Ο νέος Κρατικός Προϋπολογισμός που κατέθεσε το υπουργείο Οικονομικών στη Βουλή στέλνει ένα καθαρό μήνυμα: η Ελλάδα είναι επιτέλους μια κανονική χώρα. Μετά από είκοσι χρόνια κρίσεων, μνημονίων, ανασφάλειας και πολιτικής αστάθειας, η χώρα παρουσιάζει πρωτογενή πλεονάσματα, συνεχίζει τη μείωση φόρων και διατηρεί τη δημοσιονομική πειθαρχία που τόσο της έλειπε. Αυτό το γεγονός αξίζει αναγνώριση. Η σταθερότητα δεν είναι αυτονόητη. Χρειάστηκε πολιτικό θάρρος, θεσμική ωριμότητα και κοινωνική αντοχή για να ξανακερδηθεί. Σε μια Ευρώπη που ταλαντεύεται ανάμεσα σε χρέη, λαϊκισμούς και ανασφάλεια, η Ελλάδα ξεχωρίζει ως παράδειγμα σοβαρότητας. Και αυτή η μεταστροφή δεν πρέπει να περάσει στα ψιλά.
Ωστόσο, η σταθερότητα είναι το θεμέλιο - όχι η στέγη. Είναι η αρχή, όχι ο προορισμός. Αν θέλουμε η Ελλάδα να πάψει να είναι απλά «το καλό παιδί» της Ευρώπης και να γίνει πρωταγωνίστρια, πρέπει να περάσουμε στη φάση της ραγδαίας ανάπτυξης. Η σταθερότητα μάς έδωσε πίστωση εμπιστοσύνης. Η ανάπτυξη θα μας δώσει πραγματική ισχύ. Και αυτό δεν είναι θεωρητικό ζητούμενο αλλά υπαρξιακή ανάγκη.
Πρώτον, εθνικά: η Ελλάδα χρειάζεται έναν ισχυρό αποτρεπτικό μηχανισμό απέναντι στην τουρκική αναθεωρητική πολιτική. Οι εξοπλισμοί και η άμυνα κοστίζουν. Μια σταθερή, αλλά στάσιμη οικονομία δεν μπορεί να στηρίξει διαρκώς υψηλές δαπάνες χωρίς να στραγγαλίζει τον ιδιωτικό τομέα. Μόνο μια οικονομία που παράγει πλούτο μπορεί να εγγυηθεί εθνική ασφάλεια.
Δεύτερον, δημογραφικά: χωρίς ισχυρή ανάπτυξη δεν θα κρατήσουμε τους καλύτερους νέους μας στην Ελλάδα, ούτε θα προσελκύσουμε ανθρώπινο κεφάλαιο από το εξωτερικό. Ο μισθός του μέλλοντος δεν καθορίζεται από επιδόματα, αλλά από παραγωγικότητα και επενδύσεις.
Τρίτον, δημοσιονομικά: η γήρανση του πληθυσμού σημαίνει ότι όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι θα στηρίζουν όλο και περισσότερους συνταξιούχους. Το κοινωνικό κράτος θα πιεστεί ασφυκτικά. Η μόνη βιώσιμη απάντηση δεν είναι περισσότερη φορολογία, αλλά περισσότερη οικονομική δραστηριότητα - μια αγορά που παράγει, καινοτομεί και φορολογείται λιγότερο, αλλά περισσότεροι.
Τέταρτον, ευρωπαϊκά: η Ελλάδα οφείλει να συγκλίνει πραγματικά με τον ευρωπαϊκό Βορρά, όχι μόνο σε ρυθμούς σταθερότητας αλλά και σε επίπεδο ευημερίας. Μια Ευρωπαϊκή Ένωση δύο ταχυτήτων υπονομεύει την ίδια της την υπόσταση. Η Ελλάδα δεν μπορεί να παραμένει ο μόνιμος “μαθητής που βελτιώθηκε”. Πρέπει να γίνει ισότιμος συνομιλητής και αυτό προϋποθέτει ανάπτυξη.
Η επόμενη φάση, λοιπόν, απαιτεί πολιτικό θάρρος αντίστοιχο με εκείνο που επέτρεψε τη σταθεροποίηση. Η κυβέρνηση έχει την αξιοπιστία για να το επιχειρήσει, τώρα χρειάζεται τη φιλοδοξία. Η Ελλάδα της σταθερότητας είναι ένα επίτευγμα. Η Ελλάδα της ανάπτυξης πρέπει να γίνει το όραμα. Γιατί η σταθερότητα μάς έκανε σεβαστούς - αλλά η ανάπτυξη θα μας κάνει ελεύθερους.