Οι στρατηγικές Τραμπ - Πούτιν, η δύσκολη εξίσωση Ζελένσκι και οι παγκόσμιες ισορροπίες
AP Photo/Jae C. Hong
AP Photo/Jae C. Hong
Σπ. Λίτσας

Οι στρατηγικές Τραμπ - Πούτιν, η δύσκολη εξίσωση Ζελένσκι και οι παγκόσμιες ισορροπίες

Η συνάντηση κορυφής στην Αλάσκα, αν και κινήθηκε κυρίως σε επίπεδο σημειολογίας, μπορεί να αποτελεί την αρχή του τέλους του πολέμου στην Ουκρανία, επισημαίνει ο Σπύρος Λίτσας, Καθηγητής Θεωρίας Διεθνών Σχέσεων και Διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς Σπουδές» στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη.

Την υψηλή στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών που έγκειται στην απομάκρυνση, στο μέτρο του δυνατού, της Ρωσίας από την Κίνα, παραθέτει ο κ. Λίτσας στον απόηχο της συνόδου στο Άνκορατζ της Αλάσκας, καθώς αποκωδικοποιεί τις επιδιώξεις αμφότερων των Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν.

Η Ρωσία εισήλθε στον πόλεμο ως μεγάλη δύναμη και εξέρχεται ως το «Νο. 2» της Κίνας στον αυταρχικό πόλο, σε μία νέα συστημική διπολικότητα απέναντι στον Ελεύθερο Πόλο με επικεφαλης τις ΗΠΑ. Όπως σημειώνει ο κ. Λίτσας, ούτε η Μόσχα έχει καταφέρει να νικήσει, ούτε το Κίεβο έχει ηττηθεί· η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι η Ρωσία είναι πυρηνική δύναμη, ενώ η Ουκρανία όχι. Εξ ου και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός που υπενθυμίζει τη «θουκυδίδεια πραγματικότητα» την οποία θα βρει μπροστά του ο πρόεδρος Ζελένσκι στην προσεχή επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον. Στο ίδιο πλαίσιο, ο έγκριτος καθηγητής υπογραμμίζει τους κινδύνους εφόσον φθάσει να καταστεί η Τουρκία πυρηνική δύναμη, καθώς τότε θα διαφοροποιηθεί ριζικά ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίζεται συγκριτικά με την Ελλάδα. 

Υπό το πρίσμα του τι θα σηματοδοτούσε για τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν σε συνάρτηση με τη διεθνή εικόνα που επιχειρεί να προβάλλει, ο κ. Λίτσας αναλύει παράλληλα γιατί δεν θεωρεί πιθανή μία τριμερή συνάντηση Τραμπ-Πούτιν-Ζελένσκι, ενώ εξηγεί γιατί η Μόσχα μένει θεατής των εξελίξεων καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες βάζουν πόδι στο Νότιο Καύκασο μέσω της πρόσφατης συμφωνίας Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν.

Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:

Κύριε Λίτσα, θα ήθελα να ξεκινήσουμε με την αποτίμησή σας για την έκβαση της συνάντησης κορυφής στην Αλάσκα πριν περάσουμε στην επίσκεψη Ζελένσκι τη Δευτέρα στην Ουάσινγκτον, καθώς και στο κατά πόσο μία τριμερής θα μπορούσε πράγματι να βρίσκεται στον ορίζοντα

Κατ’ αρχήν, να επισημάνουμε ότι επρόκειτο για μία συνάντηση κορυφής με υψηλούς πολιτικούς συμβολισμούς. Εκτιμώ ως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ ήθελε να δείξει ότι διαθέτει την πολιτική ισχύ να επαναφέρει την Ρωσία στο πλαίσιο της πολιτικής νομιμότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός των δυτικών κρατών έχει επιρρίψει κατηγορίες εναντίον του Βλαντιμίρ Πούτιν για ζητήματα παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και του ίδιου Δικαίου του πολέμου. Συνεπώς, μέσω της συνάντησης αυτής στο Άνκορατζ οι Ηνωμένες Πολιτείες στέλνουν το μήνυμα σε όλο το διεθνές σύστημα ότι έχουν την ισχύ απόδοσης διεθνούς νομιμοποίησης ακόμη και σε κράτη που φλέρταραν με τον τιτλο του παρία του διεθνούς συστήματος, όπως η Ρωσία σήμερα.

