Οι Σημειώσεις ενός νεαρού γιατρού είναι μια λογοτεχνική συλλογή διηγημάτων με αυτοβιογραφικά στοιχεία που περιγράφει την πρωτοφανή ηθική μοναξιά στον χώρο της σοβιετικής πεζογραφίας του Μεσοπολέμου.
Ο αφηγητής, ένας γιατρός που μόλις αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Κιέβου, βρίσκεται αποκομμένος στη χιονισμένη ερημία της Μουριόφκα, σε έναν κόσμο που μοιάζει να έχει μείνει έξω από το χρόνο, την εξέλιξη και προφανώς από κάθε επαναστατικό πρόσταγμα και προοδευτική ιδεολογία.
Δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο σοβιετικό εμβατήριο για τον θρίαμβο της επιστήμης επί της δεισιδαιμονίας, ούτε με μια σεμνότυφη απόπειρα ιατρικού ρεαλισμού. Ο νεαρός γιατρός μάχεται με κάτι υπέρτερο, με τους βαθύτερους φόβους, εκείνους που συνδέονται με την ανθρώπινη ύπαρξη και την αίσθηση του εαυτού του καθώς χειρουργεί κάτω από αδιανόητες συνθήκες, μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον βαθιάς άγνοιας και προκαταλήψεων. Δεν μάχεται να διασώσει κάποιο κοινωνικό ιδεώδες, αλλά επειδή αν αποτύχει, κάποιος θα πεθάνει - και αυτός θα είναι υπεύθυνος. Η ευθύνη, η συνείδηση και η τρέλα εναλλάσσονται σε μια αφήγηση λιτή, πικρή και σαρκαστική. Όπως εύστοχα σημειώνεται στον πρόλογο, ο αφηγητής δεν λειτουργεί από «φιλευσπλαχνία», αλλά από τον τρόμο να κάνει λάθος.
Το έργο συγκρούεται ανοιχτά με την ιδεαλιστική παράδοση του «αγνού ρωσικού λαού» που καλλιέργησαν ο Ντοστογιέφσκι και ο Τολστόι και επανανοηματοδότησε ο Γκόρκι. Ο Μπουλγκάκωφ, στην παράδοση του Τσέχωφ(επίσης γιατρού!), παρουσιάζει τους χωρικούς όχι ως φορείς κάποιας αρχέγονης σοφίας, αλλά ως αντιήρωες της γνώσης, ως ανθρώπους που, με την άγνοια και τις προκαταλήψεις τους, συχνά γίνονται συνένοχοι στον ίδιο τους τον θάνατο.
Η σκηνή όπου μια γιαγιά αρνείται την τραχειοτομή στο εγγόνι της, επειδή δεν καταλαβαίνει τη διαδικασία, είναι εξίσου δραματική όσο και γελοία. Το σαρκαστικό βλέμμα του συγγραφέα δεν χαρίζεται ούτε στην αγροτιά, ούτε στον ίδιο τον γιατρό. Στην πραγματικότητα, ο Μπουλγκάκωφ οικοδομεί έναν αντιμύθο της σοβιετικής προόδου, μέσα από την ανθρώπινη αγωνία ενός επαγγελματία που τρέμει στην ιδέα του να αποτύχει γνωρίζοντας ότι δεν θα υπάρξει κανείς για να τον υπερασπιστεί.
Παρά τη βαριά και καταθλιπτική ατμόσφαιρα των διηγημάτων, τη συλλογή διατρέχει ένα καυστικό χιούμορ, που δεν αποστασιοποιείται από την αγωνία. Αντίθετα, την υπογραμμίζει, με έναν τρόπο που θυμίζει το παράδοξο θέατρο του Μπέκετ ή τις χειρότερες ώρες του Γκόγκολ. Η ειρωνεία, η αυτοδιακωμώδηση, η λεπτομερής περιγραφή του ιατρικού δράματος, όπως στην περίπτωση της μορφίνης, δημιουργούν μια μεταιχμιακή αφήγηση, όπου ο αναγνώστης αμφιβάλλει συνεχώς αν πρέπει να γελάσει ή να τρομάξει.
