Ένας περίεργος άνθρωπος: σε ηλικία 86 ετών, ο Robert Morris αφήνει ακόμα φλεγόμενα ίχνη

Ένας περίεργος άνθρωπος: σε ηλικία 86 ετών, ο Robert Morris αφήνει ακόμα φλεγόμενα ίχνη

© Robert Morris/Artists Rights Society (ARS), Νέα Υόρκη, Φωτογραφία: Todd Heisler/The New York Times

Κατά τη διάρκεια της μακράς, λαμπρής του καριέρας, ο Robert Morris έχει κατασκευάσει γλυπτά που ξαφνιάζουν, αμφισβητούν, προκαλούν και παίζουν με τις προσδοκίες. Από τις αρχές της δεκαετίας του ''60, έχει φτιάξει, με ένα εύρος υλικών, απλές γεωμετρικές μορφές, αντικείμενα σε στυλ Νταντά, εφήμερα, land art, περιβάλλοντα με ηχητικά συστήματα που αναπαράγουν προσχεδιασμένες αφηγήσεις, πρωτο-selfies, δραματικές παστέλ εικόνες με περίτεχνες γλυπτές κορνίζες, περφόρμανς και, πριν λίγο καιρό, ένα γυάλινο “Λαβύρινθο” στους κήπους του Nelson-Atkins Museum στην πόλη του Κάνσας, ο οποίος έχει γίνει ένας δημοφιλής τόπος συναντήσεων. Αυτός ο όγκος δουλειάς μας δείχνει ότι ο Morris έχει τις ικανότητες ενός επιδέξιου τεχνίτη, ο οποίος κατέχει μια υψηλή νοημοσύνη με μια φιλοσοφική ματιά, το σφρίγος ενός επιδέξιου αθλητή και το ταλέντο να σχεδιάζει σα Μεγάλος Δάσκαλος.

Όταν ο Morris, ο οποίος τώρα είναι 86 ετών και γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πόλη του Κάνσας, και η πρώτη του γυναίκα, η Simone Forti, μια χορεύτρια, μετακόμισαν στη Δυτική Ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών το 1959, το ζευγάρι έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της σκηνής από πρωτοπόρους ζωγράφους, μουσικούς, χορευτές και περφόρμερς. Σε αυτό το κλίμα, ο Morris έκανε τις πέντε μεγάλες κατασκευές από κόντρα πλακέ που αυτήν τη στιγμή εκτίθενται στι Dia:Beacon: είχαν εκτεθεί για πρώτη φορά στην ατομική του έκθεση στη διάσημη Green Gallery στην Οδό West 57th το Δεκέμβρη του 1964. Αυτά τα γκρι γλυπτά με τις λείες επιφάνειες, τα οποία είτε βρίσκονται στο έδαφος, είτε στηρίζονται στους τοίχους, ή κρέμονται από το ταβάνι, είναι πρώιμα παραδείγματα του καλλιτεχνικού κινήματος -και της αισθητικής- που αργότερα ονομάστηκε Μινιμαλισμός.

Η εποχή είχε ωριμάσει για αλλαγές, και ο Morris με τους συναδέλφους του Carl Andre, Dan Flavin, Donald Judd και Sol LeWitt βοήθησαν. Ενδιαφέρον είναι το ότι κανένας από αυτούς τους Μινιμαλιστές δε σπούδασε γλυπτική στις σχολές καλών τεχνών. Δεν έμαθαν ποτέ πως να φτιάχνουν προπλάσματα από πηλό, να χαράζουν μάρμαρο ή να συγκολλούν μέταλλο.

Ο Morris ξεκίνησε ως ζωγράφος. Ενώ έφτιαχνε σκηνικά για τις παραστάσεις της γυναίκας του, δημιούργησε ένα για τον εαυτό του με το Living Theater, το οποίο περιείχε το Column, το πρώτο του σημαντικό αντικείμενο. Ήταν ένα ψηλό ορθογώνιο κουτί, κούφιο από μέσα -και έμεινε μέσα του για αρκετά λεπτά μέχρι να πέσει. Παραλίγο να πάθει διάσειση. Αλλά βρήκε με το αντικείμενό του. Έγινε γλύπτης. Παρόλο που ήταν πρωτοπόρος, πάντα ήταν ένα περίεργο άτομο. Ο Μινιμαλισμός ήταν μια από τις πολλές στάσεις που έκανε στο ταξίδι του στον κόσμο της τέχνης, το οποίο διαρκεί 60 χρόνια.

