Από Αριστερά: Γιώργος Δεοδάτης (Columbia), Θεοδώρα Βαρβαρίγου (ΕΜΠ), Ivy Schultz (Columbia), Maria-Christina Grelloni (Endeavor Greece), Εμμανουήλ Βαρβαρίγος (ΕΜΠ), John Kymissis (Columbia)
Ι. Κ. Χατζηγεωργίου: Γιατί η νέα συνεργασία ΕΜΠ και Columbia αποτελεί γέφυρα ακαδημαϊκής έρευνας και επιχειρηματικότητας
NTUA
NTUA
Από Αριστερά: Γιώργος Δεοδάτης (Columbia), Θεοδώρα Βαρβαρίγου (ΕΜΠ), Ivy Schultz (Columbia), Maria-Christina Grelloni (Endeavor Greece), Εμμανουήλ Βαρβαρίγος (ΕΜΠ), John Kymissis (Columbia)

Ι. Κ. Χατζηγεωργίου: Γιατί η νέα συνεργασία ΕΜΠ και Columbia αποτελεί γέφυρα ακαδημαϊκής έρευνας και επιχειρηματικότητας

To «Lab to Market» αποτελεί τη νέα στρατηγική πρωτοβουλία συνεργασίας μεταξύ του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και του Columbia University. Έπειτα από χρόνια ζυμώσεων, ακαδημαϊκών επαφών και αμοιβαίας αναγνώρισης, το κοινό αυτό εγχείρημα φιλοδοξεί να γεφυρώσει ένα από τα πιο επίμονα κενά που συναντάμε στα πανεπιστήμια: τη μετάβαση της ακαδημαϊκής έρευνας από τα εργαστήρια και τις βιβλιοθήκες στην αγορά και την επιχειρηματική αξιοποίηση.

Στόχος του προγράμματος είναι να προσφέρει σε φοιτητές και νέους ερευνητές τα εργαλεία, την εκπαίδευση και τις διεθνείς διασυνδέσεις που απαιτούνται ώστε οι καινοτόμες ιδέες τους να μη μείνουν «στο ράφι», αλλά να εξελιχθούν σε προϊόντα και υπηρεσίες με κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο.

Η πρόσφατη εκδήλωση με τίτλο «Lab to Market: Bridging Innovation and Entrepreneurship», που πραγματοποιήθηκε στις 10 Νοεμβρίου στο ΕΜΠ, σηματοδότησε την έναρξη αυτής της τολμηρής συμπόρευσης, ενώ η επίσημη ενεργοποίηση του προγράμματος αναμένεται στις αρχές του 2026.

Για τους στόχους, τις προκλήσεις αλλά και την ευρύτερη σημασία του «Lab to Market» για το οικοσύστημα καινοτομίας του ΕΜΠ και της χώρας, μίλησε μαζί μας ο Πρύτανης του Ιδρύματος, Ιωάννης Κ. Χατζηγεωργίου, ο οποίος καταθέτει μια ρεαλιστική αλλά αισιόδοξη ματιά για το μέλλον: πώς γεννήθηκε η συνεργασία, πού υστερεί ακόμη ο ελληνικός ερευνητικός τομέας, ποια είναι τα πραγματικά οφέλη - και ποιο τελικά θα είναι το κριτήριο επιτυχίας του προγράμματος.

Συνέντευξη στη Μαρία Κέντη Κρανιδιώτη


Πώς γεννήθηκε η συνεργασία μεταξύ ΕΜΠ και Columbia και ποιο ήταν το βασικό κίνητρο για τη δημιουργία της πρωτοβουλίας «Lab to Market»;

Αρχικά θα πρέπει να αναφερθεί ότι το Πολυτεχνείο έχει υπογράψει ένα Μνημόνιο Συνεργασίας και Συναντίληψης (Memorandum of Understanding) με το Columbia University, για την ανταλλαγή φοιτητών. Η συμφωνία αυτή υπογράφηκε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια. Δυστυχώς, για οικονομικούς λόγους δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Δεν κατέστη εφικτό να μεταβούν Έλληνες φοιτητές στο Columbia για να ολοκληρώσουν μέρος των σπουδών τους, καθώς τα αμερικανικά πανεπιστήμια απαιτούν δίδακτρα, και παρ’ όλη την καλή διάθεση εκ μέρους του Columbia για σημαντική έκπτωση στα τέλη, το ύψος τους παραμένει απαγορευτικά υψηλό ώστε να μπορέσει να υποστηριχθεί η υλοποίηση της συμφωνίας.