Το κορυφαίο ίσως διήγημα της συλλογής, η Μορφίνη, εντάσσεται δομικά σε άλλη κατηγορία, τόσο αφηγηματικά όσο και θεματικά. Εδώ, ο ήρωας δεν παλεύει για να σώσει άλλους, αλλά βυθίζεται στην εξάρτηση, αναμετρώμενος με τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Μπουλγκάκωφ, όπως τεκμηριώνεται από τα βιογραφικά στοιχεία, είχε εξάρτηση από τη μορφίνη και τη χρησιμοποίησε ως αντίδοτο σε μια αλλεργική αντίδραση κατά της διφθερίτιδας, λεπτομέρεια που ενσωματώνεται στο διήγημα, καθιστώντας το έργο εξομολογητικό και αυτοκαταγγελτικό.
Το έργο, παρά τον σαφή του ρεαλισμό, εντάσσεται στην ευρύτερη παράδοση της λογοτεχνίας του ανθρώπου που παρατηρεί το χάος από μέσα και όχι εξ αποστάσεως. Σε όλα τα διηγήματα, ο γιατρός-αφηγητής θυμίζει μιαν εικόνα που καταρρέει μαζί με τον κόσμο που υπηρετεί. Ο Μπουλγκάκωφ δεν σχολιάζει την «Επανάσταση» άμεσα , υπαινίσσεται την προοπτική της, την αφήνει στο βάθος να αντηχεί σαν δυσοίωνη προφητεία.
Το νοσοκομείο του Μπουλγκάκωφ είναι μια μικρογραφία του κόσμου: οργανωμένο, απομονωμένο, εσωτερικά παράλογο. Η συνθήκη είναι σχεδόν κλειστοφοβική, όπως και στα μεταγενέστερα έργα του, όπου ο κεντρικός ήρωας παλεύει να ανασάνει μέσα σε μια λογοκριμένη ή νοσηρή πραγματικότητα.
Η περίπτωση Μπουλγκάκωφ είναι από τις πιο σπαρακτικές στην ιστορία της σοβιετικής λογοτεχνίας. Δεν εξορίστηκε, δεν εκτελέστηκε, δεν εκδιώχθηκε. Αλλά δεν εκδόθηκαν τα έργα του. Και αυτός είναι ένας άλλος τρόπος εκτέλεσης. Όπως προκύπτει από τα ντοκουμέντα, ο Στάλιν κράτησε τον συγγραφέα σε μια περιοχή ενδιάμεσου τρόμου, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα του επιτραπεί να αναγνωριστεί.
Αυτή η αναμονή για χάρη από την Εξουσία δεν τον οδηγεί στον συμβιβασμό· τον οδηγεί στη σιωπή, στην πίκρα, στη μορφίνη. Το θεατρικό Μπατούμ -ύστατη προσπάθεια να αγγίξει τον Στάλιν- λογοκρίνεται και δεν ανεβαίνει ποτέ. Ο συγγραφέας πεθαίνει εν μέσω τύφλωσης, υπέρτασης και απογοήτευσης, έχοντας μόλις ολοκληρώσει το Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα. Το γεγονός ότι οι Σημειώσεις ενός νεαρού γιατρού θα γίνουν δημοφιλείς το 2012 από μια βρετανική τηλεοπτική σειρά, αποτελεί τραγική ειρωνεία της ιστορίας.
Ο Μπουλγκάκωφ υπήρξε ένας συγγραφέας της ήττας και της ανθρώπινης ειλικρίνειας μέσα σε μια απολιθωμένη εξουσία. Οι Σημειώσεις ενός νεαρού γιατρού προοικονομούν τη ματαιότητα που διατρέχει το Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα, την άρνηση του κόσμου να αλλάξει, παρά τα θαύματα, την ηθική σύγχυση μπροστά στην απελπισία, την πικρή γνώση ότι όταν δεν ακούγεται κανένα ψέμα, βασιλεύει η σιωπή.
Η συλλογή αυτή, που ξεκινά ως ρεαλιστική καταγραφή ενός «αγροτικού γιατρού», καταλήγει να είναι ένας από τους πιο συμπαγείς στοχασμούς πάνω στη σύγκρουση γνώσης και άγνοιας, πίστης και παράνοιας, εξουσίας και μοναξιάς.
Ο νεαρός γιατρός της Μουριόφκα δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον συγγραφέα: ένας άνθρωπος εγκλωβισμένος ανάμεσα στην ευθύνη, τον φόβο και την ανεπάρκεια του κόσμου. Και μέσα από αυτό το φαινομενικά ταπεινό πλαίσιο, ο Μιχαήλ Μπουλγκάκωφ φτάνει στα όρια της μεγάλης λογοτεχνίας.