Ο Ιβάν Σαββίδης εξελίσσεται σ' ένα ακόμα αγκάθι στην ήδη δύσκολη συμβίωση Τσίπρα, Καμμένου

Ο Ιβάν Σαββίδης εξελίσσεται σ' ένα ακόμα αγκάθι στην ήδη δύσκολη συμβίωση Τσίπρα, Καμμένου

Του Γιάννη Κ. Τρουπή

Θα μπορούσε ασφαλώς και να ήταν ένα τυχαίο γεγονός, το οποίο δε θα χρειαζόταν να σχολιαστεί. Όμως επειδή στη ζωή και στην πολιτική τίποτα δε γίνεται «τυχαία», θα πρέπει τουλάχιστον να αναφέρουμε την παντελή απουσία του κ. Καμμένου και του κόμματός του από τον δημόσιο σχολιασμό των όσων έγιναν στη Τούμπα.

Αν κάποιος παρατηρήσει με προσοχή όλες τις πολιτικές αντιδράσεις μετά τα όσα θλιβερά έγιναν στον ποδοσφαιρικό αγώνα ΠΑΟΚ-ΑΕΚ, θα αντιληφθεί πως το μοναδικό κοινοβουλευτικό κόμμα το οποίο δεν προχώρησε σε μία ανακοίνωση ή έστω διαρροή ήταν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες. Πρόκειται για παράλειψη ή για μία σκόπιμη επιλογή του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου;

Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με απόλυτη βεβαιότητα, όμως είτε το πρώτο συμβαίνει είτε το δεύτερο είναι άξιο σχολιασμού. Οι άσχημες εικόνες που από το βράδυ της Κυριακής κάνουν το γύρο του κόσμου και κυρίως η εμπλοκή του Ιβάν Σαββίδη στα όσα έγιναν, έφεραν στην επιφάνεια μία ακόμα διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα που συνεργάζονται, μεγαλώνοντας ουσιαστικά το χάσμα μεταξύ τους, σε μία κρίσιμη χρονική συγκυρία.

Από την μία πλευρά ο πρωθυπουργός προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τον κ.Σαββίδη, σε μία κίνηση φυγής προς τα εμπρός. Σύμφωνα με κυβερνητικές διαρροές ο κ. Τσίπρας εμφανίστηκε μάλιστα σε κυβερνητική σύσκεψη αποφασισμένος να βάλει τέλος σε όσα συμβαίνουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο. «Δεν με ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος. Αυτή η ιστορία θα τελειώσει και όλοι θα βρεθούν προ των ευθυνών τους», φέρεται να δήλωσε σε συνεργάτες του, επιχειρώντας να «απογαλακτιστεί» από τον επιχειρηματία με τον οποίο το Μέγαρο Μαξίμου φέρεται να είχε αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση.

Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι στην προσπάθεια αποστασιοποίησης του Μεγάρου Μαξίμου από τον κ.Σαββίδη έχουν παίξει ρόλο και οι κατά καιρούς δημόσιες παρεμβάσεις του αμερικανού πρεσβευτή Geoffrey Pyatt, ο οποίος δεν έχει κρύψει τη δυσαρέσκεια του αμερικανικού παράγοντα για τις κινήσεις του επιχειρηματία. Μία απόφαση του πρωθυπουργού η οποία, σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες, φέρεται να έχει ληφθεί εδώ και καιρό και που απλώς τα γεγονότα της Κυριακής αποτέλεσαν την αφορμή για να εκφραστεί.

Από την άλλη πλευρά ο Πάνος Καμμένος και οι ΑΝΕΛ ακολούθησαν μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση από εκείνην του Μεγάρου Μαξίμου.

Ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος δε θέλησε καν να μπει στη διαδικασία σχολιασμού των όσων έγιναν το βράδυ της Κυριακής. Μόνο ο αντιπρόεδρος της Βουλής, Δημήτρης Καμμένος, αναφέρθηκε με δηκτικό τρόπο στα επεισόδια κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής, κίνηση που ασφαλώς και δεν αποτελεί επίσημη κομματική γραμμή. Αξίζει να σημειώσουμε πως δεν υπήρξε ούτε ανακοίνωση από το γραφείο τύπου των ΑΝΕΛ για το συγκεκριμένο θέμα.

Στην περίπτωση του υπουργού Άμυνας καλό θα ήταν να θυμηθούμε ορισμένα πρόσφατα περιστατικά που δείχνουν την πολύ καλή σχέση που έχει αναπτύξει ο κ. Καμμένος με τον Ιβάν Σαββίδη, στοιχείο που ίσως δικαιολογεί και τη δημόσια στάση που επέλεξαν να κρατήσουν οι ΑΝΕΛ.

- Στις 6 Δεκεμβρίου 2017 οι δύο άντρες συναντήθηκαν στον τηλεοπτικό σταθμό «Ε». Αφορμή ήταν η ολοκλήρωση της πλήρους μεταβίβασης του σταθμού σε εταιρία συμφερόντων του κ.Σαββίδη, με τον επιχειρηματία εκείνο το απόγευμα να πραγματοποιεί την πρώτη του επίσκεψη στον σταθμό. Ενδεικτικό του όλου κλίματος ήταν το γεγονός πως ο κ.Σαββίδης αφού μίλησε στους εργαζόμενους, μετέβη στο γραφείο του διευθυντή του «Ε» όπου τον περίμενε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Πάνος Καμμένος.

- Στις 7 Μαίου 2017 , ο Πάνος Καμμένος, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, είχε μόνο καλά λόγια να πει για τον επιχειρηματία.

«Ο κ. Σαββίδης είναι ένας επιχειρηματίας που στη δύσκολη στιγμή για την πατρίδα αντί να περιμένει από το Μαϊάμι, έβαλε χρήματα στη χώρα ενώ άλλοι την έκαναν», ήταν η χαρακτηριστική φράση του κυβερνητικού εταίρου.

Χωρίς αμφιβολία ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ ακόμα και στο θέμα με τα επεισόδια στην Τούμπα δείχνουν να ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους αντίδρασης. Μία επιλογή που μπορεί να μην έχει ευθεία αναφορά σε πολιτικές εξελίξεις, όμως αποτελεί μία ακόμα ένδειξη της βουβής έντασης που επικρατεί στον κυβερνητικό συνασπισμό.