Θ. Κοντογεώργης για Chevron: Σημαντική εξέλιξη για την ενεργειακή αυτονομία μας
Eurokinissi
Eurokinissi

Θ. Κοντογεώργης για Chevron: Σημαντική εξέλιξη για την ενεργειακή αυτονομία μας

«Σίγουρα είναι μία σημαντική εξέλιξη γιατί αφενός ενισχύει θα έλεγα την προσπάθεια για ενεργειακή αυτονομία της χώρας και για τα 4 οικόπεδα που θα γίνουν οι έρευνες νοτίως και της νότιας Πελοποννήσου και ταυτόχρονα νομίζω ότι υπάρχει και ένα γεωπολιτικό αποτύπωμα. Στο κομμάτι, όπως ξέρετε, της ενεργειακής αυτονομίας έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια» είπε ο Θανάσης Κοντογεώργης μιλώντας στο «Πρώτο» και συμπλήρωσε,

δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας και στο κομμάτι που αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, πλέον είναι πρωτοπόρος, θα σας έλεγα παγκοσμίως ως προς το ποσοστό που παράγει, αλλά βέβαια νομίζω ότι και αυτή η εξέλιξη μας βάζει και στο χάρτη τον ενεργειακό. Προφανώς εξορύξεις αφορούν κυρίως το φυσικό αέριο, αλλά είναι μία σημαντική σημαντική εξέλιξη, η οποία έχει και ένα τέτοιο αποτύπωμα το οποίο μας ενδιαφέρει πάρα πολύ. Και βέβαια το γεωπολιτικό αποτύπωμα νομίζω ότι είναι έντονο. Είναι εύκολα αντιληπτό από την άποψη ότι μιλάμε για μία από τις μεγαλύτερες, τη δεύτερη νομίζω μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία στον κόσμο αμερικανικών συμφερόντων, που προφανώς έχει και αυτό τη σημασία του για την ταραγμένη περιοχή στην οποία βρισκόμαστε».

Και συμπλήρωσε «Η χώρα έχει αποκτήσει νομίζω ένα ρόλο στον ενεργειακό χάρτη, στις ενεργειακές διασυνδέσεις. Νομίζω ότι γίνεται μια δουλειά η οποία πέραν του γεωπολιτικού αποτυπώματος, θα σας έλεγα, έχει και μεγάλη αξία σε σχέση με τις τιμές όπως διαμορφώνονται. Διότι, ξέρετε, η αναβάθμιση των ενεργειακών δικτύων-έχουμε μεγάλα έργα μπροστά μας, ολοκληρώθηκε αυτό της Κρήτης και έχουμε κυρίως το έργο της διασύνδεσης στο Αιγαίο και κυρίως στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, αλλά βέβαια και στον ευρωπαϊκό χάρτη, ξέρετε ότι γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να αναβαθμιστούν οι ενεργειακές διασυνδέσεις.

Αυτό το οποίο εξέφρασε ο κ. Γεραπετρίτης (…) νομίζω ότι είναι αφενός η βούληση της ελληνικής πλευράς ότι εμάς μας ενδιαφέρει η εξέλιξη του έργου, αλλά υπήρχαν κάποια αμφίσημα μηνύματα από την κυπριακή πλευρά, τα οποία μπορεί να εδράζονται σε διάφορους λόγους, όπως ξέρετε, που ανέφερε και ο κ. Γεραπετρίτης. Εμείς μένουμε στο γεγονός ότι είναι ένα έργο σημαντικό.

Είναι ένα έργο το οποίο βέβαια αφορά κυρίως την Κύπρο, επομένως θα πρέπει να υπάρχει, θα σας έλεγα, και κάτι ανάλογο, δηλαδή καταμερισμός του χρηματοδοτικού βάρους. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν συγκεκριμένες πρόνοιες. Επομένως, θα δούμε την εξέλιξη. Από την ελληνική πλευρά, αυτό που πρέπει να γίνει, γίνεται. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν διάφορες παράμετροι που έχουν αναλυθεί και από τον Υπουργό Εξωτερικών και από άλλους, οι οποίες αφενός λαμβάνονται υπόψη. Νομίζω όμως, ότι η ελληνική πλευρά σε αυτό το θέμα είναι καθαρή ως προς την θέση της. Είναι καθαρή η θέση μας. Έχει εκφραστεί σε όλα τα επίπεδα. Απομένουν να γίνουν κάποιες ενέργειες που πρέπει να δούμε πως θα προχωρήσουν».

Έπειτα, σημείωσε “Το βασικό νομίζω είναι ότι αρκετοί συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν δυσκολίες και παρά την αναμφισβήτητη πρόοδο υπάρχουν δυσκολίες στην καθημερινότητα και εμείς οφείλουμε να σταθούμε δίπλα τους και να κάνουμε τις σωστές πολιτικές επιλογές που να έχουν αποτέλεσμα. Διότι, και η οικονομική ανάπτυξη, την οποία νομίζω κανείς δεν αρνείται ακόμα και από την αντιπολίτευση, έχει μεγαλύτερη σημασία όταν είναι πιο αισθητή στην καθημερινότητα του πολίτη.