Παρόλα αυτά, τόσο μέσω του Μνημονίου όσο και μέσω επιστημονικών και προσωπικών σχέσεων μεταξύ μελών του ΕΜΠ και του Columbia υπήρχε μία διαρκής συνεργασία και αλληλεπίδραση. Προσωπικά επισκέφθηκα το Columbia University, ανταποδίδοντας την επίσκεψη αντιπροσωπίας της Σχολής Μηχανικών του Πανεπιστημίου με επικεφαλής τον Κοσμήτορα της Σχολής (Dean of Columbia Engineering) Καθηγητή Shih-Fu Chang και τον Αναπληρωτή Κοσμήτορα, Καθηγητή Γιώργο Δεοδάτη ο οποίος είναι δικός μας απόφοιτος και φυσικά εξαιρετικός συνάδελφος.


O Πρύτανης ΕΜΠ, Ιωάννης Κ. Χατζηγεωργίου κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην εκδήλωση «Lab to market». 10.11.2025

Στη συνέχεια, όταν το Blavatnik Foundation προχώρησε σε μια σημαντική ύψους δωρεά προς το Columbia, το Πανεπιστήμιο αποφάσισε να απευθυνθεί στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, προτείνοντας μια νέα μορφή συνεργασίας. Η απόφαση αυτή βασίστηκε στην αναγνώριση της υψηλής ποιότητας των φοιτητών και αποφοίτων μας.

Είναι γνωστό ότι πολλά πανεπιστήμια διεθνώς επιδιώκουν συνεργασία με το Πολυτεχνείο για να προσελκύσουν Έλληνες απόφοιτους, γιατί αναγνωρίζουν τόσο την ακαδημαϊκή τους ποιότητα όσο και την προσωπικότητά τους. Αυτό έχει αποδειχθεί διαχρονικά.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το ΕΜΠ απονέμει integrated master, δηλαδή πτυχίο πενταετούς διάρκειας. Το δίπλωμα αυτό είναι χρονολογικά και ακαδημαϊκά ανώτερο ενός συνηθισμένου bachelor, καθώς τα προγράμματα σπουδών μας είναι απαιτητικά, ολοκληρωμένα και έχουν μακρά παράδοση ποιότητας.

Αναγνωρίζοντας λοιπόν το επίπεδο των φοιτητών μας - οι οποίοι θα είναι οι αυριανοί απόφοιτοι - το Columbia στοχεύει στη συνεργασία μαζί τους για εκπαίδευση σε θέματα επιχειρηματικότητας, καινοτομίας και διασύνδεσης με την αγορά εργασίας.

Έτσι ξεκίνησε η διαδικασία, η οποία μέσα από διαδοχικές συναντήσεις πήρε κάποιο χρόνο για να υλοποιηθεί. Η έναρξη του προγράμματος πραγματοποιήθηκε στην πρόσφατη εκδήλωση που διοργανώσαμε εδώ στο Πολυτεχνείο, με τον τίτλο Lab to Market στις 10 Νοεμβρίου, ενώ η επίσημη έναρξη του προγράμματος και της διιδρυματικής συνεργασίας θα γίνει στις αρχές Ιανουαρίου του 2026.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Έλληνες ερευνητές στην προσπάθεια να μετατρέψουν την έρευνά τους σε επιχειρηματική καινοτομία (ή δραστηριότητα γενικότερα);

Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες ερευνητές είναι η διαθεσιμότητα πόρων, και συγκεκριμένα η οικονομική χρηματοδότηση της έρευνας. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει εμπεδωμένη κουλτούρα χρηματοδοτούμενης έρευνας από ιδιωτικούς φορείς. Στο εξωτερικό, σημαντικό μέρος της έρευνας βασίζεται στην υποστήριξη που παρέχεται από ιδιωτικές πρωτοβουλίες και τη βιομηχανία, ενώ στη χώρα μας δεν υπάρχει, τουλάχιστον προς το παρόν, ούτε η αντίστοιχη παράδοση ούτε το απαραίτητο μέγεθος της βιομηχανίας που θα μπορούσε να υποστηρίξει επενδύσεις στην έρευνα.