Δημοσίευσε, επίσης, εριστικά δοκίμια για τη φύση της γλυπτικής στο Artforum. Για να πάρει το μεταπτυχιακό του στην ιστορία της τέχνης, έγραψε μια διπλωματική πάνω στη δουλειά του Constantin Brancusi, του μοντερνιστή ρουμάνου βιρτουόζου. Και, για πολλά χρόνια, ήταν δημοφιλής καθηγητής τέχνης στο Hunter College.

Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, παρόλα αυτά, του Robert Morris του άρεσε να φτιάχνει πράγματα. Έχει δουλέψει με μόλυβδο, πλέγματα αλουμινίου, καθρέφτες, λάσπη, τσόχα, ατμό και χάλυβα. Το Νοέμβριο, ο Morris θυμήθηκε ότι, όταν ο Donald Judd έγραψε σε μια κριτική ότι “το πρόβλημα με τη δουλειά του Morris είναι ότι δεν υπάρχει αρκετή για να δεις, τότε ήξερα πως ήμουν στο σωστό δρόμο”.

Robert Morris, Gypsy Moth © Robert Morris/Artists Rights Society (ARS), Νέα Υόρκη, μέσω της Castelli Gallery, Νέα Υόρκη

Τώρα πλέον, δεκαετίες αργότερα, ο Morris επανέρχεται στην πρώιμη δουλειά του. Τα τελευταία έργα του από τσόχα, τα οποία εκτέθηκαν στο χώρο της Castelli Gallery στην Οδό 18 East 77th, περιλαμβάνουν προκλητικές λέξεις όπως “παρανοϊκός”, “blackops” και “δολοφονία” κομμένα πάνω στο χοντρό, βαρύ αυτό υλικό. Και μια εγκατάσταση για να κάτσεις, περιέχει παλιομοδίτικα ράδιο, τα οποία αναμεταδίδουν ένα διάλογο που έγραψε ο ίδιος και απηχεί το Hearing (1972), την καυστική φιλοσοφική διερεύνησή του σχετικά με τον πόλεμο στο Βιετνάμ.

Με αυτές τις ποικιλόμορφες ομάδες έργων που εκτέθηκαν στους νέους χώρους της γκαλερί Castelli στην 24 West 40th Street προβλήθηκε περισσότερο το κύρος του Morris ως επαναστάτη. Παρόλο που τα περισσότερα δεν είχαν σώματα και κεφάλια, και πολύ λιγότερο πρόσωπα, ο σχολαστικός τρόπος με τον οποίο έπλασε και χύτευσε μανδύες, ρόμπες και σάβανα, αφήνοντας συχνά ορατό το κούφιο εσωτερικό τους, υποδείκνυε ότι ήταν περισσότερο αγάλματα και λιγότερο σημερινές κατασκευές. Και ο Morris εξέφρασε συναισθηματικές καταστάσεις με έναν τρόπο που προσομοιάζει αυτό που θαυμάζει στην τέχνη του Francisco Goya: “Επιδέξια οικονομία στην απεικόνιση χειρονομιών και εκφράσεων.”

Οι μέρες του ως μινιμαλιστή, παρόλα αυτά, δε βρίσκονται στο μακρινό παρελθόν. Όπως η δουλειά του στο Dia:Beacon, αυτά τα γλυπτά στέκονται όρθια στο πάτωμα, στηρίζονται στον τοίχο, κείτονται στο έδαφος ή κρέμονται από την οροφή.

Αλλά το συναίσθημα, όχι η μορφολογική γλώσσα, ξεχωρίζει την τελευταία του δουλειά από αυτά που έκανε νωρίτερα στην καριέρα του. Το Νοέμβριο, εν μέσω σχολίων που έκανε σε ένα δείπνο οικονομικής ενίσχυσης του Dia, ο Morris άφησε να εννοηθεί γιατί. “Χρειάζεται να βιώσουμε μόνο τα τελευταία έργα του Ντονατέλλο ή του Σεζάν ή του Τιτσιάνο ή του Γκόγια, για να δούμε ότι η πιο εξαιρετική τέχνη φτιάχνεται σε μεγάλη ηλικία από αυτούς τους λίγους επιζήσαντες που συνειδητοποίησαν πόσο τρομακτική είναι η ύπαρξη”, είπε, “και που στο τέλος της ζωής τους ζουν εξ ολοκλήρου μέσα στην τέχνη τους για να ξεφύγουν από αυτόν τον κόσμο που καταρρέει.”

