Όλοι περιμένουμε πώς και πώς να έρθουν τα Χριστούγεννα, για να έχουμε έναν καλό λόγο να χαρούμε τις κρύες μέρες του χειμώνα. Ένας από αυτούς του λόγους είναι τα γιορτινά τραπέζια. Το κρέας, οι πολύχρωμες σαλάτες και κυρίως…τα γλυκά!
Είναι δύσκολο να παρατηρήσουμε λεπτομερώς την πορεία κάθε κουζίνας στην ιστορία και ακόμα πιο δύσκολο την εξέλιξη του κάθε πιάτου και εδέσματος. Ένα από τα χαρακτηριστικά ελληνικά γλυκά των Χριστουγέννων, όμως, έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα. Επιβίωσε και εξελίχθηκε όλους αυτούς τους αιώνες και συνεχίζουμε να το γευόμαστε μέχρι σήμερα.
Είχε, όμως, μια λίγο μακάβρια αρχή. Στην αρχαία Ελλάδα, όταν κάποιος έφευγε από την ζωή, μετά την τέλεση της κηδείας του και του μοιρολογιού, ακολουθούσε το νεκρόδειπνο. Η συγκέντρωση των παρευρισκόμενων και η κατανάλωση φαγητού και ποτού εις μνήμην του θανόντος. Μια διαδικασία που δεν διέφερε και πολύ από τις μέρες μας.
Στα νεκρόδειπνα αυτά, σέρβιραν μια ζυμωτή πίτα, την λεγόμενη «μακαρία». Το ρήμα «μακαρίζω» στα αρχαία ελληνικά, σημαίνει μνημονεύω, θυμάμαι δηλαδή και εύχομαι ανάπαυση στην ψυχή κάποιου. Η πίτα αυτή παραδιδόταν στους συνδαιτημόνες, οι οποίοι ενώ έτρωγαν, μάλλον αφηγούνταν ιστορίες και μοιράζονταν αναμνήσεις.
Καθώς περνούσε ο καιρός - και οι αιώνες , στον Μεσαίωνα και την εποχή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, η μακαρία συνέχισε να σερβίρεται στα μνημόσυνα δείπνα. Άρχισε, όμως, να παίρνει άλλη μορφή. Η ζύμη δεν γινόταν πλέον πίτα, αλλά πλαθόταν σε πολλά μικρά κομμάτια. Τότε, ίσως για να γλυκαθούν λίγο οι πενθούντες, τα κομμάτια αυτά άρχισαν να εμβαπτίζονται σε μέλι. Η μακαρία, λοιπόν, μελώθηκε. Έτσι, δημιουργήθηκαν τα «μελομακάρονα».
Με την επαφή των διαφόρων λαών και την ώσμωση πολλών στοιχείων της κουζίνας της Ανατολής και της Δύσης, η συνταγή για τα μελομακάρονα εμπλουτίσθηκε ακόμα περισσότερο. Προστέθηκε η ζάχαρη και διάφορα μπαχαρικά που μετέφεραν τα καραβάνια από την Ασία.
Από την εποχή του Βυζαντίου, η ελληνική κουζίνα της Ανατολής κράτησε πάρα πολλά στοιχεία και συνταγές που επιβίωσαν μέχρι και τους τελευταίους αιώνες. Με τον τραγικό ερχομό της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, αλλά και την Κωνσταντινούπολη, ξεριζώθηκαν από τους τόπους τους και έφτασαν μέσα σε πλοία στην Ελλάδα. Η ελληνική κουζίνα απέκτησε έναν καινούργιο χαρακτήρα.
Οι Μικρασιάτες και Κωνσταντινουπολίτες πρόσφυγες, έφεραν μαζί τους τα λεγόμενα «φοινίκια», ένα γλύκισμα παρόμοιο με τα αρχαία μελομακάρονα, αλλά με κάποια επιπλέον υλικά. Τα φοινίκια είχαν γέμιση. Μια μείξη από μέλι, κανέλα και σπασμένα καρύδια. Με την άφιξη τους στην Ελλάδα, μάλλον οι συνταγές των δύο επηρεάστηκαν η μία από την άλλη. Στα μελομακάρονα προστέθηκε και η κανέλα, αλλά και το σιμιγδάλι, πασπαλίζονταν με καρύδια στην κορυφή και τελικά και αυτά και τα φοινίκια, κατέληξαν να φτιάχνονται και με χυμό πορτοκαλιού.
Τα επόμενα χρόνια, τα μελομακάρονα καθιερώθηκαν ως το κατεξοχήν ελληνικό γιορτινό γλυκό του Δωδεκαημέρου, των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Από έδεσμα που παρηγορούσε τους πενθούντες, κατέληξε σε γλυκό που συνοδεύει την πιο φωτεινή γιορτή του χρόνου.
Τα μελομακάρονα, συμβολίζουν την μακαρία, την μνήμη αυτών που μας άφησαν και θα θέλαμε να ήταν μαζί μας αυτές τις γιορτινές μέρες και παράλληλα με την γέννηση του Χριστού και την αναγέννηση, μέσα από την αλλαγή του χρόνου.
Βιβλιογραφία:
