και η Τουρκία. Θα δημιουργούσαμε έλλειμμα εμπιστοσύνης στη σχέση μας με τους Αμερικανούς και θα χάναμε έτσι το πλεονέκτημα που αποκτήσαμε. Και εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα. Διότι το ενεργειακό deal δεν προέκυψε μέσα σε ένα απόγευμα. Οι συζητήσεις γι αυτό βρίσκονται σε εξέλιξη εδώ και μήνες. Σχεδόν ταυτόχρονα με την... έξαρση των αντιδράσεων για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης.  

Και επειδή γίνεται μια συστηματική προσπάθεια από τα ίδια κέντρα να υποβαθμιστεί η σημασία των ανακοινώσεων που έγιναν στην Αθήνα για τα ενεργειακά, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στο επόμενο διάστημα θα επανέλθει ο «προβληματισμός» για το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Οι οπαδοί της ακινησίας, εκείνοι δηλαδή που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η ορθότερη πολιτική για τα εθνικά μας θέματα είναι να βάλουμε το κεφάλι μας μέσα στην άμμο και να προσποιηθούμε ότι όλα πηγαίνουν καλά, θα αναρωτηθούν αν συζητάμε ή όχι με την Τουρκία. Λες και στο παρελθόν δεν συζητούσαμε με την Τουρκία.  

Θέλουν με τη ρητορική τους να αποκλείσουν το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας με την Άγκυρα, πιστεύοντας ότι αυτό θα λειτουργούσε στο τέλος υπέρ του κ. Μητσοτάκη! Δεν λένε ότι η θέση της χώρας ισχυροποιείται μέρα με τη μέρα και ότι έχει σημασία πόσο ισχυρός θα είσαι όταν θα καθίσεις στο τραπέζι. Διότι κάποια στιγμή θα καθίσουμε στο τραπέζι. Το ζητούμενο είναι να επιλέξουμε εμείς τον χρόνο και όχι οι Τούρκοι. Έχει λοιπόν μεγάλη αξία η ανάδειξη της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλάζουμε τις ισορροπίες στην περιοχή ή καλύτερα επαναφέρουμε την ισορροπία που είχε διαταραχτεί τα προηγούμενα χρόνια, με ευθύνη των κυβερνήσεων μας. Αντί λοιπόν να βγουν και να δώσουν συγχαρητήρια στον Κυριάκο Μητσοτάκη, για αυτά που έχει καταφέρει και να προσφέρουν τη βοήθειά τους για να πετύχουμε τους στόχους μας, αποσιωπούν την αλήθεια και επενδύουν στην αταξία.  

Θανάσης Μαυρίδης 

[email protected]