Ρ. Χόπλαρου: H εκλογή Έρχιουρμαν, το κυπριακό και η δύσκολη ισορροπία με την Άγκυρα

Ρ. Χόπλαρου: H εκλογή Έρχιουρμαν, το κυπριακό και η δύσκολη ισορροπία με την Άγκυρα

Για το παράθυρο ευκαιρίας που ανοίγει στο κυπριακό μετά την εκλογή του Τουφάν Έρχιουρμαν στο ψευδοκράτος, τις πιέσεις που ασκεί η Άγκυρα στους Τουρκοκύπριους και τις δύσκολες ισορροπίες της Λευκωσίας μιλά στο Liberal η Ρένα Χόπλαρου. Η ερευνητική εταίρος του Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας, εκπαιδευτικός και πρώην γραμματέας δικοινοτικών σχέσεων του ΔΗΣΥ αναφέρεται επίσης στην ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας και Κύπρου, καθώς επίσης και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Συνέντευξη στον Νίκο Ταμπακόπουλο

Ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας για το κυπριακό με την εκλογή νέου πολιτικού αρχηγού του ψευδοκράτους;

Η εκλογή του Τουφάν Έρχιουρμαν ανοίγει πράγματι ένα παράθυρο ευκαιρίας - όχι γιατί αλλάζουν οι διεθνείς ισορροπίες, αλλά γιατί αλλάζει η πολιτική ατμόσφαιρα στα κατεχόμενα. Ο Έρχιουρμαν είναι πολιτικός που πιστεύει στη δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία, στη βάση των ψηφισμένων παραμέτρων του ΟΗΕ, και έχει αποδείξει ότι προτιμά τον διάλογο από τη ρήξη.

Μετά από μια πενταετία πλήρους ευθυγράμμισης της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την Άγκυρα, η εκλογή του σηματοδοτεί την επιστροφή των Τουρκοκυπρίων στο προσκήνιο, ως αυτόνομου πολιτικού υποκειμένου. Η τουρκική πολιτική των δύο κρατών ηττήθηκε για ακόμη μία φορά - και αυτήν τη φορά, από τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους. Αυτό από μόνο του δημιουργεί μια νέα δυναμική για επανεκκίνηση των συνομιλιών, εφόσον και η ελληνοκυπριακή πλευρά θελήσει να την αξιοποιήσει.

Το «παράθυρο ευκαιρίας» είναι υπαρκτό - αλλά όπως όλα τα παράθυρα, θα μείνει ανοιχτό για λίγο.

Μήπως είναι υπερβολή να μιλάμε για αυτόνομη τουρκοκυπριακή κοινότητα; Δεν είναι η Τουρκία που καθορίζει την πολιτική στο Κυπριακό; Παίζει ρόλο ποιος είναι ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων όταν ο ισχυρός παίχτης είναι η Άγκυρα;

Συμφωνώ μαζί σας ότι η Τουρκία έχει τη μεγαλύτερη ισχύ· ο ρόλος της είναι καθοριστικός. Η τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι εξαρτημένη οικονομικά και σε μεγάλο βαθμό και πολιτικά από αυτήν. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια. Όσοι γνωρίζουμε καλά το νησί και έχουμε επαφές με Τουρκοκύπριους εδώ και χρόνια, αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει ένας βαθιά εδραιωμένος μύθος γύρω από τη σχέση τους με την Τουρκία.

Για τους Τουρκοκύπριους, η σχέση αυτή έχει αποκτήσει υπαρξιακά χαρακτηριστικά. Αν δεν υπάρξει λύση του Κυπριακού και ένταξη μιας ενωμένης Κύπρου στην ΕΕ, κινδυνεύουν να εξαφανιστούν ως κοινότητα - να απορροφηθούν, να αφομοιωθούν από την Τουρκία. Αντιστέκονται στην ισλαμοποίηση των κατεχομένων με νύχια και με δόντια.

