Το casus belli, η εθνική γκρίνια και οι υψηλές προσδοκίες

Έγινε 30 χρόνων το τουρκικό casus belli. Πέρασαν οι κυβερνήσεις Ανδρέα Παπανδρέου, Κώστα Σημίτη, Κώστα Καραμανλή, Γιώργου Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά, Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκου Μητσοτάκη, όλες καταδίκαζαν την ύπαρξή του, αλλά μέχρις εκεί. Το casus belli υπήρχε και όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις το λάμβαναν υπ΄όψη και για αυτό ουδεμία επέκτεινε τα χωρικά μας ύδατα στο Αιγαίο. 

Λεονταρισμοί εκ του ασφαλούς υπήρξαν, αλλά το ρίσκο μιας πολεμικής αναμέτρησης λειτουργούσε αποτρεπτικά για την άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Όλοι οι πρωθυπουργοί διαβεβαίωναν πως επιφυλάσσονταν για τη μελλοντική άσκησή τους, μια διαβεβαίωση άνευ αντικρίσματος. 

Χθες ο πρωθυπουργός έκανε μισό βήμα παραπάνω. Δήλωσε πως «για να μπορέσει η ΕΕ να συνάψει συμφωνία με τρίτο κράτος χρειάζεται ομοφωνία όλων των κρατών—μελών. Θα δούμε και θα εξετάσουμε πώς θα αξιοποιήσουμε αυτό το εργαλείο», προσθέτοντας πως «30 χρόνια μετά, το casus belli πρέπει να φύγει από το τραπέζι». Δηλαδή ο Μητσοτάκης συνδέει άμεσα τη συμμετοχή της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας στα χρηματοδοτικά εργαλεία της ευρωπαϊκής άμυνας με την άρση του casus belli. 

Είναι αυτονόητο πως με τη δήλωσή του αυτή ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέτει τον πήχη των προσδοκιών ψηλά. Η Ελλάδα, αν δεν αρθεί το casus belli, θα βάλει βέτο στη συγκεκριμένη συμφωνία. Αν αυτό τελικά συμβεί, τότε το μπαλάκι πέφτει στην τουρκική πλευρά, διότι αυτή θα λάβει τη δύσκολη απόφαση. Υπάρχει όμως ένα προηγούμενο στάδιο το οποίο θα πρέπει να ξεπεράσει ο πρωθυπουργός. Τις πιέσεις μερικών Ευρωπαίων ηγετών να μην ασκήσει το βέτο. 

Και άλλες φορές στο παρελθόν βρεθήκαμε σε παρόμοια θέση, αλλά τότε αυτοί που μας πίεζαν ήταν πολύ ισχυροί σε όλα τα επίπεδα και η πατρίδα μας μονίμως αντάλλασσε την άσκηση του βέτο με κάποια ευνοϊκή οικονομική ρύθμιση. Να μη λησμονούμε πως το δόγμα που επικράτησε στην Ελλάδα από το 1996 και μετά ήταν «πρώτα η οικονομία». Ένα δόγμα που επικροτούσε και η πλειοψηφία των πολιτών. 

Σήμερα η πατρίδα μας είναι οικονομικά σε πολύ καλύτερη θέση απ΄ότι στο παρελθόν και οι γαλλογερμανικός άξονας πολύ πιο αποδυναμωμένος. Είναι χρυσή ευκαιρία για τον Κυριάκο Μητσοτάκη να θέσει τους εταίρους μας, αλλά και την Τουρκία μπροστά στη σημερινή παράλογη κατάσταση. Να χρηματοδοτείται με ευρωπαϊκά κονδύλια ένα κράτος εκτός ΕΕ που απειλεί με casus belli ένα κράτος—μέλος.

Από τη χθεσινή εξαγγελία προθέσεων του πρωθυπουργού για βέτο μέχρι την υλοποίησή της, ο δρόμος είναι και μακρύς και δύσκολος. Αλλά πλέον δεν έχει κανένα περιθώριο υπαναχώρησης. Πέραν όλων των άλλων, θα στερήσει ένα όπλο από αυτούς που μονίμως μεμψιμοιρούν για τα εθνικά θέματα.