Εμείς κάναμε μια πολιτική επιλογή με την προσπάθεια του ελληνικού λαού και με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αυτή τη στιγμή να διαθέσουμε από την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας, να προχωρήσουμε σε μία φορολογική μεταρρύθμιση, ώστε όσο το δυνατόν περισσότεροι συμπολίτες μας να μπορέσουν έτσι να αυξήσουν το διαθέσιμο εισόδημα, να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια αλλά και ταυτόχρονα αυτό να γίνει με έναν τρόπο που θα στηρίζει την ανάπτυξη και στο μέλλον, δεν θα υπονομεύει τη δημοσιονομική σταθερότητα και ταυτόχρονα θα αντιμετωπίζει και ένα μεγάλο θέμα, όπως είναι το δημογραφικό. Αυτά ανακοινώθηκαν, υλοποιούνται από τον Γενάρη για μια μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας και βέβαια για όσους είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και αφανείς και τους αγρότες στο εισόδημα λίγο αργότερα. Αυτό αντιλαμβάνεστε, προφανώς έχει μία πολιτική επίπτωση, μια επίδραση.

Η πρώτη είναι αφενός πώς το αντιμετωπίζουν οι πολίτες. Και βέβαια ποιος θα είναι ο δημόσιος διάλογος που θα αναπτυχθεί, που πάντοτε ελπίζουμε να είναι ήπιος και να υπάρχει μια υγιής αντιπαράθεση επιχειρημάτων. Για τις δημοσκοπήσεις τώρα, αν θέλετε την προσωπική μου άποψη, δεν ξέρω τι θα πουν οι επόμενες, εγώ όμως, από την κοινωνική παράσταση καταλαβαίνω ότι υπάρχει ένα ενδιαφέρον για τα μέτρα. Εγώ όμως, θα έδινα μια σημασία μετά από αρκετές εβδομάδες στις μετρήσεις (…). Η κατανόηση των μέτρων απαιτεί μια δουλειά, γιατί είναι και σύνθετα ζητήματα. Το βασικό όμως, είναι ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση προχωρά σε μια φορολογική μεταρρύθμιση που αυξάνει και θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και στα ποιοτικά στοιχεία (…)».

Μεταξύ άλλων, ανέφερε «Το γενικό συναίσθημα είναι ότι τα πράγματα προχωράνε κάπως καλύτερα. Θέλουμε όμως, αρκετές κατηγορίες. Αυτό που σας είπα να είναι πιο ορατό. Επομένως, αυτό έχει μεγάλη αξία. Όμως, θα έρθει το φορολογικό νομοσχέδιο με τις συγκεκριμένες προβλέψεις. Θα υπάρξει και συζήτηση στη Βουλή και δημόσια σφαίρα. 1η Νοέμβρη θα υλοποιηθούν τα μέτρα τα οποία ανακοινώθηκαν πριν λίγους μήνες, που έχει να κάνει με την επιστροφή ενοικίου, 250€ πλέον μόνιμη στήριξη στις ειδικές κατηγορίες συνταξιούχων, αλλά βέβαια και τους πόρους που χρειάζονται για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Επομένως, βλέπουμε την υλοποίηση των μέτρων και από 1ης πρώτου ουσιαστικά στο εκκαθαριστικό των εργαζομένων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και στους συνταξιούχους θα φανούν και οι αυξήσεις και τα αποτελέσματα αυτής της μεταρρύθμισης (…). Η βασική πολιτική, η διαρθρωτική και η μόνιμη είναι η αύξηση των εισοδημάτων. Εκεί επιμένουμε (…)».

Τέλος, υπογράμμισε το εξής «Στο θέμα του ΦΠΑ, δεν θέλουμε να αναλάβουμε ένα διπλό ρίσκο και υπάρχει μια ξεκάθαρη πολιτική επιλογή σε αυτό, η οποία όμως, δεν εδράζεται σε κάποια εμμονή. Η επιλογή είναι σαφής και το διπλό ρίσκο το οποίο δεν θέλουμε να αναλάβουμε, ποιο είναι;

Αφενός ότι θεωρούμε και δεν το λέει μόνο η κυβέρνηση, πέραν των μελετών που μπορεί να τρέξει το Οικονομικών και η Τράπεζα της Ελλάδας και το διεθνές παράδειγμα δείχνει και αναφέρομαι και στην Τράπεζα της Ελλάδος, ότι-να το πω διαφορετικά, ένα ευρώ μείωσης του ΦΠΑ σε οποιοδήποτε προϊόν θα κατέληγε τελικά στον καταναλωτή σε 20 λεπτά. Άρα, από τη στιγμή (το πρώτο ρίσκο) που μπορούμε να τα διαθέσουμε άμεσα και να υπάρχει αύξηση του προσωπικού και οικογενειακού προϋπολογισμού και διαθέσιμου εισοδήματος, προτιμούμε να κάνουμε αυτό παρά να χαθεί στην αλυσίδα. Και κατά δεύτερον σας δίνω δύο νούμερα τα οποία νομίζω θα καταλάβουν οι συμπολίτες μας.

Αυτή τη στιγμή, εμείς μπορέσαμε να δώσουμε, να διαθέσουμε 1,7 δισ. με τον τρόπο που επιλέξαμε και θεωρούμε εμείς καλύτερο. Αν κάναμε μια οριζόντια μείωση στο ΦΠΑ μιας μονάδας, αυτό είναι 1,1 δισ. σχεδόν όλο το πλεόνασμα και αν μειώναμε ενδεικτικά τα τρόφιμα από το 13 πήγαιναν στο χαμηλότερο συντελεστή των 6 ή του 0%. Είναι άλλο ένα 1,8 δισ. Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό είναι και ένα δημοσιονομικό ρίσκο. Επομένως, εμείς τι προτιμούμε; Να μην πάρουμε αυτά τα ρίσκα. Απευθείας αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος προκειμένου οι πολίτες και να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια που όντως υπάρχει, αλλά ταυτόχρονα να κάνουν και το δικό τους πρόγραμμα (…)».