Η συνάντηση αυτή καθ’ αυτή -αν εξαιρέσουμε τους συμβολισμούς ως προς την έννοια της γεωστρατηγικής υπεραξίας-, δεν είχε κάτι να προσφέρει στην ουσία των εξελίξεων. Ξέρετε όμως στη διπλωματία υπάρχουν δύο επίπεδα εξελίξεων: αυτά τα οποία είναι πάνω στο τραπέζι και αυτά τα οποία είναι κάτω από το τραπέζι. Δεν θα εκπλαγώ εάν σε συνέχεια της συνόδου στο Άνκορατζ ακολουθήσει μία σειρά επαφών σε επίπεδο τεχνοκρατών από τη ρωσική και την αμερικανική πλευρά.

Θεωρώ ότι ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν ήθελε πάρα πολύ την συγκεκριμένη συνάντηση για να δείξει από τη μία πλευρά ότι δεν είναι απομονωμένος και από την άλλη πλευρά για να επιτύχει αυτό το οποίο ονομάζουμε στις διεθνείς σχέσεις «show the flag» - να «δείξει τη σημαία», όπου στην περίπτωση της Ρωσίας η σημαία είναι ο ίδιος. Δηλαδή, να ενισχύσει το ηγετικό του προφίλ και αυτό είναι πολύ σημαντικό για τον ίδιο σήμερα.

Ο Πούτιν επεδίωκε να στείλει το μήνυμα και στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό της χώρας του ότι ακόμα είναι αυτός ο οποίος ελέγχει τις καταστάσεις. Είναι γνωστό σε όσους διαβάζουν ανάμεσα στις γραμμές ότι το κύρος και το γόητρο του Ρώσου προέδρου έχει πληγεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου πολέμου και ότι πάρα πολλοί, και εντός της Ρωσίας, τον καθιστούν υπεύθυνο γιατί δεν έχει καταφέρει να επικρατήσει έναντι της Ουκρανίας.

Για να συνοψίσω, λοιπόν, εκτιμώ ότι από τη μία πλευρά οι ΗΠΑ θέλουν να δείξουν στο διεθνές σύστημα ότι έχουν την δυνατότητα να αποδώσουν διεθνή νομιμοποίηση ακόμα και σε ένα κράτος το οποίο για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα βρίσκεται στο περιθώριο, όπως είναι η Ρωσία, κάτι που ενισχύει και το κύρος και το γόητρο του Τραμπ και ανοίγει παράλληλα την «πόρτα» σε μία από τις σημαντικότερες μύχιες επιθυμίες του κάθε Αμερικανού Προέδρου που είναι να αποσπάσει το Νόμπελ Ειρήνης. Είναι ενδεικτική η δήλωση της Χίλαρι Κλίντον, εκ των σημαντικότερων αντιπάλων του Ντόναλντ Τραμπ έως και σήμερα, ότι αν επιτύχει την ειρήνευση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας θα πρέπει να του απονεμηθεί το Νόμπελ Ειρήνης.

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, την ίδια στιγμή, θέλει να δείξει ότι δεν είναι στο περιθώριο των εξελίξεων και ότι ελέγχει ακόμα τις καταστάσεις. Ήταν, κατ’ επέκταση, μία συνάντηση αυτή του Άνκορατζ περισσότερο για ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με τη σημειολογία της διεθνούς πολιτικής. Δεν το υποβαθμίζω αυτό, αλλά δεν ανταποκρίνεται σε όρους ουσίας. Το να λειτουργούσε η συνάντηση ως «σφραγίδα» παύσης των εχθροπραξιών ούτως ή άλλως θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, εκτιμώ ότι μπορεί να αποτελεί την αρχή για το τέλος της σύγκρουσης μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Βέβαια, το πόσο μπορεί να διαρκέσει αυτή η διαδικασία επίτευξης μίας λύσης, ή η ίδια η παύση των εχθροπραξιών -γιατί όποιος μιλά για διαρκή ειρήνη είναι τουλάχιστον υπεραισιόδοξος-, είναι μία συζήτηση ενός άλλου επιπέδου. 

