Αποπροσανατολισμός, εντυπωσιασμός και συγκράτηση της εκλογικής βάσης προβάλλουν πίσω από την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στην Ουάσινγκτον. Μία Αμερική όπου ο θεσμικός ιστός διαβρώνεται σταδιακά και η Δημοκρατία υποχωρεί, ενώ η κοινωνία παρακολουθεί τα επεισόδια ενός τραμπικού πολιτικού reality, σκιαγραφεί η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών και Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη.
Αφετηρία της ανάλυσης της κα Φιλήνδρα είναι μία διαπίστωση που, όπως λέει, έχει γίνει σχεδόν αυτονόητη για όσους ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες: η χώρα βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχούς πολιτικής κρίσης. Για την ακρίβεια η μία κρίση διαδέχεται την άλλη όμως πολύ συχνά δεν πρόκειται για πραγματικές αλλά «κατασκευασμένες» κρίσεις για το εσωτερικό ακροατήριο, σχεδιασμένες να εκτρέψουν την προσοχή του κοινού και των μέσων ενημέρωσης από υποθέσεις που φέρνουν τον Ντόναλντ Τραμπ σε δύσκολη θέση και να ενισχύσουν το πολιτικό αφήγημα του προέδρου.
«Ζούμε σε έναν πολιτικό ρυθμό όπου η ατζέντα αλλάζει όχι επειδή υπάρχουν αντικειμενικά γεγονότα που το επιβάλλουν, αλλά επειδή κάποιος στον Λευκό Οίκο αποφασίζει ποιο είναι το 'επεισόδιο' της ημέρας» αναφέρει η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα. Η στρατηγική αυτή, εξηγεί, είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη σε έναν ηγέτη όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, που βρίσκεται αντιμέτωπος με ζητήματα ικανά να πλήξουν σοβαρά την εικόνα του. Ένα τέτοιο ζήτημα είναι και η υπόθεση του Τζέφρι Έπστιν.
Χρηματιστής με τεράστια περιουσία και εκτεταμένο δίκτυο «υψηλών» γνωριμιών, ο Τζέφρι Έπστιν κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε για σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων. Η υπόθεσή του έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις όταν αποκαλύφθηκε ότι διατηρούσε σχέσεις με ισχυρούς άνδρες της πολιτικής, των επιχειρήσεων και της ακαδημαϊκής ελίτ. Η μυστηριώδης αυτοκτονία του το 2019, ενώ κρατούνταν σε ομοσπονδιακή φυλακή, άνοιξε τον δρόμο σε ένα τεράστιο κύμα θεωριών συνωμοσίας.
Σύμφωνα με την κα Φιλήνδρα, στην αμερικανική δεξιά -και ειδικά στον χώρο των πιο σκληροπυρηνικών υποστηρικτών του Τραμπ- η υπόθεση Έπστιν εξακολουθεί να αποτελεί ένα είδος «ιερού δισκοπότηρου» για την απόδειξη υποτιθέμενης διαφθοράς των αντιπάλων. Η απαίτηση να δημοσιευθούν όλα τα αρχεία του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης για την υπόθεση δεν υποχωρεί. Όμως, τα αιτήματα και η επιμονή των μέσων να αναδεικνύουν το θέμα δημιουργούν πρόβλημα στον ίδιο τον Τραμπ. Στο παρελθόν διατηρούσε κοινωνικές επαφές με τον Έπστιν, και παρότι δεν έχει προκύψει καμία παράνομη ενέργεια εκ μέρους του, η εικόνα του θα μπορούσε να πληγεί αν αναδυθούν νέες λεπτομέρειες. Συνεπώς, έχει συμφέρον και κίνητρο να απομακρύνει το ζήτημα από την κορυφή της επικαιρότητας και στην παρούσα συγκυρία «εξυπηρετεί» η ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στην Ουάσινγκτον, κατά την Αλ. Φιλήνδρα.