 

Συνέντευξη στην Phyllis Tuchman

Γιατί γλυπτά από κόντρα πλακέ;

Το Νοέμβριο του 1964, ο Richard Bellamy μου προσέφερε το χώρο της Green Gallery για τον Δεκέμβριο. Είπα ναι, χωρίς να ξέρω τι θα κάνω. Αλλά προφανώς το σκεφτόμουν και είχα φτιάξει κάποια μεγάλα έργα από κόντρα πλακέ μετά το Column το 1962. Ήταν απλά στην κατασκευή. Η απόφαση του ποια έργα θα μπουν στον χώρο ήταν πιο σημαντική, και μάλλον κόλλησα για λίγο σε αυτό. Έφτιαξα όλα τα αντικείμενα μέσα σε ένα μήνα, τα αποσυναρμολόγησα, τα μετέφερα στην 57η Οδό, και τα επανασυναρμολόγησα.

Το κόντρα πλακέ ήταν φθηνό, άφθονο, σταθερό και πανταχού παρόν. Δεν είχε χρησιμοποιηθεί πολύ ως καλλιτεχνικό υλικό, ήταν ένα “καθημερινό” υλικό στο βιομηχανικό κόσμο. Τα εργαλεία που χρειάζονταν για να δουλέψει κάποιος το κόντρα πλακέ ήταν κοινά και εύκολο να τα αποκτήσεις, η δεξιότητα που χρειαζόταν για να τα χειριστεί κάποιος δεν είχε πολλές απαιτήσεις και η ξυλουργική ήταν άλλη μία “απλή” καθημερινή δεξιότητα στο αστικό περιβάλλον του τέλους της βιομηχανικής περιόδου.

Τα γλυπτά του Morris από κόντρα πλακέ στο Dia:Beacon © Robert Morris/Artists Rights Society (ARS), Νέα Υόρκη, Φωτογραφία: Bill Jacobson

Η χρήση του τοίχου έκανε τα έργα περισσότερο ένα αναπόσπαστο κομμάτι του δωματίου, τοποθετημένα τόσο στους τοίχους όσο και στο πάτωμα.

Αμφιβάλω για το αν τα περισσότερα από τα πρώιμα έργα από κόντρα πλακέ της δεκαετίας του ''60 ήταν αφηρημένα. Τα Columns, Slabs και Portals... αυτά τα "γεωμετρικά" αντικείμενα ήταν αναφορές σε κομμάτια κτιρίων.

Δεν ήταν τολμηρό να τοποθετήσεις ένα γλυπτό στην άκρη του δωματίου εκείνα τα χρόνια;

Θεώρησα ότι οι θεατές, ή τέλος πάντων κάποιοι από αυτούς, μπορεί να περπατήσουν προς το Untitled (Corner Piece) και να δουν ότι έχει πλευρές. Το αντικείμενο στεκόταν μακριά από τους δύο τοίχους αλλά και αιωρείτο μερικά εκατοστά πάνω από το έδαφος.

Υποθέτω ότι μπορεί κάποιος να ρωτήσει “Γιατί;”. Αλλά θα προτιμήσω να παρακάμψω την ερώτηση και να κρυφτώ πίσω από το σχόλιο του Τσέχωφ ότι η τέχνη πρέπει να κάνει ερωτήσεις και όχι να δίνει απαντήσεις.

Τα έργα από κόντρα πλακέ πήραν παρατσούκλια, όπως Cloud κλπ. και επίσημα ήταν Ανώνυμα. Παρόλα αυτά, πάντα ήξερα πως ήταν μολυσμένα με το “παραστατικό”. Και όχι απλά μολυσμένα, αλλά με σκοπό να είναι νοθευμένα. Ήμουν αφαιρετικός καλλιτέχνης ως ζωγράφος τη δεκαετία του ''50. Ποτέ δεν υπήρξα ποτέ αφαιρετικός γλύπτης.

Δεν ήταν τραβηγμένο το να φτιάξεις ένα γλυπτό από χώμα;

Πάντοτε δούλευα σε παραπάνω από μια κατεύθυνση κάθε φορά. Όπως είπε και ο σκορπιός αφότου τσίμπησε το βάτραχο που τον μετέφερε στην άλλη όχθη του ποταμού, “είναι στη φύση μου, τι να κάνω;”

Η χώμα είναι χώμα, το γράσο είναι γράσο, και τα κομμάτια σύρματος και μετάλλου είναι απλώς αυτό. Δε βλέπω το έργο ως “αφηρημένο”, αλλά ως κάτι χειροπιαστό. Δεν ξέρω αν με ρωτάς, “τι αντιπροσωπεύει;”.