Εν κατακλείδι, δεν θα απαξίωνα τη συνάντηση στο Άνκορατζ· τη θεωρώ πάρα πολύ σημαντική και διαφοροποιούμαι ως προς τις απόψεις πολλών συναδέλφων, οι οποίοι θεωρούν ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν κατάφερε να κάνει ένα σόου εις βάρος του Αμερικανού προέδρου. Εκτιμώ ότι η συγκεκριμένη συνάντηση έδωσε «τροφή» και σε επίπεδο σημειολογίας, αλλά και προς την κατεύθυνση της παύσης των εχθροπραξιών. Ούτως ή άλλως αμφότερες η Ρωσία και η Ουκρανία δεν έχουν πλέον τα φορτία της σκληρής ισχύος ώστε να μπορούν να ρίξουν νέα ύλη, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση, στην φωτιά του πολέμου για να συνεχίσει η σύγκρουση να υφίσταται. Ο συγκεκριμένος πόλεμος είναι ένας πόλεμος μακράς φθοράς και βλέπουμε τη φθορά τόσο πάνω στην Ρωσία όσο και στην Ουκρανία. 

Ως προς την εικόνα που άφησαν το κόκκινο χαλί και οι χειραψίες; 

Η συνάντηση διεξήχθη σε αμερικανικό έδαφος - δηλαδή οι Ηνωμένες Πολιτείες στέλνουν ένα μήνυμα ισχύος ότι είναι παρούσες ως ο βηματοδότης των εξελίξεων σε διεθνές επίπεδο. Δεν βρίσκεται απέναντι από τις Ηνωμένες Πολιτείες η Κίνα για παράδειγμα για να συζητήσουμε για μία ισόρροπη συνθήκη, όπως επίσης και η συνάντηση δεν διεξάγεται σε ουδέτερο έδαφος, π.χ. στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Διεξήχθη επί αμερικανικού εδάφους και ο Αμερικανός πρόεδρος υποδέχθηκε τον Πούτιν ως όφειλε βάσει του διπλωματικού πρωτοκόλλου. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να δίνουμε τόσο μεγάλη σημασία σε διπλωματικές λεπτομέρειες. 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατ’ αυτό τον τρόπο πιστοποιούν τη συνθήκη της εξωτερικής νομιμοποίησης για ένα κράτος το οποίο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα βρίσκεται στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων, δηλαδή βρίσκεται εκτός πλαισίου διεθνούς νομιμότητας. Η συνάντηση αυτή σε καμία των περιπτώσεων δεν νομιμοποιεί τις πράξεις βίας της Ρωσίας. Είναι η συνθήκη της εξωτερικής νομιμοποίησης που αποδίδει εάν θέλετε μια διάσταση επαναφοράς του συγκεκριμένου κράτους στο πυρήνα των διεθνών εξελίξεων και εντάσσεται στην υψηλή στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτείων να καταφέρουν να απομακρύνουν στο μέτρο του δυνατού τη Ρωσία από την Κίνα. Αυτή είναι η προσπάθεια που οι Ηνωμένες Πολιτείες καταβάλλουν σε επίπεδο υψηλής στρατηγικής.

Μέσω αυτής της οδού επιχειρείται και η επανεκκίνηση των διμερών σχέσεων και να τεθεί η βάση για τον τερματισμό του πολέμου, συνεπώς. Υποθέτω ότι σταδιακά θα γνωρίζουμε περισσότερα για όσα συζητήθηκαν πάνω και κάτω από το τραπέζι, αλλά ειδικά ως προ το εδαφικό, τι διακρίνετε;

Κοιτάξτε, το εδαφικό είναι σίγουρο ότι θα συζητηθεί αν όχι μεταξύ των δύο ηγετών, που θα έλθουν ούτως ή άλλως να υπογράψουν τις τελικές αποφάσεις, αλλά μέσω των επιτελείων που είναι και εκείνα τα οποία αναλαμβάνουν να συνθέσουν ξανά το παζλ της επίλυσης. 

