Οι εθνικές επιδιώξεις υπηρετούνται από τη δυνατότητα να πείθεις με επιχειρήματα, να χτίζεις ισχυρές συμμαχίες στη βάση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης και να μπορείς να αναδείξεις το αμοιβαίο όφελος, αυτό υποστηρίζει ο Παναγιώτης Κακολύρης μετά την επανεκλογή του ως Αντιπροέδρου στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτών Ιδρυμάτων (ΕΝΟΡ), στις Βρυξέλλες, τονίζοντας ότι η Ελλάδα έχει επενδύσει μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο στις διεθνείς της συμμαχίες, διαπιστώνοντας ότι η εικόνα της χώρας μας έχει αλλάξει εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια.
Συνέντευξη στην Αντιόπη Σχοινά
Κύριε Κακολύρη την προηγούμενη εβδομάδα εκλεγήκατε για δεύτερη θητεία στη θέση του Αντιπροέδρου στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτών Ιδρυμάτων (ΕΝΟΡ), στις Βρυξέλλες. Τι σηματοδοτεί αυτή η επανεκλογή και τι σημασία έχει η πολιτική συνεργασία για την Ευρώπη και για τη χώρα μας, σε αυτή τη συγκυρία;
Το ΕΝΟΡ φέρνει κοντά σχεδόν όλα τα πολιτικά ιδρύματα της Ευρώπης. Γι’ αυτό και είναι ιδιαίτερα τιμητική η ομόφωνη επανεκλογή μου στη θέση του Αντιπροέδρου, μετά από 15 χρόνια πορείας στον χώρο των ευρωπαϊκών think tanks. Είναι μια αναγνώριση της δουλειάς που έχει γίνει και της προσπάθειας να αναδειχθούν τα σημεία που μας ενώνουν και μπορούν να δώσουν ώθηση στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Σήμερα, η αποστολή μας είναι πιο κρίσιμη από ποτέ, καθώς η κόσμος μας αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις – από τη διάβρωση της δημοκρατίας μέχρι τις γεωπολιτικές αναταράξεις. Χρειαζόμαστε συνεπώς πλατφόρμες που ενθαρρύνουν τον διάλογο πέρα από ιδεολογικές γραμμές.
Που ενισχύουν τη συνεργασία αντί για τη σύγκρουση. Αυτό είναι το συγκριτικό μας πλεονέκτημα για την Ευρώπη. Και πιστεύω βαθιά ότι –ειδικά σε μια εποχή πόλωσης, της τοξικότητας και του πολιτικού κατακερματισμού– το ENOP μπορεί και πρέπει να παίξει αυτόν τον ρόλο: Να προωθήσει την πολιτική συνεργασία, να στηρίξει τη Δημοκρατία και να διαφυλάξει τις αξίες και το μέλλον της Ευρώπης.
Για την Ελλάδα είναι σημαντικό να είμαστε – όσο το δυνατόν περισσότερο- παρόντες και να έχουμε έναν ενεργό ρόλο σε κάθε προσπάθεια που αφορά στο κοινό μας μέλλον, ακόμα κι αν είναι έξω από στενό πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών.
Η εκλογή σας έρχεται σε μια περίοδο έχει αλλάξει το κλίμα για τη χώρα μας σε διεθνές επίπεδο. Εσείς πώς διαπιστώνετε την εικόνα της Ελλάδας στις Βρυξέλλες;
Η εικόνα της χώρας μας έχει αλλάξει εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια. Από τη θέση του «παρία», βρισκόμαστε στη θέση του πρωταγωνιστή δίνοντας το στίγμα της επόμενης μέρας για την Ευρώπη. Οι εταίροι μας, αντιμετωπίζουν τις οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας ως παράδειγμα για το σύνολο της Ένωσης και αυτό είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό για μια χώρα που βρέθηκε στα όρια της εξόδου από το ευρώ.
Δεν είναι τυχαία και η πρόσφατη εκλογή του Κωστή Χατζηδάκη στη θέση του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, με πολύ βαρύ χαρτοφυλάκιο, κάτι που προκάλεσε ιδιαίτερα θετικά σχόλια στις Βρυξέλλες, και βέβαια η θέση του πρωθυπουργού στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών διαβουλεύσεων για μείζονα ζητήματα της Ένωσης.
Βεβαίως, δεν αρκεί η συγκυρία. Η Ελλάδα έχει επενδύσει μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο στις διεθνείς της συμμαχίες. Και οι προσωπικές σχέσεις του κ. Μητσοτάκη, για παράδειγμα, τόσο με τον κ. Μακρόν, όσο και με τον κ. Μερτζ –πλέον– συμβάλλουν καθοριστικά στην επιρροή της χώρα μας. Διότι και στις διεθνείς σχέσεις, οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν καθοριστικό ρόλο πέρα από τα εθνικά συμφέροντα.