Πιστεύω - και το τονίζω συχνά σε συζητήσεις με συναδέλφους - ότι τα πανεπιστήμια, και ειδικότερα το Μετσόβιο, είναι έτοιμα να ανταποκριθούν στις σύγχρονες προκλήσεις της έρευνας και της καινοτομίας. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στον πανεπιστημιακό χώρο, αλλά στην αγορά: οι ιδιωτικοί φορείς στην Ελλάδα δεν είναι ακόμη έτοιμοι. Ενδεικτικά, ελάχιστες μεγάλες βιομηχανίες και οικονομικοί οργανισμοί του ιδιωτικού τομέα διαθέτουν τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξης.


Ο Αντιπρύτανης της Σχολή Μηχανικών του Columbia, καθηγητής Γιώργος Δεοδάτης κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην εκδήλωση «Lab to Market». 10.11.2025.

Συχνά, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν την έρευνα με την προσδοκία ότι θα οδηγήσει άμεσα στην ανάπτυξη κάποιου προϊόντος. Ωστόσο, στην πραγματικότητα αυτό δεν είναι δεδομένο. Μια ερευνητική προσπάθεια μπορεί να καταλήξει σε προϊόν - υλικό (π.χ. νέα κατασκευή) ή άυλο (π.χ. λογισμικό) - αλλά μπορεί και να μην οδηγήσει σε άμεσα εμπορεύσιμο αποτέλεσμα. Παρ’ όλα αυτά, όταν η έρευνα εφαρμόζεται, το αναμενόμενο είναι ότι ένα μέρος των αποτελεσμάτων θα αξιοποιηθεί για την παραγωγή προϊόντων που θα ενδιαφέρουν την κοινωνία, την αγορά, τις επιχειρήσεις, τη βιομηχανία, ακόμη και τον στρατό ή τις κυβερνήσεις.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό των ερευνητικών αποτελεσμάτων καταλήγει στην αγορά. Το παράδειγμα των spin-off ή start-up εταιρειών είναι χαρακτηριστικό: ενώ ιδρύονται πολλές, ένα ελάχιστο ποσοστό -της τάξης του 1% έως 2% - καταφέρνει να επιβιώσει και να αναπτυχθεί. Αντίστοιχα, συμβαίνει και με τα Διπλώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας (τις πατέντες). Μπορεί να κατατίθενται πολλές, συχνά με χρηματοδότηση από ίδιους πόρους, ωστόσο μία και μόνο επιτυχημένη πατέντα μπορεί να αποφέρει τόσο υψηλά έσοδα, ώστε να καλύψει το κόστος χρηματοδότησης πολλών άλλων πατεντών.


Με ποιον τρόπο το πρόγραμμα θα ενισχύσει το οικοσύστημα καινοτομίας του ΕΜΠ; Πώς θα ενσωματωθεί το Lab to Market στη στρατηγική ανάπτυξης του ιδρύματος;

Το ΕΜΠ - και γενικότερα τα ελληνικά πανεπιστήμια -  διαθέτουν εξαιρετικές προοπτικές και πολύ υψηλού επιπέδου φοιτητές και αποφοίτους. Ωστόσο, παρά τα πλεονεκτήματα αυτά, υπήρχε για χρόνια ένα σημαντικό κενό, το οποίο γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στα τεχνολογικά ιδρύματα, όπως το Μετσόβιο: η έλλειψη διασύνδεσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της έρευνας με την επιχειρηματικότητα και την αγορά.

Δεν νοείται τεχνολογικό πανεπιστήμιο που να μη δίνει στους φοιτητές τα εφόδια για να αξιοποιήσουν τις ιδέες τους. Η τεχνολογική έρευνα δεν γίνεται απλώς για την έρευνα. Στόχος της είναι η παραγωγή τεχνολογικών λύσεων και τεχνολογικών προϊόντων που θα έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην κοινωνία και στην οικονομία, γιατί η ανάπτυξη ανέκαθεν στηρίχθηκε στην τεχνολογία. Ακόμη και η λεγόμενη πρώτη βιομηχανική επανάσταση ήταν ουσιαστικά τεχνολογική επανάσταση: ένας ερευνητής είχε την ιδέα, αλλά κάποιος άλλος χρηματοδότησε, γνώριζε την αγορά και δημιούργησε τον δρόμο προς την παραγωγή και τη διάθεση του προϊόντος. Χωρίς αυτή τη διασύνδεση, η τεχνολογική προσπάθεια αποτυγχάνει.


