Η έρευνα που δημοσίευσε το περασμένο Σαββατοκύριακο το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών και Οικονομικών Μελετών (ΙΔΟΜ), σε συνεργασία με την GPO, φωτίζει μια δυσάρεστη αλήθεια: Η ελληνική κοινωνία παραμένει εγκλωβισμένη σε μια αντιφατική στάση απέναντι στην οικονομία. Από τη μια, ζητάει ανάπτυξη και καλύτερες ευκαιρίες. Από την άλλη, επιμένει σε μια νοοτροπία καχυποψίας προς την αγορά και δυσπιστίας απέναντι στην αξία της σκληρής δουλειάς.
Το πρώτο εύρημα που ξεχωρίζει είναι η προκατάληψη κατά της αγοράς. Μόλις τρεις στους δέκα πολίτες θεωρούν ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι πιο αποτελεσματική από τις κρατικές πολιτικές στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ακόμη κι αν συνυπολογίσουμε το «μάλλον ναι», η πλειοψηφία παραμένει εύθραυστη. Αυτό δείχνει ότι ο κρατισμός εξακολουθεί να λειτουργεί σαν ιδεολογικό καταφύγιο, παρά τις δεκαετίες χρεοκοπίας, μνημονίων και κακοδιαχείρισης. Όπως ο χρήστης ουσιών που επιμένει να παίρνει τις ουσίες που τον δηλητηριάζουν, οι Έλληνες συνεχίζουν να βλέπουν την επιχειρηματικότητα και την αγορά με σκεπτικισμό.
Το δεύτερο εύρημα είναι ίσως ακόμη πιο ανησυχητικό: η απαξίωση της σκληρής δουλειάς. Μόλις το 8% των πολιτών πιστεύει ότι η εργασία και η αποτελεσματικότητα ανταμείβονται στην Ελλάδα. Πάνω από τους μισούς απαντούν ξεκάθαρα «όχι», ενώ το υπόλοιπο 36% καταφεύγει στο απογοητευτικό «μερικές φορές». Σε μια χώρα όπου η πλειοψηφία θεωρεί ότι η αξία, η προσπάθεια και η καινοτομία δεν μετρούν, πώς μπορεί να ανθίσει η επιχειρηματικότητα; Πώς να πειστεί ένας νέος να μείνει στην Ελλάδα όταν η γενική πεποίθηση είναι ότι το αποτέλεσμα δεν ανταμείβεται; Η απαξίωση της αξιοκρατίας τροφοδοτεί το brain drain, την παραοικονομία και τον φαύλο κύκλο μετριότητας.
Το τρίτο κρίσιμο στοιχείο αφορά την οικονομική παιδεία. Μόνο 14% δηλώνουν ότι κατανοούν «πολύ καλά» βασικές οικονομικές έννοιες, ενώ όταν η ερώτηση αφορά τον «μέσο Έλληνα», το ποσοστό καταρρέει στο 2%. Με άλλα λόγια, οι πολίτες γνωρίζουν ότι η κοινωνία μας πάσχει από οικονομικό αναλφαβητισμό. Δεν είναι τυχαίο: για δεκαετίες, το εκπαιδευτικό μας σύστημα απέφευγε να διδάξει στοιχειώδεις έννοιες όπως ο προϋπολογισμός, το επιτόκιο ή η λειτουργία της αγοράς. Τα μέσα ενημέρωσης προτιμούν τον λαϊκισμό από την ανάλυση, ενώ οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης κεφαλαιοποιούν την άγνοια για να τάζουν «παροχές» χωρίς κόστος.
Αν βάλουμε αυτά τα τρία στοιχεία μαζί, σχηματίζεται μια εικόνα που εξηγεί πολλά για τη στασιμότητα της χώρας. Μια κοινωνία που δυσπιστεί απέναντι στην αγορά, που δεν πιστεύει στην αξία της εργασίας και που δεν κατανοεί βασικές οικονομικές έννοιες, είναι καταδικασμένη να αναζητά σωτήρες και να γυρίζει γύρω από τον εαυτό της. Όσο η δημόσια συζήτηση παραμένει αιχμάλωτη του κρατισμού, όσο η αξιοκρατία παραμένει ζητούμενο και όσο η οικονομική παιδεία θεωρείται πολυτέλεια, τόσο θα αναπαράγουμε το ίδιο πρόβλημα: χαμηλή ανάπτυξη, υψηλή φορολογία, αδικία και μετανάστευση των καλύτερων.
Η πρόκληση για τις πολιτικές δυνάμεις είναι σαφής: να σπάσουν αυτόν τον φαύλο κύκλο. Με λιγότερο κράτος και περισσότερη εμπιστοσύνη στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Με πολιτικές που ανταμείβουν τη δημιουργικότητα και όχι τη μετριότητα. Και με μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που θα φέρει την οικονομική παιδεία στο επίκεντρο της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Χωρίς αυτά, η Ελλάδα θα παραμείνει μια χώρα που αναρωτιέται διαρκώς γιατί δεν προοδεύει, την ώρα που αρνείται να κοιτάξει στον καθρέφτη.