Στις εκλογές του 1977 κρίθηκε η μάχη μεταξύ της ανανεωτικής Αριστεράς και της ορθόδοξης εκδοχής της, το ΚΚΕ, με συντριπτική ήττα της πρώτης. Στη συνέχεια αυτός ο χώρος παρουσίαζε όλα τα συμπτώματα μιας σέκτας. Διαγραφές, αποχωρήσεις, διασπάσεις επί διασπάσεων. Έφτασε στο σημείο το 1993 να μην εκπροσωπηθεί ούτε στη βουλή.
Σήμερα, η λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά -που ουδεμία σχέση έχει με την ανανεωτική Αριστερά- βρίσκεται πολυδιασπασμένη σε: ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας, Πλεύση Ελευθερίας και σε βουλευτές που έχουν προσχωρήσει στο ΠΑΣΟΚ, ενώ υπάρχουν και σχηματισμοί που βρίσκονται εκτός κοινοβουλίου.
Αυτοί οι σύντροφοι, μέσα στον ολοκληρωτισμό τους, δεν ανέχονται τη διαφορετική άποψη μέσα στο κόμμα τους, δεν ανέχονται ο ένας τον άλλον, δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Πάντα αυτή ήταν η ιστορία της Αριστεράς στην Ελλάδα. Γεμάτη ίντριγκες, διασπάσεις και προσωπικά μίση.
Σήμερα η ριζοσπαστική Αριστερά αποτελεί ένα αμελητέο πολιτικό μέγεθος. Δεν παράγει πολιτική, δεν έχει οργανώσεις, δεν έχει παρουσία στους μαζικούς χώρους, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Επί πλέον πολύ δύσκολα θα συμπεριλάβουμε στους κόλπους της τα κόμματα του Στέφανου Κασσελάκη και της Ζωής Κωνσταντοπούλου.
Το Κίνημα Δημοκρατίας δε θυμίζει σε τίποτα κόμμα της μαρξιστικογενούς Αριστεράς. Πιο πολύ παραπέμπει, πολύ χοντρικά, στη λίμπεραλ πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ, αν συνυπολογίσουμε και το στυλ του Κασσελάκη. Η δε Ζωή επιμελώς αποφεύγει να ορίσει ιδεολογικά το κόμμα της. Αφήνει ένα νέφος να αιωρείται επάνω από αυτό το ζήτημα, καθώς με αυτόν τον τρόπο εκτιμά ότι υποβοηθείται η πολυσυλλεκτικότητα της Πλεύσης Ελευθερίας. Άλλωστε η αντισυστημική ψήφος στην οποία ποντάρει η Ζωή καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα, συγκροτώντας έναν πολιτικό χώρο με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Τι μας απομένει, αν αφαιρέσουμε Κασσελάκη και Ζωή, από τη ριζοσπαστική Αριστερά; Ούτε καν ο Φάμελλος με τον Χαρίτση διότι διαφωνεί ο Τσακαλώτος.
Συνεπώς, όντως, μιλούμε για ένα μέγεθος πολιτικά αμελητέο, χωρίς καμιά δυναμική. Χωρίς προοπτική να αποτελέσει ξανά την κυβερνώσα Αριστερά. Αυτό που ζήσαμε τους 54 μήνες μεταξύ 2015—2019 ήταν μια αριστερή παρένθεση που έκλεισε με τρόπο εντυπωσιακό. Αν για κάτι μπορούμε σήμερα να μιλούμε είναι πως αυτός ο χώρος δεν επανέρχεται απλώς στις συνήθεις διαστάσεις του, αλλά ξαναβρίσκει και τη νοοτροπία που τον οδήγησε στην παρακμή.
Ένας πολιτικός σχηματισμός -ανεξαρτήτως ιδεολογικών καταβολών- είναι καταδικασμένος σε μαρασμό, αν μετά από μια καθοριστικής σημασίας ήττα, δεν κάθισε να μελετήσει συλλογικά τις αιτίες της. Αν δε συμφώνησε, μέσα από διάλογο, στο τι έφταιξε, ώστε στη συνέχεια να ανασυγκροτηθεί. Και ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ του 2023 ποτέ δε συζήτησε για το ταπεινωτικό 17,5% και σήμερα αυτό το ποσοστό της μεγάλης ήττας μοιάζει στόχος απλησίαστος. Φυσικά, οι ευθύνες έχουν ονοματεπώνυμο, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Σήμερα με μεγέθη της τάξεως του 5 και 6%, ό,τι έχει απομείνει από τον ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στο πολιτικό περιθώριο θυμίζοντας το κλίμα που βίωσε τραυματικά η ηττημένη ανανεωτική Αριστερά στη δεκαετία του 1980.