Παρευρισκόμενοι φοιτητές του ΕΜΠ κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης «Lab to Market». 10.11.2025

Για πολλά χρόνια, το ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα αντιμετώπιζε - και για ιδεολογικούς λόγους - έναν άτυπο περιορισμό: ότι δεν πρέπει να υπάρχει εμπλοκή της έρευνας με την αγορά, με την καινοτομία, με τη βιομηχανία, ακόμη και με την αμυντική τεχνολογία. Αυτή η λογική σταδιακά ανετράπη. Στο Μετσόβιο, την περίοδο 2021, προχωρήσαμε στη δημιουργία κανονισμού ίδρυσης τεχνοβλαστών, καθώς μέχρι τότε δεν υπήρχε επίσημο θεσμικό πλαίσιο στη χώρα. Συνδέσαμε διάσπαρτες νομοθετικές διατάξεις και από τότε άρχισε η συστηματική ίδρυση τεχνοβλαστών.

Οι τεχνοβλαστοί (spin-offs) είναι εταιρείες, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, με επίσημη μετοχική σύνθεση, με αποκλειστικό σκοπό τη μεταφορά ερευνητικών αποτελεσμάτων στην παραγωγή και την αγορά. Η κουλτούρα διασύνδεσης με την αγορά δεν υπήρχε – κι όμως, είναι απαραίτητη για την κοινωνική ωφέλεια της τεχνολογίας. Η κοινωνία δεν ωφελείται βλέποντας απλώς ένα τεχνολογικό προϊόν σε μια έκθεση. Ωφελείται όταν το προϊόν φτάνει στο ράφι, στη βιομηχανία, στον χρήστη.

Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται και το Lab to Market. Αν και η συνεργασία με το Columbia αποτέλεσε το εφαλτήριο, ο στόχος μας είναι πολύ ευρύτερος: να μάθουν οι φοιτητές ότι οι γνώσεις και οι ιδέες τους μπορούν να αξιοποιηθούν, είτε από τους ίδιους είτε ως μέλη ομάδων, είτε ως επιχειρηματίες είτε ως στελέχη επιχειρήσεων. Δεν θα ακολουθήσουν όλοι τον δρόμο της επιχειρηματικότητας. Κάποιοι όμως θα το κάνουν και πρέπει να έχουν την υποστήριξη, την εκπαίδευση και τα εργαλεία.


Το Columbia και οργανισμοί όπως η Endeavor Greece και το HIAS θα παρέχουν πρόσβαση σε διεθνείς μέντορες, επενδυτές και δίκτυα. Πόσο σημαντική είναι αυτή η διεθνής διάσταση για τους φοιτητές του ΕΜΠ;


Ζούμε πλέον σε ένα διεθνοποιημένο περιβάλλον. Το λέω σύντομα και απλά: η διεθνής διάσταση είναι αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής εξέλιξης. Θυμάμαι ότι, ακόμη και όταν ήμουν φοιτητής, μας έλεγαν ότι αν δεν μιλάς αγγλικά - ιδίως αν είσαι μηχανικός και ειδικότερα ναυπηγός - είσαι ουσιαστικά εκτός παιχνιδιού. Και δεν αφορά μόνο τα αγγλικά. Αφορά και άλλες γλώσσες, και γενικά την ικανότητα να λειτουργεί κανείς σε διεθνές περιβάλλον.

Οποιαδήποτε μορφή διεθνούς συνεργασίας είναι προς όφελος της Ελλάδας, του Ιδρύματος και των φοιτητών μας. Η διεθνοποίηση διευρύνει ορίζοντες, αυξάνει ευκαιρίες και αναβαθμίζει την ποιότητα της εκπαίδευσης και της έρευνας.

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και πρωτοβουλίες όπως το HIAS και η συμμετοχή της ENDEAVOR. Κάθε συμβολή που διευρύνει τις διεθνείς συνεργασίες και προσφέρει στους φοιτητές πρόσβαση σε δίκτυα, γνώση και εμπειρία, είναι απολύτως ευπρόσδεκτη.