Όσον αφορά τη διαδικασία του εδαφικού υπάρχουν δύο ζητήματα. Πρώτον, οτιδήποτε έχει κερδηθεί με πόλεμο είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποδοθεί ξανά πίσω με ειρηνικές διαδικασίες. Αυτό είναι ένα δόγμα της στρατηγικής, το οποίο διαπερνά το ιστορικό δεδομένο και φτάνει μέχρι και τον 21ο αιώνα. Και δεύτερον -και αυτό είναι ένα στοιχείο το οποίο δεν θα πρέπει να το παραγνωρίζουμε-, η πλειονότητα των εδαφών που έχει καταλάβει η Ρωσία είναι όντως ουκρανικά εδάφη αλλά κατοικούνται από πληθυσμούς που αισθάνονται Ρώσοι σε συνειδησιακό και πολιτιστικό επίπεδο. Σε επίπεδο ταυτότητας, η πλειοψηφία τουλάχιστον των κατοίκων αυτών των περιοχών κλίνει προς τη Μόσχα - πρόκειται για τις γνωστές ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας που κατέλαβε εξ αρχής η Ρωσία, προχωρώντας μάλιστα και μονομερώς στην προσάρτησή τους ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο. Αλλά από την άλλη πλευρά, η πλειονότητα των κατοίκων αυτών των περιοχών αισθάνονται Ρώσοι και αυτό είναι ένα στοιχείο το οποίο κανένας διαπραγματευτής δεν θα μπορέσει εύκολα να το ξεπεράσει - δυστυχώς, θα πω εγώ, για την υπόθεση της Ουκρανίας, αλλά αυτό είναι μια πραγματικότητα.

Η Ρωσία δεν διαπραγματεύεται τη διατήρηση των επαρχιών στις οποίες αναφέρεστε, αλλά είχε εμφανιστεί να συναρτά μία κατάπαυση του πυρός -και πάλι όχι ολική- με την απόσυρση των Ουκρανών ακόμη και από εδάφη που εξακολουθούν να κατέχουν στο Ντονμπάς. Πού παραπέμπει η άμεση πρόσκληση που έλαβε ο Ζελένσκι να μεταβεί στις ΗΠΑ και τι μπορεί να του επιφυλάσσει η κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο;

Το να προσκαλέσει ο Τραμπ τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο είναι κατ’ εμέ μία κίνηση ορθολογική. Ο Ουκρανός πρόεδρος πρέπει να μεταβεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για να μπορέσει να υπάρξει μία ουσιαστική συζήτηση μακριά από τις κάμερες και εκτός τηλεφώνων για λόγους τους οποίους θεωρώ πως μπορούμε να τους κατανοήσουμε όλοι. 

Εκτιμώ ότι ο Ζελένσκι θα βρεθεί ενώπιον της θουκυδίδειας πραγματικότητας, η οποία διαπερνά την διεθνή πολιτική. Δηλαδή, θα ειπωθεί ενώπιόν του ότι ‘αυτές είναι οι προτάσεις των Ρώσων’. Οι προτάσεις αυτές εμπεριέχουν, βέβαια, όπως είναι αναμενόμενο το στοιχείο του μαξιμαλισμού. Ο δυτικός κόσμος, μέσω των Ηνωμένων Πολιτειών ασφαλώς, θα μπορέσει να μειώσει κατά ένα ποσοστό αυτόν τον ρωσικό μαξιμαλισμό για να έλθουμε σε μία εξισορρόπηση από την μία του ρωσικού μαξιμαλισμού και από την άλλη της ανάγκης της Ουκρανίας να διατηρήσει την εδαφική της ακεραιότητα. 

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μία σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με πολλές απόψεις συναδέλφων για να επισημάνω ότι η Ρωσία σε καμία των περιπτώσεων δεν αντιμετωπίζεται ή δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί ως νικήτρια αυτού του πολέμου ή τουλάχιστον αυτής της φάσης του πολέμου. Η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να νικήσει και η Ουκρανία δεν έχει ηττηθεί. Νομίζω ότι αυτή η διαφοροποίηση η οποία βλέπουμε -καθ’ όλα ρεαλιστική κατά την άποψή μου από τις Ηνωμένες Πολιτείες- αφορά το ακόλουθο γεγονός: Η Ρωσία είναι πυρηνική δύναμη και η Ουκρανία δεν είναι. Οπότε σε καμία των περιπτώσεων αυτά τα δύο κράτη δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν το ίδιο. 

