Φρανκ Στέλα: Ένας ρομαντικός, τελικά

Φρανκ Στέλα: Ένας ρομαντικός, τελικά

Ο Φρανκ Στέλα δεν νιώθει πίεση. Όταν μιλήσαμε, ούτε έναν μήνα πριν τα εγκαίνια της αναδρομικής του έκθεσης στο Whitney Museum of American Art στη Νέα Υόρκη (30 Οκτωβρίου έως 7 Φεβρουαρίου 2016), ήταν ομιλητικός και χαλαρός. Είναι συνηθισμένος να μιλάει για τη δουλειά του. Ο Στέλα, πλέoν 79 χρονών, ανήκει σε μια γενιά καλλιτεχνών οι οποίοι δεν φοβούνται να κατευθύνουν την αποδοχή του έργου τους. Την πιο γνωστή ατάκα του πάνω στη δουλειά του, «αυτό που βλέπεις είναι αυτό που βλέπεις», την προσέφερε σε μια συνέντευξη το 1964 στο πνεύμα της σαφήνειας. «Αυτό δεν αφήνει και πολλή σκέψη για μετά, έτσι δεν είναι;» ρώτησε στη συνέχεια ο Μπρους Γκλάσερ, ο δημοσιογράφος που του έπαιρνε συνέντευξη. «Δεν ξέρω τι άλλο υπάρχει», απάντησε ο Στέλα.
Ο Στέλα μιλά ακόμα πολύ ξεκάθαρα. Υπάρχει ελάχιστος παραλογισμός στο λεξιλόγιό του. Οι απαντήσεις στις ερωτήσεις είναι μετρημένες και σκόπιμες. Αλλά δεν κουβαλάει ακόμα το ιστορικό βάρος του Μινιμαλισμού, ενός κινήματος στο οποίο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60, ήταν ηγετική προσωπικότητα, σε μεγάλο βαθμό χωρίς να το επιδιώκει. Αυτή την εποχή ο καλλιτέχνης δεν έχει άγχος. «Νιώθω ότι ένα από τα καλά πράγματα του να ξεπερνάς σε ηλικία τα πάντα είναι ότι τώρα αναλαμβάνουν όλοι οι υπόλοιποι», λέει.

Συνέντευξη στον Pac Pobric

-Από την οπτική γωνία του καλλιτέχνη, πόσο δύσκολο είναι να κάνεις μια τόσο μεγάλη έκθεση;
-Είναι πολλή δουλειά, αλλά με έναν αστείο τρόπο, ο καλλιτέχνης έχει δεύτερο λόγο. Αφού (οι διοργανωτές) σου πουν τι θέλουν να κάνουν, πρέπει να τους διορθώσεις λίγο και να προσθέσεις τα προφανή που λείπουν. Και δεν το λέω απλώς για να επιβεβαιωθώ, αλλά δεν ήταν δική μου ιδέα να είναι αναδρομική. Οπότε, όταν παρθεί η απόφαση να γίνει αναδρομική, έχεις να αντιμετωπίσεις 50 χρόνια δουλειάς, κάτι που δημιουργεί τα δικά του προβλήματα.


-Τι θα προτιμούσατε αντί για αναδρομική;
-Όλοι λένε ότι έχω στο ιστορικό μου δύο αναδρομικές (στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης), αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει. Η μία έγινε το 1970. Η άλλη ήταν πάνω στη δουλειά μου από το 1970 μέχρι το 1987. Οπότε αυτή η έκθεση θα μπορούσε να είναι από το 1987 έως σήμερα. Δεν πιστεύω ότι θα ενοχλούσε κανέναν. Αλλά η διαφωνία των διοργανωτών ήταν ότι πολλοί άνθρωποι δεν είχαν γεννηθεί ακόμα τότε. Οπότε έτσι ξετυλίχτηκε η κατάσταση. Αλλά το μουσείο έχει κάτι πολύ ιδιαίτερο. Είναι καταδικασμένο να πετύχει και λόγω του ότι γειτονεύει με το (πάρκο) High Line, αλλά επειδή είναι ένα πολύ όμορφο, γενναιόδωρο κτήριο. Αλλά από τη στιγμή που ήρθε στην πόλη το Whitney έχει επεκταθεί, και είμαι γενικότερα εναντίον όλων των επεκτάσεων. Όσο γερνάς προτιμάς να βλέπεις τα πράγματα να συρρικνώνονται επειδή αυτό συμβαίνει και σε εσένα.