Αντίστοιχα, ποια η σημασία της πρωτοβουλίας αυτής για τους  Έλληνες της διασποράς και το λεγόμενο «brain gain» της χώρας μας;

Δεν θεωρώ ότι η πρωτοβουλία αυτή απευθύνεται πρωτίστως στους Έλληνες της διασποράς. Ο στόχος της δεν είναι να τους προσελκύσει ή να τους επαναφέρει. Η συμβολή της σε αυτή την κατεύθυνση είναι περισσότερο συμβολική και συνειδησιακή. Φαντάζομαι πως κάποιοι άνθρωποι της διασποράς, που εξακολουθούν να έχουν δεσμούς με την Ελλάδα, μπορεί να νιώσουν ηθική ικανοποίηση από το γεγονός και μόνο, ότι κάτι σημαντικό γίνεται από ελληνικά πανεπιστήμια στο διεθνές περιβάλλον. Υπάρχει όμως και ένα μεγάλο τμήμα Ελλήνων του εξωτερικού που έχουν απομακρυνθεί πλήρως από την καταγωγή τους και ενδεχομένως δεν γνωρίζουν καν στοιχειωδώς τη χώρα.

Σε ό,τι αφορά το brain gain, δεν πιστεύω ότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία στοχεύει σε αυτό. Η συνεργασία του Μετσόβιου με το Columbia μπορεί να δώσει ένα ηθικό μήνυμα στους Έλληνες του εξωτερικού ότι στην Ελλάδα και στο ΕΜΠ συντελούνται βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση - αλλά δεν πρόκειται για μια δράση που αποσκοπεί άμεσα στην επιστροφή επιστημόνων.

Αντίθετα, υπάρχει και ο κίνδυνος του brain drain. Φοιτητές που θα φύγουν για σπουδές ή ερευνητική εμπειρία στο εξωτερικό μπορεί τελικά να επιλέξουν να μείνουν εκεί. Αυτός ο κίνδυνος υπάρχει και πρέπει να αναγνωρίζεται.


Ερωτήσεις φοιτητών. Εκδήλωση «Lab to Market», 10.11.2025.

Το brain gain, όταν συμβαίνει, επιτυγχάνεται πρωτίστως με τη βελτίωση των συνθηκών στο εσωτερικό - των ακαδημαϊκών συνθηκών, των ερευνητικών ευκαιριών, αλλά και των γενικότερων συνθηκών ζωής και εργασίας. Και σας μιλώ ειλικρινά: στο ΕΜΠ, σε έναν βαθμό αυτό ήδη επιτυγχάνεται. Υπάρχουν συνάδελφοι με ώριμες και εξαιρετικές διεθνείς σταδιοδρομίες που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή τις ΗΠΑ και να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Δεν μιλάμε μόνο για ερευνητές, αλλά και για ανθρώπους που είχαν ήδη μόνιμες πανεπιστημιακές θέσεις ως καθηγητές στο εξωτερικό και επέλεξαν να συνεχίσουν την καριέρα τους εδώ ως επίκουροι.

Το ελληνικό σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης - παρά τα προβλήματά του - έχει προσφέρει τεράστια οφέλη στη χώρα. Η δωρεάν πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επέτρεψε σε παιδιά χωρίς οικονομικά μέσα όχι μόνο να αναπτυχθούν προσωπικά και επαγγελματικά, αλλά ταυτόχρονα να συμβάλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη της κοινωνίας και της οικονομίας. Ένα παιδί που σπουδάζει ιατρική χωρίς οικονομικά εμπόδια δεν βοηθά μόνο τον εαυτό του - βοηθά και τη χώρα σώζοντας ζωές.

Βέβαια, το κράτος ή τα πανεπιστήμια δεν μπορούν - και δεν πρέπει - να απαιτήσουν από κάποιον να μείνει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να υπάρξει «συμβόλαιο» που να δεσμεύει τον απόφοιτο να παραμείνει μετά τις σπουδές του. Η διεθνής κινητικότητα είναι δικαίωμα και προνόμιο.

Επομένως, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία μπορεί πράγματι να προσφέρει ερευνητικά οφέλη, αλλά ενδέχεται παράλληλα να διευκολύνει και τη στρατολόγηση φοιτητών από το εξωτερικό, άρα ενδεχομένως να έχει και αρνητικό αντίκτυπο σε επίπεδο brain drain. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε - και δεν πρέπει - να εμποδίσουμε τα παιδιά. Οφείλουμε να τα στηρίξουμε.

