Ο Ούγγρος συγγραφέας Λάσλο Κρασναχορκάι τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2025.
«Το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2025 απονέμεται στον Ούγγρο συγγραφέα Λάσλο Κρασναχορκάι για το συναρπαστικό και οραματιστικό του έργο, το οποίο, εν μέσω αποκαλυπτικής τρομοκρατίας, επιβεβαιώνει τη δύναμη της τέχνης», δήλωσε ο Ματς Μαλμ, μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας.
Ο Λάσλο Κρασναχορκάι είναι γνωστός για τα δύσκολα μυθιστορήματά του, συχνά αναφερόμενα ως μεταμοντέρνα, με δυστοπικά και μελαγχολικά θέματα. Αρκετά από τα έργα του, όπως τα μυθιστορήματα Satantango (1985) και Η μελαγχολία της αντίστασης (1989), έχουν γυριστεί σε ταινίες από τον Ούγγρο σκηνοθέτη του κινηματογράφου Μπέλα Ταρ.
Ο Κρασναχορκάι γράφει στην ουγγρική και στη γερμανική γλώσσα.
Ποιος είναι ο Λ. Κρασνοχαρκάι
Ο Λ. Κρασναχορκάι γεννήθηκε στο Γκιούλα της Ουγγαρίας, στις 5 Ιανουαρίου 1954, και ήταν γιος του δικηγόρου Γκυόργκυ Κρασναχορκάι και της εργαζόμενης στην κοινωνική ασφάλιση Γιούλια Παλίνκας (Júlia Pálinkás).
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο Erkel Ferenc, σπούδασε νομικά από το 1973 ως το 1976 στο Πανεπιστήμιο του Σέγκεντ και από το 1976 ως το 1978 στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης. Στη συνέχεια εγγράφηκε στο Τμήμα Φιλολογίας του δεύτερου πανεπιστημίου και υπέβαλε μία διπλωματική εργασία με θέμα το έργο και τις εμπειρίες του Ούγγρου συγγραφέα Σαντόρ Μαράι (1900–1989) μετά τη διαφυγή του από τη χώρα του το 1948 για να αποφύγει το κομμουνιστικό καθεστώς. Κατά τα έτη της φοιτήσεώς του στη Βουδαπέστη ο Κρασναχορκάι εργαζόταν στην «Gondolat Könyvkiadó», έναν εκδοτικό οίκο[18]. Τελείωσε τις σπουδές του το 1983.
Αμέσως μετά, άρχισε να βιοπορίζεται ως συγγραφέας. Το 1985, με την επιτυχία του μυθιστορήματος Sátántangó (= «Το τάγκο του Σατανά»), εκτινάχθηκε στην πρώτη γραμμή της ουγγρικής λογοτεχνικής ζωής. Το δυστοπικό αυτό έργο θεωρείται το διασημότερό του διεθνώς, όντας βραβευμένο στην αγγλική του μετάφραση (Best Translated Book Award 2013).
Ταξίδεψε για πρώτη φορά έξω από την Ουγγαρία (και στον δυτικό κόσμο) το 1987, περνώντας ένα έτος στο τότε Δυτικό Βερολίνο ως κάτοχος μιας υποτροφίας DAAD. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη, ο Κρασναχορκάι έζησε σε αρκετές διαφορετικές τοποθεσίες. Το 1990 μπόρεσε να περάσει αρκετό καιρό στην ανατολική Ασία και άντλησε από τις εμπειρίες του στη Μογγολία και στην Κίνα για να γράψει τα Ο αιχμάλωτος της Ούργκα και Καταστροφή και θλίψη κάτω από τους ουρανούς. Από τότε επέστρεψε στην Κίνα αρκετές φορές.
Το 1993 το μυθιστόρημά του Η μελαγχολία της αντίστασης απέσπασε το γερμανικό Bestenliste-Prize για το καλύτερο λογοτεχνικό έργο της χρονιάς. Ολοκληρώνοντας το μυθιστόρημα Πόλεμος και πόλεμος, ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και αφέθηκε στην επίδραση του Αμερικανού ποιητή Άλλεν Γκίνσμπεργκ, ζώντας για λίγο στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη και χαρακτηρίζοντας τις συμβουλές του «πολύτιμες» για την ολοκλήρωση του βιβλίου του.