-Αλλά τα καταφέρατε να πείσετε τους επιμελητές να μην στήσουν την έκθεση με χρονολογική σειρά, σωστά;
-Ναι, αλλά αυτό δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολο. Τελικά θα έχουν κάποια χρονολογική σειρά, αλλά θα υπάρχουν πολλά σημεία στα οποία θα μπορείς να δεις τι έχει συμβεί μετά και θα υπάρχουν διάφορα αντικείμενα σκορπισμένα από πρωτύτερες περιόδους. Αλλά πιστεύω ότι η βασική ιδέα βασίζεται στο γεγονός ότι μπορείς να δεις κάποιες συνδέσεις. Θα δεις το πώς, για παράδειγμα, οι πίνακες Παράτυπων Πολυγώνων (Irregular Polygon paintings, 1965-66) έχουν συνδέσεις με αυτό που συνέβη με τους πίνακες Πολωνικών Χωριών (Polish Village paintings, 1970-74). Δεν είναι τόσο διαφορετικοί. Αυτό που συμβαίνει όταν κάνεις κάτι με καθαρή χρονολογική σειρά είναι ότι το αποτέλεσμα φαίνεται τεχνητό. Θα μπορούσε πιθανόν να γίνει, φαντάζομαι, αν είχε να κάνει με μια συμβατική γκαλερί, αλλά (το Whitney) είναι ένας ανοιχτός χώρος. Οπότε όταν στήνεις ένα δωμάτιο και του προσθέτεις απλά πράγματα, χάνεις τη ροή. Θέλεις ένα είδος μονοπατιού, ένα είδος κίνησης. Όχι ότι είναι τόσο απλό, αλλά πρέπει το αποτέλεσμα να φαίνεται καλό. Δεν πρέπει αυτό να το κλειδώσεις σε ένα συγκεκριμένο δωμάτιο. Εννοώ ότι δεν θα ήθελες να βγεις από ένα ασανσέρ και να βρεθείς σε έναν διάδρομο με μαύρους πίνακες!

-Η δουλειά σας άλλαξε πολύ από την εποχή με τους Μαύρους Πίνακες (Black Paintings, 1958-60). Αλλά το βασικό επιχείρημα που εξέφρασε ο επιμελητής Μισέλ Οπίν μέσα στο κείμενο του καταλόγου είναι ότι υπάρχει τρόπος να δεις αυτές τις τομές σε όλη τη δουλειά σας. Συμφωνείτε;
-Δεν μπορώ να το εγγυηθώ. Τις περισσότερες φορές λέμε για έναν καλλιτέχνη ότι έχει ένα προσωπικό στιλ. Μπορείς να ακολουθήσεις το χέρι του ή να δεις με τον τρόπο που βλέπει. Νομίζω ότι αυτό ισχύει και για μένα. Αλλά το βασικό είναι ότι ακόμα και στους πρώτους πίνακες, η δομή είναι πολύ σημαντική. Αυτοί οι πίνακες προσπαθούν να βρουν έναν τρόπο να οργανωθούν από μόνοι τους και νιώθω ότι αυτό θα γίνεται πάντα σε δεύτερο επίπεδο, ό,τι και να κάνω. Δεν είμαι πραγματικά ικανός να εγκαταλείψω αυτού του τύπου τη δομή. Δεν με νοιάζει αν θέλει κάποιος να ονομάσει αυτό το πράγμα εικονογραφική συνοχή, αλλά ότι και να είναι, υπάρχει.

-Σας ενδιαφέρει η ομορφιά;
-Αυτή η ερώτηση δεν στέκει τόσο γιατί αυτό είναι κάτι δεδομένο. Εννοώ, κανένας δεν βάζει ως στόχο (ακόμα και αυτοί που λένε ότι το κάνουν) να φτιάξει κακούς και άσχημους πίνακες. Νομίζω ότι ο άνθρωπος έχει μια έμφυτη αίσθηση επαφής και πιθανότατα αυτό είναι ένα είδος γούστου. Μου φαίνεται ότι το χρώμα στους πίνακές μου είναι πάντα το ίδιο. Είναι κομμάτι του στιλ. Όλοι έχουμε ένα στιλ, με κάποιον τρόπο, όσο και να αλλάξεις την οργάνωση των πραγμάτων.

-Οπότε κυνηγάτε ακόμα τους προβληματισμούς της ζωγραφικής;
-Αυτό ξέρω να κάνω. Έτσι ξεκίνησα. Αυτό μου αρέσει ακόμα να κάνω. Νομίζω ότι τα προβλήματα με τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική είναι ελαφρώς διαφορετικά. Αλλά πάντα υπήρχε ζωγραφισμένη γλυπτική. Και πιθανότατα τώρα υπάρχει περισσότερη ζωγραφισμένη αρχιτεκτονική απ' ότι είχαμε ποτέ. Δεν ξέρω τι να πω πάνω στο ζήτημα.

-Οι τίτλοι σας έχουν συχνά λογοτεχνικές και ιστορικές νύξεις. Πώς τους συλλαμβάνετε;
-Πραγματικά, αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να εξηγήσω εύκολα. Υπάρχει εκεί ώστε να μπορείς να το αναγνωρίσεις. Κάποιες φορές φαίνεται να λειτουργεί και κάποιες φορές είναι ουσιαστικά περιφερειακό. Δεν υπάρχει λόγος να σε καταβάλει. Δεν είμαι αναγκασμένος να είμαι περιγραφικός. Νομίζω ότι η σειρά Μόμπι Ντικ (Moby Dick series, 1986-1997) ήταν μια κρίσιμη καμπή. Ήμουν λίγο τρομαγμένος, και νομίζω είμαι ακόμα, με τον Μόμπι Ντικ, αλλά οι εικόνες είναι στην πραγματικότητα καμπύλες επιφάνειες. Άρχισαν να κινούνται πραγματικά, και το μυθιστόρημα κινείται. Ταξιδεύεις όλον τον κόσμο, είναι ιδιαιτέρως υγρό, υπάρχουν πολλά κύματα και κινήσεις. Νομίζω ότι η ιδέα είναι αρκετά απλή. Το έχω πει πολλές φορές: η αφαίρεση μπορεί να είναι πολλά πράγματα. Μπορεί, από μια άποψη, να πει μια ιστορία, ακόμα και αν στο τέλος αυτή είναι μια ιστορία με εικόνες.

