Πολλά έχουν ειπωθεί για τις μεγάλες προσωπικότητες της Ιστορίας. Γεγονότα, θετικές και αρνητικές πτυχές και λανθάνοντες σκοποί, μπλέκονται ανά τους αιώνες και καταλήγουν σαν ένα συνονθύλευμα αλήθειας, συμβάντων και απόψεων (παλαιών και νέων).
Αν ένα γεγονός, από τα αμέτρητα της μακροσκελέστατης ιστορίας της, έχει σημαδέψει την Ελλάδα του σήμερα, αυτό είναι σίγουρα η Επανάσταση του 1821. Σημαντικότατα πρόσωπα της εποχής, ανέτρεψαν τα μέχρι τότε δεδομένα και έθεσαν τα θεμέλια της δημιουργίας του πρώτου ελληνικού κράτους.
Ανάμεσα σε αυτά, μια πασίγνωστη προσωπικότητα της εποχής, η οποία έπαιξε κομβικό ρόλο στην πορεία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, ένας κόμης από την Κέρκυρα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο Καποδίστριας, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας του νησιού και μορφωμένος, με σπουδές στην Ιταλία, έγινε από γιατρός (ένας από τους αρκετούς της περιοχής) ενεργός πολιτικός. Μετά από κάποιο καιρό, το 1808, δέχεται την πρόσκληση του τσάρου της Ρωσίας, του Αλέξανδρου Α’. Έτσι, ο Κερκυραίος ευγενής, έφυγε από το νησί και έφτασε στην Αγία Πετρούπολη.
Εκεί, η φήμη του έγινε ακόμα μεγαλύτερη. Μέσω της δουλειάς του στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών, εξελίχθηκε σε δεινό διπλωμάτη και κάποια στιγμή και προσωπικό σύμβουλο του τσάρου. Ήταν ενήμερος για τις όλες τις ενέργειες των Μεγάλων Δυνάμεων (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία), καθώς και την παράλληλη πορεία της Επανάστασης στην Ελλάδα.
Κατά την διάρκεια της προετοιμασίας των επαναστατών, ενώ τα αδέρφια του έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρείας, εκείνος απείχε. Συνέχισε να δρα από την Ρωσία και δήλωνε υπέρμαχος της απελευθέρωσης της χώρας του.
Όταν ο Υψηλάντης κήρυξε την έναρξη της Επανάστασης με τις πρώτες επιθέσεις, ο Καποδίστριας εναντιώθηκε στην απόφασή του. Πίστευε ότι δεν είχε φτάσει ακόμα η κατάλληλη στιγμή για την αρχή των συγκρούσεων.
Ενώ αρχικά προσπαθούσε να ενεργεί από απόσταση, εγκατέλειψε την Ρωσία και την θέση του εκεί το 1827, όταν μετά από την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας εκλέχθηκε ως πρώτος κυβερνήτης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Ο Καποδίστριας έφτασε σε μια χώρα αποδομημένη και ταλαιπωρημένη από την πολυετή κακουχία και τις συνεχείς μάχες του λαού της. Με το νέο κράτος να αποτελείται αρχικά μόνο από την Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα, προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετώπιζε τότε η χώρα.
Πειρατές και ληστές καραδοκούσαν στα βουνά και στα περάσματα, μη Έλληνες κατοικούσαν ακόμα στις τότε πια απελευθερωμένες περιοχές. Ο οθωμανικός στρατός και ο σουλτάνος συνέχιζαν να προβάλλουν αντίσταση στις προσπάθειες των Ελλήνων να αποκοπούν από την αυτοκρατορία τους και ο πόλεμος παρατεινόταν όλο και περισσότερο.
Πέρα από αυτά, η κατάσταση εντός των νέων συνόρων βρισκόταν σε αταξία. Τον λόγο είχαν οι σημαντικές μεγάλες οικογένειες της Επανάστασης, οι φατρίες που είχαν αφιερωθεί πλήρως στον Αγώνα, καθώς και οι Έλληνες πολιτικοί, κάποιοι από τους οποίους δήλωναν προσκείμενοι στις βλέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων.
Κάθε πλευρά, είχε τις δικές της ιδέες, τα δικά της θέλω, τους δικούς της στόχους και συμφέροντα, καθώς και διαφορετικά πιστεύω για την μετέπειτα πορεία της χώρας και τις κινήσεις που θα έκανε το κράτος. Ο Καποδίστριας βρέθηκε στην μέση.
Ενώ κάθε ηγετικό πρόσωπο είχε τα δικά του σχέδια, τα ταμεία του μικρού νέου κράτους ήταν άδεια. Την ίδια στιγμή, ο νέος κυβερνήτης πίστευε, ότι η χώρα δεν ήταν ακόμα έτοιμη για ένα συνταγματικό πολίτευμα. Έτσι, εφάρμοσε ένα συγκεντρωτικό σύστημα διακυβέρνησης. Μία κίνηση μετά από την οποία ξεκίνησαν οι αντιδράσεις εναντίον του.
Αυτή και άλλες αποφάσεις του, όπως η επιβολή νέων φόρων, οι τιμωρίες κάποιων ηγετικών προσώπων των φατριών και η δράση του χωρίς την πλήρη συμφωνία όλων των μελών της νεοσύστατης κυβέρνησης, οδήγησαν τελικά στο τραγικό γεγονός του θανάτου του. Την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο, ο Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε από τον γιο και τον αδελφό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη (οπλαρχηγός και πολιτικός εκείνη την περίοδο, ο οποίος είχε φυλακιστεί με εντολή του Καποδίστρια).
Το όραμα του για την χώρα ήταν μεγαλεπήβολο, όπως ίσως ήταν και των υπολοίπων, για ένα μικρό κράτος που μόλις είχε απελευθερωθεί, με τον λαό του εξαντλημένο και διψασμένο για αναγνώριση των θυσιών του. Προσπάθησε να μοιράσει την ελληνική πια γη, ανέπτυξε τον τακτικό στρατό, επένδυσε στην ανάπτυξη του θεσμού της παιδείας και προχώρησε στην κοπή του πρώτου νομίσματος της σύγχρονης Ελλάδας, τον λεγόμενο «φοίνικα».
Ο Καποδίστριας υποστήριξε την πατρίδα του με ό,τι μέσο είχε. Προσπάθησε να την βοηθήσει και να μαζέψει τα κομμάτια της μετά από τα τόσα δεινά που είχε περάσει. Κάποιοι τον είπαν τύραννο, ενώ άλλοι ευεργέτη. Μάλλον, όμως, ήταν ένας άνθρωπος που έτυχε να βρεθεί σε μια θέση διαχείρισης θεμάτων μεγάλων διαστάσεων, σε μια περίοδο και μια χώρα όπου μαίνονταν σφοδρές μάχες, ανέχεια και ασθενής ακόμα πολιτική δόμηση. Τις αποφάσεις του ακολούθησαν επευφημίες και αντιρρήσεις, είχαν υποστηρικτές και αντιφρονούντες και τελικά οδήγησαν στο τέλος του.
Σε κάθε ιστορική περίοδο, οι κομβικές αποφάσεις πάντα κρίνονται εκ των υστέρων. Ποτέ, όμως, δεν πρέπει να λησμονούνται οι καταστάσεις και οι άνθρωποι της εκάστοτε εποχής και να λαμβάνονται υπόψη όλες οι πλευρές.
Βιβλιογραφία:
«Νεότερη Ελλάδα: Από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι της μέρες μας», Thomas W. Gallant, Εκδόσεις Πεδίο, Αθήνα, 2017