Nα σημειώσω κάτι ακόμα γιατί κι εγώ διαβάζω ακρότητες: «Τι Ερχιουρμάν, τι Τατάρ» γράφουν κάποιοι. Πρέπει να είναι κανείς εντελώς τυφλός για να μην βλέπει τις διαφορές μεταξύΤατάρ και Ερχιουρμάν. Γιατί ο Τατάρ ήταν η προέκταση της Άγκυρας, ο άνθρωπός της στα κατεχόμενα, η φωνή της λύσης των δύο κρατών. Ο Έρχιουρμαν, αντίθετα, εκπροσωπεί τους Τουρκοκύπριους που δεν θέλουν να γίνουν επαρχία της Τουρκίας, που πιστεύουν στη δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία και στην προοπτική μιας κοινής πατρίδας. Γι’ αυτό η νίκη του Ερχιουρμάν είναι καλό νέο για όλους μας, γιατί θα ξανανοίξει ένα παράθυρο πολιτικής λογικής, εκεί όπου έχει κυριαρχήσει ο κυνισμός και το τέλμα.

Αρκετές φορές στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, εξαιτίας αυτής της μονοδιάστατης αντίληψης, μετρήσαμε λάθος τόσο τους Τουρκοκύπριους όσο και την ίδια την Τουρκία. Ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, για παράδειγμα, πέτυχε συγκλίσεις με τον Δημήτρη Χριστόφια στο ζήτημα της εκλογής Προέδρου και Αντιπροέδρου με κοινή ψήφο - ρύθμιση που εξασφαλίζει την εκλογή μετριοπαθών ηγεσιών. Η Τουρκία ενώ αρχικά δεν το δέχτηκε, τελικά υποχώρησε.

Ή δείτε τη γενναιότητα του Ακιντζί στο ζήτημα του χάρτη. Οι συγκλίσεις μεταξύ των ηγετών είναι δεδομένα που καταγράφονται στις εκθέσεις των Η.Ε και για αυτό έχει σημασία ποιος κάθεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Για χρόνια, μεγάλη μερίδα της ελληνοκυπριακής πολιτικής ελίτ υπήρξε τυφλή απέναντι σ’ αυτή τη δυναμική και αντί να οικοδομεί σχέσεις εμπιστοσύνης με την προοδευτική τουρκοκυπριακή πολιτική ελίτ, έβλεπε παντού μόνο «Τούρκους», παραγνωρίζοντας τους ΤΚ. 

Τι οδήγησε στην ήττα του εκλεκτού του Ερντογάν;

Οι εκλογές στα κατεχόμενα πήραν ξεκάθαρα χαρακτήρα δημοψηφίσματος - υπέρ της λύσης δύο κρατών ή της λύσης ομοσπονδίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Έρχιουρμαν έλαβε περίπου το ίδιο ποσοστό με το «ναι» των Τουρκοκυπρίων στο δημοψήφισμα του 2004. Το μήνυμα είναι σαφές για όποιον θέλει να το ακούσει: «Είμαστε ακόμη εδώ, αποφασισμένοι, γιατί θέλουμε λύση».

Η προοπτική της ενωμένης Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί ξανά σήμερα ως κεντρική διαχωριστική γραμμή μέσα στην τουρκοκυπριακή κοινωνία. Οι δημοσκοπήσεις έδειξαν πως ακόμη και η νέα γενιά παιδιών εποίκων δείχνει να έλκεται από αυτήν, βλέποντας στην Ευρώπη το μέλλον τους. Γνωρίζουν - όπως και οι Τουρκοκύπριοι - ότι αν κοιτάξουν προς τα ανατολικά, βλέπουν αστάθεια και αυταρχισμό· η οικονομική και πολιτιστική τους προοπτική περνά μέσα από την Ευρώπη.