Το 1996, το 2000 και το 2005 πέρασε 6 μήνες στο Κιότο. Η επαφή του με την αισθητική και τη λογοτεχνική θεωρία της `Απω Ανατολής επέφερε σημαντικές αλλαγές στο ύφος και τη θεματολογία του, αλλά έχει περάσει και μέρες ή εβδομάδες σε αρκετές άλλες χώρες, όπως είναι οι ΗΠΑ, η Ισπανία και η Ελλάδα, εμπειρίες που χρονικογραφεί στο μυθιστόρημά του Seiobo εκεί κάτω (Best Translated Book Award 2014).
Μετά το 1985 ο σκηνοθέτης και φίλος του συγγραφέα Μπέλα Ταρ γύρισε ταινίες βασισμένες σε έργα του Κρασναχορκάι, μεταξύ των οποίων και το Sátántangó.
Ο Κρασναχορκάι έχει δεχθεί διεθνώς καλές κριτικές για το έργο του. Η Σούζαν Σόνταγκ τον περιέγραψε ως «τον σύγχρονο Ούγγρο τεχνίτη της αποκάλυψης που έλκει τη σύγκριση με τον Γκόγκολ και τον Μέλβιλ». Ο Β.Γκ. Ζέμπαλντ έγραψε: «Η παγκοσμιότητα του οράματός του συναγωνίζεται εκείνη των Νεκρών ψυχών του Γκόγκολ και ξεπερνά κατά πολύ όλα τα ελάσσονα ενδιαφέροντα της σύγχρονης συγγραφικής παραγωγής.» Το 2015 ο Κρασναχορκάι τιμήθηκε με το Διεθνές βραβείο Μπούκερ και ήταν ο πρώτος Ούγγρος που το κέρδιζε ποτέ.
Μεταξύ των προηγούμενων νικητών του βραβείου λογοτεχνίας, ύψους 11 εκατ.σουηδικών κορονών (1,2 εκατ.δολάρια), συγκαταλέγονται ο Γάλλος ποιητής και δοκιμιογράφος Σιλί Προυντόμ, ο οποίος κέρδισε το πρώτο βραβείο, ο Αμερικανός μυθιστοριογράφος και συγγραφέας διηγημάτων Ουίλλιαμ Φόκνερ το 1949, ο Βρετανός πρωθυπουργός του Β' Παγκοσμίου Πολέμου Ουίνστον Τσόρτσιλ το 1953, ο Τούρκος Ορχάν Παμούκ το 2006 και ο Νορβηγός Γιόν Φόσε το 2023.
Το βραβείο του περασμένου έτους κέρδισε η νοτιοκορεάτισσα συγγραφέας Χαν Κανγκ, η οποία έγινε η 18η γυναίκα - η πρώτη ήταν η Σουηδή συγγραφέας Σέλμα Λάγκερλεφ το 1909 - και η πρώτη Νοτιοκορεάτισσα που έλαβε το βραβείο.
Με την πάροδο των ετών, οι επιλογές της Σουηδικής Ακαδημίας έχουν προκαλέσει τόσο ερωτηματικά όσο και χειροκροτήματα.
Το 2016, η απονομή του βραβείου στον Αμερικανό τραγουδοποιό Μπομπ Ντίλαν προκάλεσε σφοδρή κριτική ότι το έργο του δεν ήταν «κατάλληλη» λογοτεχνία, ενώ το βραβείο του Αυστριακού Πέτερ Χάντκε προκάλεσε επίσης αντιδράσεις το 2019 καθώς είχε παραστεί το 2006 στην κηδεία του πρώην προέδρου της Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.
Στο παρελθόν, οι νικητές του βραβείου έχουν επίσης κατηγορηθεί ότι είναι σνομπ, ότι έχουν αντι-αμερικανική προκατάληψη και ότι αγνοούν μερικούς από τους γίγαντες της λογοτεχνίας, όπως τον Ρώσο Λέον Τολστόι, τον Γάλλο Εμίλ Ζολά και τον Ιρλανδό Τζέιμς Τζόις.