Έργα του Morris στο Dia:Beacon © Robert Morris/Artists Rights Society (ARS), Νέα Υόρκη, Φωτογραφία: Bill Jacobson

Προφανώς το Dirt είναι κάτι παραπάνω από χώμα. Μιλάει για το διαρκή διάλογο που ονομάζουμε γλυπτική, αυτό που θεωρούμε ότι είναι η γλυπτική, τι νομίζουμε ότι μπορεί να είναι. Ο Duchamp καθιέρωσε την ονοματοδοσία της τέχνης και άλλαξε την ερώτηση από το “τι είναι τέχνη;” στο “είναι ενδιαφέρον;”

Τα τελευταία σου Felt Works σχετίζονται με την πρώιμη δουλειά σου;

Μπορώ να σε φανταστώ να λες, “αν το οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί αφηρημένο, αυτά τα Felt Works είναι”. Και το μόνο που μπορώ να απαντήσω είναι: “Βλέπω τα Felt Works ως τη Μητέρα. Μαλακά, μεγάλα, που σε αγκαλιάζουν, και ναι, απρόβλεπτα, επίσης.” Βασικά, αυτή είναι μια πολύ κακή απάντηση, αλλά είναι η καλύτερη που μπορώ να σου δώσω.

Δεν της άρεσε να βρίζω ή να πετάω πέτρες, αλλά οι μητέρες πρέπει να κάνουν κάποιες εξαιρέσεις για τα απείθαρχα παιδιά.

Τα τελευταία χρόνια, σε ενέπνευσαν περισσότερο οι Μεγάλοι Δάσκαλοι από ό,τι οι σύγχρονοι καλλιτέχνες;

Σπούδασα με τον Ad Reinhardt τη δεκαετία του '60, και αποτελούσε μια διαρκή έμπνευση, αλλά φαντάζομαι ότι τώρα πια είναι στην κατηγορία των Μεγάλων Δασκάλων, όπως και ο Duchamp, πάνω από τον οποίο έχουν εμπνευστεί όλοι. Κάποια από τα σχέδια της δεκαετίας του '60 είχαν αναφορές στο Λεονάρντο, αλλά ναι, οι φιγούρες Carbon Fiber έχουν αναφορές στον Γκόγια και στον Ροντέν και αναφέρονται στον (Claus) Sluter (γλύπτη του μεσαιωνικού Πηγαδιού του Μωυσή στην Ντιζόν της Γαλλίας). Γιατί, δεν ξέρω, αλλά αυτούς τους καλλιτέχνες τους νιώθω πλέον πιο κοντά από πότε.

Τώρα που βρίσκεσαι σε αυτό που θεωρείται η μεταγενέστερη φάση του στιλ της καριέρας σου, βλέπεις την τέχνη και, ακόμα περισσότερο, την ανθρώπινη κατάσταση με διαφορετικό τρόπο;

Τι αποτελεί μεταγενέστερο στυλ; Είναι κάτι παραπάνω από αυτό που κάνει ένας καλλιτέχνης σε μεγάλη ηλικία; Ο Edward Said νόμιζε ότι είδε κάποιους μεγάλους καλλιτέχνες να απελευθερώνονται και να τολμούν να κάνουν αυτό που δεν έκαναν νεότεροι. Ποιος μπορεί να πει; Αλλά δεν πιστεύω ότι βλέπω την τέχνη με διαφορετικό τρόπο τώρα απ' ότι την έβλεπα χρόνια πριν. Όσο για την αντίληψη της ανθρώπινης κατάστασης, νομίζω πως είμαι το ίδιο πεσιμιστής όπως πάντα.

Υπάρχουν πράγματα που μπορούν να εκφραστούν μόνο με παραστατική γλυπτική;

Έχουν τα Columns μου εξελιχθεί σε φιγούρες; Όταν έπεσα μέσα από το πρώτο μου Column το 1962, προσπαθούσα απεγνωσμένα να ξεφύγω; Ή μόνο τώρα, σε μεγάλη ηλικία, που το τρίξιμο του σώματος δεν μπορεί να αγνοηθεί, επιμένει σε ολοκληρωτική αναγνώριση; Τώρα που δεν μπορώ να κάνω μια ανάποδη κολοτούμπα, χρειάζεται να φτιάξω μια φιγούρα να την κάνει για να θυμάμαι; Αυτές οι σκοτεινές φιγούρες έρχονται από το παρελθόν; Ή έρχονται για να μου θυμίσουν το τι θ ακολουθήσει;

 

Πηγή: nytimes.com
Απόδοση: Χρόνης Μούγιος