Αυτό είναι – αν θέλετε- και το δικό μου συμπέρασμα από την πιο «ήπια» διπλωματία των think tanks. Οι εθνικές επιδιώξεις υπηρετούνται από τη δυνατότητα να πείθεις με επιχειρήματα, να χτίζεις ισχυρές συμμαχίες στη βάση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης και να μπορείς να αναδείξεις το αμοιβαίο όφελος.
Μιλήσατε για την «ήπια» διπλωματία των think tanks. Πώς μπορεί να υπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα;
Οι ευρωπαϊκές πολιτικές δεν διαμορφώνονται ούτε σε μια μέρα, ούτε και σε ένα επίπεδο. Περνούν διάφορα στάδια, στα οποία μπορούν να υπάρξουν στοχευμένες παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, την ώρα που βρίσκεται σε διαβούλευση μια οδηγία, ένα paper από ένα επιδραστικό think tank μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις.
Μια δημόσια συζήτηση μπορεί να αναδείξει επιχειρήματα. Ένα διεθνές φόρουμ μπορεί να αποτελέσει βάση μιας συμμαχίας ανάμεσα σε διαφορετικούς stakeholders. Μια έρευνα μπορεί να στοιχειοθετήσει με επιστημονικό τρόπο μια εθνική θέση. Γι’ αυτό και τα think tanks αναγνωρίζονται από πολλές χώρες ως φορείς της δημόσιας διπλωματίας τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι για παράδειγμα στις Σκανδιναβικές χώρες τα πολιτικά ιδρύματα χρηματοδοτούνται από το υπουργείο Εξωτερικών, αντίστοιχα και στη Γερμανία από το υπουργείο Οικονομικής Αναπτυξιακής Συνεργασίας και το Εξωτερικών.
Λειτουργούν δηλαδή θεσμικά ως διεθνείς γέφυρες των χωρών και ως εκφραστές ήπιας ισχύος. Θα σας δώσω ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα: Στην περίοδο της βαθιάς κρίσης, που οι ελληνογερμανικές σχέσεις βρίσκονταν στον πάγο, η συνεργασία μεταξύ των γερμανικών πολιτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα (κυρίως το Konrad Adenauer και το Hanns Seidel) με το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής δημιούργησαν συνθήκες κατανόησης μεταξύ των δύο πλευρών ακόμα και στα ζητήματα που υπήρχαν μεγάλες αποκλίσεις.
Δεν έλυσαν τις διαφορές, αλλά συνέβαλλαν στη συνεννόηση. Έδειξαν για παράδειγμα σε Γερμανούς πολιτικούς που παρακολουθούν το μεταναστευτικό, τι σημαίνει να είσαι το σύνορο της Ευρώπης. Έφεραν τους ανθρώπους πιο κοντά και δημιούργησαν ένα καλύτερο κλίμα προκειμένου να αποφευχθούν οι εντάσεις και να βρεθούν μετά κάποιες λύσεις σε πολιτικό επίπεδο.
Πάντως, γενικότερα, οφείλω να πω ότι στη χώρα μας υπάρχει ακόμα μεγάλο περιθώριο αξιοποίησης αυτής της ήπιας ισχύος των think tanks και των δικτύων τους.
Και από τη θεσμική σας θέση, πώς βλέπετε την πορεία της ΕΕ;
Νομίζω ότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με υπαρξιακά διλήμματα, ιστορική σημασίας, που δεν είναι εύκολο να σπρώξει κάτω από το χαλί. Αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα πριν λίγο διάστημα, τώρα μοιάζουν απολύτως αβέβαια. Γι’ αυτό πιστεύω ότι χρειαζόμαστε αποφασιστικά βήματα.
Δεν μπορεί η συλλογική πορεία της ΕΕ να επιβραδύνει ή να αλλάζει κατεύθυνση με κάθε εκλογικό αποτέλεσμα. Ειδικά όταν βλέπουμε ότι υποστηρικτές αντιευρωπαϊκών θέσεων που δέχονται εμφανή επιρροή από ξένα κέντρα, αποκτούν λόγο στις δικές μας εξελίξεις, επηρεάζουν τις δικές μας αποφάσεις. Προσωπικά, νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να δούμε –χωρίς συμπλέγματα– την ιδέα του να μπορούν κάποιες χώρες να προχωρούν πιο γρήγορα μπροστά, δημιουργώντας ένα νέο παράδειγμα για την Ένωση, στην πράξη.
Το θεσμικό πλαίσιο υπάρχει. Δεν απαιτείται αλλαγή Συνθηκών. Αρκετές χώρες δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά κυρίως η πραγματικότητα μας οδηγεί στο να δούμε τι ρεαλιστικές επιλογές έχουμε, ώστε να συνεχίσει να προοδεύει το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Ο ακροδεξιός λαϊκισμός απειλεί να διαβρώσει την Ενωμένη Ευρώπη και τις αρχές που τη θεμελίωσαν. Οφείλουμε συνεπώς να δράσουμε για να την προστατεύσουμε.