Όσοι ασχολούμαστε με τη διοίκηση του Ιδρύματος, δεν εργαζόμαστε μόνο για την ανάπτυξη του ΕΜΠ, για καλύτερες συνθήκες, υψηλότερες θέσεις στα διεθνείς κατατάξεις, χρηματοδότηση και ερευνητική πρόοδο. Εργαζόμαστε και για τους φοιτητές μας. Για να τους βοηθήσουμε να αναπτυχθούν ως άνθρωποι και ως επιστήμονες. Και μέσα από τη δική τους προσωπική εξέλιξη, να στηρίξουν και την ανάπτυξη του τόπου - εφόσον το θελήσουν.


Ποιο αποτελεί για εσάς κριτήριο επιτυχίας του προγράμματος; Τι θα θεωρούσατε ως «ιδανικό αποτέλεσμα» στα επόμενα πέντε χρόνια;

Το ιδανικό αποτέλεσμα αυτής της πρωτοβουλίας είναι να εκπαιδευτούν οι φοιτητές. Ακούω - και μάλιστα από ειδικούς που ασχολούνται επί χρόνια με το αντικείμενο - ότι η επιχειρηματικότητα διδάσκεται. Δεν είναι κάτι που «βγαίνει από μέσα σου» ως έμπνευση ή έμφυτο χάρισμα. Μαθαίνεται. Και μπορεί να μαθαίνεται είτε πρακτικά, δίπλα σε ανθρώπους με εμπειρία στην επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε θεωρητικά, μέσα από βιβλία και προγράμματα εκπαίδευσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, το συνολικό όφελος της πρωτοβουλίας θα ήταν οι φοιτητές που συμμετέχουν να επιστρέψουν, να μεταφέρουν την εμπειρία τους, να εμπνεύσουν τους συμφοιτητές τους και να επιχειρήσουν και εκείνοι με τη σειρά τους κάτι αντίστοιχο. Αυτό δημιουργεί έναν κύκλο διάχυσης γνώσεων και κουλτούρας.

Παράλληλα, η πρωτοβουλία μπορεί να βοηθήσει και στη δική μας αναζήτηση πόρων, ώστε να μη βασιζόμαστε αποκλειστικά σε όσα εξασφαλίζει το Columbia, στηριγμένο στη δική του ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κουλτούρα. Και εδώ βρίσκεται ένα σημαντικό στοιχείο: τα αμερικανικά πανεπιστήμια, με κορυφαία εμπειρία και τεχνογνωσία, επιβιώνουν και αναπτύσσονται μέσα από προικοδοτήσεις και χορηγίες (endowments). Οι κρατικές ενισχύσεις αποτελούν μόνο ένα μέρος της χρηματοδότησης. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από δωρεές, φιλανθρωπικές συνεισφορές και υποστήριξη αποφοίτων.

Εφόσον η πρωτοβουλία γίνει γνωστή, μπορεί να συμβάλει και στη δημιουργία παράδοσης στην Ελλάδα, ενθαρρύνοντας ανθρώπους που έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν το κοινωνικό σύνολο να χρηματοδοτήσουν δράσεις που ωφελούν φοιτητές. Κι από τη στιγμή που ωφελούνται οι φοιτητές, ωφελείται ταυτόχρονα και το ίδιο το Ίδρυμα και η χώρα.


* Ο Ιωάννης Κ. Χατζηγεωργίου είναι ο Πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) από τον Νοέμβριο του 2023. Υπηρέτησε ως Αντιπρύτανης Έρευνας και Διά Βίου Εκπαίδευσης του ΕΜΠ το διάστημα 2019 – 2023. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών (ΣΝΜΜ) του ΕΜΠ το 1990 και έλαβε το Διδακτορικό του Δίπλωμα από την ίδια Σχολή το 1997. Από το 2001 είναι μέλος ΔΕΠ της ΣΝΜΜ και διήλθε όλων των ακαδημαϊκών βαθμίδων μέχρι την εκλογή του στη Βαθμίδα του Καθηγητή τον Αύγουστο του 2016. 


Όλες οι φωτογραφίες είναι ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.