Και ανοίγοντας εδώ μία παρένθεση, θα ήθελα να υπογραμμίσω το πόσο σημαντικό είναι -και το βλέπουμε να αποτυπώνεται μπροστά στα μάτια μας- να μην φτάσει η Τουρκία να γίνει πυρηνική δύναμη γιατί τότε θα υπάρχει μια παγίωση διαφοροποίησης ως προς την αντιμετώπισή της σε σχέση με την Ελλάδα. Και αυτό είναι κάτι για το οποίο δυστυχώς δεν βλέπω την Αθήνα να δραστηριοποιείται. Βλέπω μόνο τα πολύ δραστήρια και πολύ δυναμικά ελληνικά λόμπι στην Ουάσινγκτον μαζί με τους Ελληνοαμερικανούς πολιτικούς που εκπροσωπούν συγκεκριμένα ελληνικά λόμπι, αλλά δεν βλέπω ακόμα να μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει αυτή η περίπτωση εξέλιξης της τουρκικής σκληρής ισχύος στο επίπεδο πυρηνικής σκληρής ισχύος και πόσο πλέον θα διαφοροποιηθεί το τουρκικό στάτους σε σχέση με το ελληνικό. 

Αυτό είναι που βλέπουμε ακριβώς τώρα στην περίπτωση της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες συζητούν από τη μία με μια πυρηνική δύναμη όπου η δυνατότητα άσκησης πίεσης φθάνει μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο. Μετά θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και εδώ βλέπουμε, αν θέλετε, και την ανευθυνότητα εκ μέρους των Ευρωπαίων αξιωματούχων της Κομισιόν, οι οποίοι δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται τι σημαίνει η άσκηση πίεσης σε μια πυρηνική δύναμη και σε μια μη πυρηνική δύναμη όπως είναι η Ουκρανία. Ευτυχώς οι ΗΠΑ δείχνουν να το αντιλαμβάνονται.

Αυτή η διαφοροποίηση είναι πολύ σημαντική για να καταλάβουμε, παραδείγματος χάριν, για ποιο λόγο στη συνάντηση στο Άνκορατζ δεν ήταν παρών και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Διότι όταν ο ηγέτης μιας πυρηνικής δύναμης πει ‘εγώ δεν θέλω τον αντίπαλό μου να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών’, τότε αυτός ο οποίος διοργανώνει τη συγκεκριμένη συνάντηση δεν έχει τη δυνατότητα να πιέσει. Δηλαδή, δεν είναι μία περίπτωση Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας, όπου βρέθηκαν οι δύο πλευρές στο τραπέζι και οι Ηνωμένες Πολιτείες ως ο εκπρόσωπος της διεθνούς νομιμότητας.

Θεωρείτε ότι υπάρχει όντως προοπτική μίας τριμερούς Τραμπ, Πούτιν και Ζελένσκι;

Εκτιμώ ότι ο Πούτιν δεν θέλει σε καμία περίπτωση να δώσει αυτή την «πολυτέλεια» ή τη δυνατότητα των σχετικών φωτογραφικών καρέ στον Ζελένσκι γιατί δεν θέλει σε καμία περίπτωση να δείξει ότι βρίσκεται σε ένα αναλογικό έως όμοιο επίπεδο με τον αντίπαλό του. Αυτό μπορεί να ξεπεραστεί πολύ εύκολα σε περίπτωση που φτάσουμε σε παύση των εχθροπραξιών με μία συνάντηση σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών ή Εθνικής Άμυνας.