Η καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι δεν παραγνωρίζει ότι η πόλη έχει προβλήματα ασφάλειας, αλλά υπογραμμίζει πως η ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στην Ουάσινγκτον δεν έχει σχεδιαστεί για να τα λύσει και δεν αντιμετωπίζει τις αιτίες τους. «Οι στρατιώτες δεν φέρουν όπλα, δεν έχουν αρμοδιότητες αστυνόμευσης, και στην πράξη απλώς περιπολούν για να τους βλέπει ο κόσμος», εξηγεί.
Ο στόχος, όπως λέει, είναι επικοινωνιακός: «να δημιουργηθεί μια εικόνα ισχύος και αποφασιστικότητας, η οποία θα κυριαρχήσει στα δελτία ειδήσεων, ιδίως στα φιλικά προς τον πρόεδρο μέσα, όπως το Fox News. Αυτό είναι που θα δει το κοινό στο τέλος της ημέρας, και όχι την πολυπλοκότητα της πραγματικής κατάστασης», σημειώνει.
«Το επιτελείο για θέματα επικοινωνίας του Λευκού Οίκου λειτουργεί σχεδόν ως παραγωγός του Fox News, οργανώνοντας την ατζέντα της ημέρας σαν τηλεοπτικό επεισόδιο: εικόνες, δηλώσεις, ακόμη και επιλογή τοποθεσιών, όλα προσαρμοσμένα στις ανάγκες του πολιτικού θεάματος», αναφέρει η κα Φιλήνδρα, προσθέτοντας: «Στήνουν» καθημερινά το 'επεισόδιο' που θα προβληθεί στο κοινό, προσαρμόζοντας το περιεχόμενο στις ανάγκες του πολιτικού αφηγήματος».
Η ανάπτυξη στρατού της Εθνοφρουράς στην Ουάσινγκτον είναι, σύμφωνα με την ίδια, χαρακτηριστική περίπτωση: δεν επιδιώκει να λύσει ένα πρόβλημα εγκληματικότητας και αστεγίας, αλλά να παράγει εικόνες που εξυπηρετούν το αφήγημα της «αποφασιστικής ηγεσίας» και να εκτρέψει τη δεδομένη στιγμή την προσοχή από την υπόθεση Έπστιν. Στην πραγματικότητα, η εγκληματικότητα θα αντιμετωπιστεί από την τοπική αστυνομία και τις κοινωνικές πολιτικές, όχι από άοπλους στρατιώτες στους δρόμους, αναφέρει.
Η δημοσιογραφική κάλυψη συχνά μετατρέπει το πολιτικό αυτό ζήτημα σε οικονομικό, επικεντρώνοντας στο κόστος ανάπτυξης της Εθνοφρουράς αντί να αναδείξει τη βαθύτερη επίπτωση στη Δημοκρατία, υπογραμμίζει επίσης η ακαδημαϊκός. Στηλιτεύει το γεγονός ότι ακόμη και μεγάλα δίκτυα ενημέρωσης, όπως το CNN, συχνά εστιάζουν στο οικονομικό κόστος, τονίζοντας: «Η πραγματικότητα είναι ότι ο στρατός βγαίνει στους δρόμους και η στρατιωτική παρουσία στους δρόμους, ανεξαρτήτων κινήτρων, κόστους και πόρων, φθείρει τους δημοκρατικούς θεσμούς και δημιουργεί ανησυχία για το μέλλον».
Κατά την Αλεξάνδρα Φιλήνδρα, το πιο ανησυχητικό στοιχείο δεν είναι τα πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη αυτών των κινήσεων για τον Ντόναλντ Τραμπ αλλά η συστηματική υπονόμευση των θεσμών. Την θορυβεί η εργαλειοποίηση του στρατεύματος παράλληλα με ένα ευρύτερο μοτίβο αδιαφάνειας και αποδόμησης βασικών μηχανισμών συλλογής και παράθεσης δημόσιων δεδομένων.