-Δουλεύετε πολύ γρήγορα. Η σειρά σας με τους πίνακες Πολωνικών Χωριών, για παράδειγμα, αποτελείται από περισσότερα από 100 έργα. Πώς διατηρείτε αυτόν τον ρυθμό;
-Δεν αντιλαμβάνομαι ότι δουλεύω γρήγορα. Το μόνο που θυμάμαι είναι τα κομμάτια που καθυστερούσαν τη διαδικασία. Για να είμαι ειλικρινής δεν το σκέπτομαι ιδιαίτερα. Είναι γεγονός ότι έχω πάντα ένα σχέδιο. Μέχρι πρόσφατα (τα τελευταία 20 χρόνια) πάντα είχα σκίτσα για οτιδήποτε έκανα.

-Περάσατε ποτέ κρίση;
-Ναι ξέρω, όλοι θέλουν να υπάρχουν κρίσεις. Λοιπόν, προφανώς και υπάρχουν, αλλά δεν ξέρω αν τους αξίζει να τις αποκαλούμε «κρίσεις». Θα τις αποκαλούσα περισσότερο μελαγχολίες ή ψυχολογικές καταστάσεις που θέλεις να φύγουν, όταν δηλαδή ξέρεις ότι δεν θα έχεις αποτέλεσμα. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι για αυτό.

-Αλλά δεν θα αποκαλούσατε τον εαυτό σας ρομαντικό.
-Αυτό δεν ισχύει τόσο. Είναι κάτι δεδομένο. Είναι κομμάτι του να κρατάς ισορροπίες και του να είσαι ικανός να σταθείς όρθιος, αλλά στο τέλος δεν θα καθόσουν να φτιάξεις πίνακες αν δεν ήσουν ρομαντικός. Στην πραγματικότητα, δεν έχω δει να υπάρχει ανάλυση ή αισθητική στην επιχειρηματικότητα.

-Πιο είναι το σημαντικότερο πράγμα για εσάς σήμερα;
-Το να αναπνέω. Είναι το νούμερο ένα.

-Από κάθε άποψη;
-Μιλάω κυριολεκτικά. Είναι αστείο αλλά είναι αλήθεια. Μου αρέσει να βλέπω πράγματα. Ακούγεται τόσο απίστευτα τετριμμένο, αλλά το μόνο πράγμα που δεν είναι τέλειο, όσον αφορά στη δυνατότητα να μπορείς να κινηθείς τόσο πολύ, είναι το ότι είναι δύσκολο για μένα να περιφέρομαι στο Τσέλσι. Θα ήθελα να πάω σε όλες τις γκαλερί, ανεξάρτητα από το τι έχουν μέσα, κάτι που έκανα παλιότερα. Αλλά δεν μπορώ πλέον να το κάνω.

-Οπότε τι κάνετε;
-Πάντα είχα μια αίσθηση ότι ο 18ος αιώνας μας διέφευγε. Έχω μια ιδέα για την ιστορία της τέχνης από τον 17ο και τον 19ο αιώνα, αλλά κάτι είχε συμβεί και ανάμεσα. Οπότε διαβάζω για την τέχνη του 18ου αιώνα, ένα βιβλίο που λέγεται «Από το Ροκοκό στην Επανάσταση» (Rococo to Revolution) του Μάικλ Λέβι. Είναι συχνά πολύ σοβαρός με τους καλλιτέχνες που επαινεί. Αν σκεφτεί κανείς πώς μιλάνε σήμερα οι άνθρωποι για τους καλλιτέχνες, είναι ιδιαίτερα αυστηρός. Ένα από τα πράγματα που λέει, το οποίο είναι αρκετά όμορφο, είναι ότι τον 18ο αιώνα, η απόλαυση ήταν δουλειά. Είναι μια πραγματικά όμορφη ιδέα. Είναι κάτι που θα έκανα τώρα.
Η έκθεση «Frank Stella: a Retrospective» θα βρίσκεται στο Whitney Museum of American Art, στη Νέα Υόρκη, μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου 2016. Ύστερα, θα ταξιδεύσει στο Modern Art Museum of Fort Worth, στο Τέξας (17 Απριλίου έως 4 Σεπτεμβρίου 2016) και στο De Young Museum στο Σαν Φρανσίσκο (5 Νοεμβρίου 2016 έως 26 Φεβρουαρίου 2017).