Το πρωτοφανές ποσοστό του 62,7% που πήρε ο Ερχιουρμάν εκφράζει επιπρόσθετα, όπως είπα και παραπάνω, την υπαρξιακή αγωνία των Τουρκοκυπρίων απέναντι στην Τουρκία. Οι Τουρκοκύπριοι είναι μια κοινότητα κοσμική, δυτικότροπη, που προσβλέπει στην επιβίωσή της μέσα από την ένταξη μιας ενωμένης Κύπρου στην ΕΕ. Δεν είναι λίγες οι φορές που κατέβηκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους και ανάγκασαν την Άγκυρα σε υποχωρήσεις - είτε για τη μαντίλα, είτε για εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ζητήματα που απειλούσαν τον κοσμικό χαρακτήρα τους. Ακόμη και ο Σερντάρ Ντενκτάς, γιος του Ραούφ Ντενκτάς, στήριξε δημόσια τον Έρχιουρμαν, κυρίως για αυτόν τον λόγο.

Σε μικρογραφία, βλέπουμε στα κατεχόμενα τη μεγάλη εσωτερική μάχη της ίδιας της Τουρκίας: ανάμεσα στους αυταρχικούς ισλαμιστές και στους κοσμικούς Τούρκους που νιώθουν Ευρωπαίοι. Δυστυχώς, η δική μας πλευρά δεν έχει κατανοήσει πλήρως αυτές τις εξελίξεις και συχνά συμπεριφέρεται σαν να βρισκόμαστε ακόμη στη δεκαετία του ’70.

Οι δηλώσεις του  νέου αρχηγού του ψευδοκράτους έκαναν λόγο για «κοινή εξωτερική πολιτική» με την Τουρκία. Μήπως άρχισε ήδη η οπισθοχώρηση από τη θέση μιας διζωνικής λύσης; 

Υπάρχει ένα ανέκδοτο που κυκλοφορεί ανάμεσά μας, εννοώ ανάμεσα σε ανθρώπους του λεγόμενου δικοινοτικού κύκλου: «Καλός Τουρκοκύπριος είναι ο Ελληνοκύπριος». Δηλαδή, δεν μπορεί - υποτίθεται - να υπάρξει Τουρκοκύπριος πολιτικός που να έχει «καλές» θέσεις, αν δεν επαναλαμβάνει πλήρως τις δικές μας.

Προφανώς κανένας Τουρκοκύπριος ηγέτης, ούτε καν ο Ακιντζί - ο πιο μετριοπαθής και τολμηρός που πέρασε ποτέ - δεν μπορεί να αγνοήσει την Τουρκία. Ούτε μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση χωρίς την Τουρκία, που παραμένει εγγυήτρια δύναμη βάσει του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Μετριοπαθείς και προοδευτικοί πολιτικοί όπως ο Έρχιουρμαν, με δηλώσεις για «κοινή εξωτερική πολιτική», δεν κάνουν πίσω από τη θέση της διζωνικής ομοσπονδίας· αναγνωρίζουν απλώς την ιστορικότητα και την πραγματικότητα της σχέσης της κοινότητάς τους με την Άγκυρα. Ταυτόχρονα, κρατούν διακριτή στάση, υπερασπιζόμενοι τα συμφέροντα και την κοσμική ταυτότητα της κοινότητάς τους.

Από εκεί και πέρα, είναι και στο δικό μας χέρι πώς θα ερμηνεύσουμε και -με την καλή έννοια - πώς θα αξιοποιήσουμε αυτή τη διάσταση. Αν επιλέγουμε να βλέπουμε προδοσία εκεί όπου υπάρχει ρεαλισμός, απλώς ακυρώνουμε τις ίδιες τις πιθανότητες του διαλόγου.

Πώς αξιολογείτε τις ελληνοτουρκικες σχέσεις με φόντο το κυπριακό και τα «ήρεμα νερά» που επικρατούν στο Αιγαίο;

Το Κυπριακό είναι ένα κεντρικό ζήτημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με την επίλυσή του θα μπορούσε να ανοίξει ο δρόμος για τη διευθέτηση και άλλων εκκρεμοτήτων, γιατί αποτελεί το βαθύτερο σύμπτωμα της δυσπιστίας ανάμεσα στις δύο χώρες.

Τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο είναι μια θετική και ευπρόσδεκτη εξέλιξη, αλλά δεν αρκούν από μόνα τους. Αν δεν υπάρξει πρόοδος στο Κυπριακό, η ελληνοτουρκική εξομάλυνση θα παραμένει εύθραυστη και επιφανειακή.

Μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στην Κύπρο δεν θα ωφελήσει μόνο τους Κυπρίους· θα σταθεροποιήσει ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο και θα δημιουργήσει έναν εντελώς νέο ορίζοντα στις σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας.

Τέλος θα ήθελα να σας ρωτήσω για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας Κύπρου. Ακούμε για καθυστερήσεις από την κυπριακή πλευρά. Ποιες είναι οι αιτίες και ποιο κλίμα επικρατεί στη Λευκωσία;

Την περίμενα αυτή την ερώτηση - πολλοί φίλοι από την Ελλάδα με ρωτούν «τι στο καλό συμβαίνει». Δεν είμαι ειδική στα τεχνικά ζητήματα, αλλά μπορώ να πω τι διαβάζω πίσω από τις γραμμές των δηλώσεων και των αντιδηλώσεων, γνωρίζοντας καλά και τις δύο χώρες.

Καταρχάς, το δημόσιο blame game μόνο ζημιά κάνει και πρέπει να σταματήσει αμέσως. Δεν αμφιβάλλω καθόλου ότι υπάρχουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα στην Κύπρο που πιθανότατα πιέζουν να μη γίνει το έργο για ιδιοτελείς λόγους. Επιπλέον νιώθω άσχημα ως Κύπρια πολίτης όταν η κυβέρνησή μας βγαίνει δημόσια, μέσω του υπουργού Οικονομικών, να δηλώσει πως το έργο δεν είναι βιώσιμο. Αν όντως δεν είναι, γιατί υπογράψαμε πανηγυρικά τη συμφωνία τον Σεπτέμβριο του 2024; Γιατί δεν την ελέγξαμε εγκαίρως, πριν δεσμευτούμε θεσμικά και πολιτικά;

Πέρα όμως από την εσωτερική διάσταση, υπάρχει και μια ουσιαστική γεωπολιτική ανησυχία από πλευράς Κυπριακής Δημοκρατίας: κατά πόσο η Ελλάδα και η ΕΕ μπορούν να εγγυηθούν ότι το έργο θα υλοποιηθεί παρά τις αντιδράσεις της Τουρκίας. Το περιστατικό στην Κάσο δημιούργησε εύλογες αμφιβολίες για τη γεωπολιτική του βιωσιμότητα του έργου. Η Τουρκία πονηρά δεν λέει «όχι» στο έργο· ζητά επίσημη ενημέρωση. Όμως, εδώ μπαίνουμε σε ναρκοπέδιο: υπάρχουν δύο αλληλοεπικαλυπτόμενες συμφωνίες - το τουρκολιβυκό μνημόνιο και η οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας - Αιγύπτου. Αν η Ελλάδα ενημερώσει επισήμως την Τουρκία, θα είναι σαν να αναγνωρίζει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, κάτι αδιανόητο. Αν δεν την ενημερώσει, το έργο μπλοκάρει.

Έτσι εξηγείται και η δυσφορία στη Λευκωσία: «Αφού δεν μπορεί να προχωρήσει, γιατί να πληρώσουμε;» Στην πραγματικότητα, το εμπόδιο είναι η εκκρεμότητα της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ένα θέμα εξαιρετικά πολύπλοκο και προς το παρόν μη ρεαλιστικό να λυθεί άμεσα. Εκτός αν υπάρξει κάποια άτυπη συμφωνία, κάτι που επίσης δεν διαφαίνεται εύκολο.

Κατά τη γνώμη μου, το έργο δεν κολλά απλώς σε «καθυστερήσεις» της Κύπρου, αλλά σε βαθύτερες γεωπολιτικές αντιφάσεις που καμία πλευρά δεν έχει λύσει. Κι όσο αυτές παραμένουν, κάθε τεχνικό επιχείρημα θα λειτουργεί απλώς ως πρόσχημα.