Αυτά είναι πολιτικά ζητήματα τα οποία μπορούν να ξεπεραστούν σε επίπεδο πρωτοκόλλου, αλλά δεν βλέπω μια τριμερή συνάντηση κορυφής γιατί τότε αυτομάτως ο Πούτιν αναγνωρίζει μια πραγματικότητα, που υφίσταται αυτή τη στιγμή σε διεθνές επίπεδο, και η πραγματικότητα αυτή είναι ότι πλέον δεν είναι ισότιμος με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά έρχεται να λειτουργήσει υπό τη μεσιτεία των ΗΠΑ για να έλθει η λήξη του πολέμου. Και αυτό είναι δύσκολο να το αποδεχτεί η Ρωσία παρόλο που, επαναλαμβάνω, αυτή είναι η πραγματικότητα: Η Ρωσία δεν είναι πια μεγάλη δύναμη. Το διεθνές σύστημα είναι πλέον ξανά διπολικό και η επικεφαλής των δύο πόλων είναι οι ΗΠΑ και η Κίνα. Το επικείμενο τέλος του ρώσο-ουκρανικού πολέμου θα βρει τη Ρωσία σε ένα καθεστώς, το οποίο εμένα προσωπικά μου θυμίζει πολύ το καθεστώς στο οποίο περιήλθε η Βρετανία μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν εισήλθε ως μεγάλη δύναμη και εξήλθε ως το «Νο. 2» των ΗΠΑ. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή για τη Ρωσία και την Κίνα - η Ρωσία είναι το «Νο. 2» της Κίνας σε αυτό τον αυταρχικό πόλο που πλέον έχει διαμορφωθεί. Καταληκτικά, ναι, δεν βλέπω μία τριμερή, αλλά αυτό βέβαια είναι μία εκτίμηση με τα τωρινά δεδομένα. 

Κύριε Λίτσα, κλείνοντας με τα υπόλοιπα κεφάλαια των ρωσοαμερικανικών σχέσεων, και επειδή κάνατε αναφορά σε Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν, οι Αμερικανοί έβαλαν πόδι στο Νότιο Καύκασο βάσει της πρόσφατης συμφωνίας. Θα μείνει η Μόσχα θεατής;

Αυτή είναι μία πάρα πολύ σωστή παρατήρηση και την έχω επισημάνει ήδη εδώ και κάποιες ημέρες. Είναι εντυπωσιακό να βλέπουμε τη Ρωσία να μην παρεμβαίνει στις εξελίξεις στο Νότιο Καύκασο όταν γνωρίζουμε ότι ο Καύκασος αποτελεί μία «κόκκινη ζώνη», μία ζώνη πρωτογενούς γεωστρατηγικού συμφέροντος για την ίδια τη Ρωσία. 

Η απάντηση, λοιπόν, έχει δύο επίπεδα. Από τη μία η Ρωσία δεν είναι πρόθυμη να επιτρέψει να λαμβάνουν χώρα τόσο σημαντικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου, αλλά από την άλλη δεν έχει πια την δυνατότητα να παρέμβει όπως ίσως θα την είχε πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί έχουμε δει ξανά τη Ρωσία απλώς και μόνο να υποχωρεί χωρίς να έχει λόγο στις εξελίξεις και στην περίπτωση της Συρίας -όπου η Συρία του καθεστώτος Άσαντ ήταν ένα προτεκτοράτο της Ρωσίας με πολύ μεγάλη σημασία γιατί της έδινε πρόσβαση στην Ανατολική Μεσόγειο- αλλά και στις υποθέσεις της Λιβύης, όπου βλέπουμε αυτή τη στιγμή η Ρωσία να έχει υποβαθμίσει τις εξελίξεις στην Λιβύη και αυτό συμβαίνει όχι εξαιτίας του ότι η γεωστρατηγική αξία της Συρίας ή της Λιβύης έχει υποβαθμιστεί αλλά γιατί η Ρωσία δεν μπορεί να «παίξει» πλέον σε τόσο πολλά ανοιχτά μέτωπα. Έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στην περίπτωση της Ουκρανίας. Το δεύτερο επίπεδο έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο κινείται η ρωσική εξωτερική πολιτική, η οποία δεν αναγνωρίζει παγιώσεις. Συνεπώς, σίγουρα η Μόσχα έχει στο μυαλό της -διότι αυτό έχει εμφανιστεί ως μοντέλο και στο παρελθόν- να τελειώσει πρώτα με το μεγάλο αγκάθι της Ουκρανίας και στη συνέχεια θα επανέλθει στα ζητήματα του Νοτίου Καυκάσου. 

Αυτό, βέβαια, δεν αναιρεί το γεγονός ότι η Ρωσία απουσιάζει από σημαντικές εξελίξεις που την αφορούν άμεσα. Και η απουσία αυτή τροφοδοτεί επικρίσεις στο πρόσωπο του Βλαντιμίρ Πούτιν από κύκλους που βρίσκονται στον πυρήνα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.