Η καρατόμηση στελεχών κυβερνητικών υπηρεσιών, όπως της επικεφαλής του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας Έρικα ΜακΕντάρφερ, η πρόθεση περιορισμού της δημοσίευσης οικονομικών στοιχείων, η κατάργηση δορυφορικών προγραμμάτων παρακολούθησης της κλιματικής αλλαγής και ο περιορισμός της δημοσιοποίησης δεδομένων δημόσιας υγείας από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) αποτελούν, κατά την κα Φιλήνδρα, μέρος μιας στρατηγικής «σκοτεινής διακυβέρνησης». Η ίδια επισημαίνει πως «στόχος είναι να σταματήσει η ροή πληροφοριών και να μειωθεί η διαφάνεια σε ζητήματα κοινωνικής πολιτικής και περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα ενισχύεται η συλλογή προσωπικών δεδομένων για τους πολίτες, διευκολύνοντας την πολιτική χειραγώγηση».
Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία. Υπάρχει, λέει η Αλ. Φιλήνδρα, ορατός κίνδυνος σοβαρών δημοκρατικών εκτροπών, ειδικά εάν ο Ντόναλντ Τραμπ επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει παρόμοιες τακτικές στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026 ή σε περίπτωση ήττας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις επόμενες προεδρικές εκλογές. «Το σόου στήνεται κυρίως σε πολιτείες ή πόλεις με Δημοκρατικούς κυβερνήτες ή δημάρχους και αντίστοιχα προβλήματα σε περιοχές που ελέγχουν οι Ρεπουμπλικανοί δεν λαμβάνουν την ίδια δημοσιότητα, γεγονός που υποδηλώνει πολιτική σκοπιμότητα», διακρίνει.
Ερωτηθείσα για τη στάση των Δημοκρατικών, η κα Φιλήνδρα αναφέρει ότι στο σύνολό τους εμφανίζονται άφωνοι και άπραγοι. «Οι Δημοκρατικοί σε ομοσπονδιακό επίπεδο μοιάζουν άφωνοι, ανίκανοι να αντιπαρατεθούν σε αυτό το είδος πολιτικής», δηλώνει. Μοναδική εξαίρεση θεωρεί τον κυβερνήτη της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, ο οποίος έχει υιοθετήσει μία πιο επιθετική επικοινωνιακή στρατηγική, ειρωνευόμενος δημοσίως τον Τραμπ με τρόπο που θυμίζει το στυλ του Αμερικανού προέδρου. «Είναι ο μόνος που φαίνεται να κατανοεί το παιχνίδι» αναφέρει και παρότι η ίδια δεν θεωρεί αυτό το ύφος πολιτικά ή ηθικά σωστό, αναγνωρίζει ότι ίσως είναι το μόνο που μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματικό απέναντι στη στρατηγική του Αμερικανού προέδρου και να σπάσει την επικοινωνιακή κυριαρχία του Λευκού Οίκου.
Καταλήγοντας, η Αλεξάνδρα Φιλήνδρα έρχεται να υπογραμμίσει ότι η αμερικανική Δημοκρατία δεν απειλείται μόνο από μια ενδεχόμενη εκτροπή σε στιγμή κρίσης, αλλά και από τη σταδιακή φθορά που προκαλεί η συνεχής εργαλειοποίηση των θεσμών, η υπονόμευση της διαφάνειας και η επικράτηση της πολιτικής του θεάματος. Για την ίδια, η εικόνα που αναδύεται είναι αυτή μιας Αμερικής όπου ο θεσμικός ιστός διαβρώνεται προοδευτικά, με την κοινωνία να παρακολουθεί μέσα από την οθόνη ένα πολιτικό reality που συγκαλύπτει την υποχώρηση της Δημοκρατίας. «Η μεγαλύτερη απειλή είναι ότι οι πολίτες συνηθίζουν σε αυτή την κατάσταση», προειδοποιεί. «Όταν η Δημοκρατία υποχωρεί σιγά-σιγά, οι περισσότεροι δεν αντιλαμβάνονται πόσο δρόμο έχει ήδη διανύσει αυτή η πορεία»...