Η κατάθεση προτάσεων για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ, με επίκεντρο τους κυρίους Βορίδη και Αυγενάκη, τόσο από το ΠΑΣΟΚ, όσο και από κοινού από ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά, που ακολουθούν την πρόταση της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ για σύσταση εξεταστικής, προοιωνίζουν ένα τοπίο πολιτικής σύγκρουσης, σε υψηλούς τόνους, που θα συνεχιστεί και από τον Σεπτέμβριο. Θα πρόκειται για ένα ακόμη κρίκο στην αλυσίδα της σύγκρουσης διαρκείας μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, κυρίως, όμως, μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ.
Όταν ο Νίκος Ανδρουλάκης εξελέγη πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής μετά τον θάνατο της Φώφης Γεννηματά, η κυβέρνηση εξέφραζε μαζί με τα συγχαρητήριά της στον νέο πρόεδρο, την ελπίδα εκείνος να εκφέρει έναν λόγο αξιόπιστης αντιπολίτευσης. Ανάλογοι οι τόνοι επιχειρήθηκε να είναι και μετά την επανεκλογή του κ. Ανδρουλάκη, τον Οκτώβριο του 2024, στις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ, πλέον.
Οι σχέσεις της κυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ μοιάζει να διανύουν συνεχώς μια περίοδο σύγκρουσης. Χρονικό ορόσημο, ο Αύγουστος του 2022, όταν έρχεται στην επικαιρότητα η υπόθεση των παρακολουθήσεων. Ακολούθησαν τα Τέμπη, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ο ΟΠΕΚΕΠΕ, το μεταναστευτικό και οι απευθείας αναθέσεις, ως μερικά από τα θέματα που προκάλεσαν σφοδρή αντιπαράθεση. Δύο προτάσεις δυσπιστίας και τρεις προτάσεις για προανακριτική επιτροπή από τη Χαριλάου Τρικούπη, για αντίστοιχα θέματα, με τον Νίκο Ανδρουλάκη να υιοθετεί βαρείς χαρακτηρισμούς απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία, από «αρχιερέα της συγκάλυψης» έως «εγκληματική οργάνωση», να του έχει καταλογίσει «έλλειψη ενσυναίσθησης», αλλά και «αυτοκρατορική συμπεριφορά».
Στο κυβερνητικό επιτελείο παρακολουθούν την αντιπολιτευτική τακτική του ΠΑΣΟΚ, διαμορφώνοντας πλέον μια στρατηγική που συνοψίζεται στη φράση, που διατύπωσε ο Παύλος Μαρινάκης και στη συνέντευξή του στο liberal, ότι άλλο το ΠΑΣΟΚ και άλλο το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη.
Η κυβέρνηση σημειώνει δύο στοιχεία στη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τη στιγμή, που την ηγεσία ανέλαβε ο Νίκος Ανδρουλάκης. Πρώτον, ότι αδυνατεί να καταθέσει εναλλακτικές προτάσεις, πρόσφατο παράδειγμα το μεταναστευτικό, ενώ ακόμη κι όταν το κάνει, λχ σε θέματα οικονομίας, εμφανίζει προγράμματα ακοστολόγητα, που δεν μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Δεύτερον, της καταλογίζει ότι επιλέγει να συνταχθεί με ακραίες φωνές, όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, προκειμένου να βρεθεί απέναντι στην κυβέρνηση, όπως συνέβη στην κατάθεση της τελευταίας πρότασης δυσπιστίας. Τρίτον, επισημαίνει ότι ο κ. Ανδρουλάκης υπαναχωρεί από πάγιες θέσεις του ΠΑΣΟΚ, όπως η λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων.
Στην περίπτωση της αντιπαράθεσής της με το ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση επιδιώκει μια ντε φάκτο σύγκριση πολιτικών, αλλά και αντανακλαστικών, σημειώνοντας ακόμη και σε περιόδους κρίσεων, όπως το μεταναστευτικό, το ΠΑΣΟΚ είναι απόν και η στάση του καταδεικνύει τη σύγχυση της Χαριλάου Τρικούπη και την έλλειψη συγκροτημένης πολιτικής σε μεγάλα θέματα – για «απόλυτο βέρτιγκο» μίλησε προχθές ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, συμπληρώνοντας ότι «η ιστορία ''έγραψε'' ξανά ότι η αξιωματική αντιπολίτευση, μπροστά σε μία ακόμα μεγάλη κρίση για τον τόπο, δεν πήρε σαφή θέση, ούτε παρουσίασε κάποια ουσιαστική αντιπρόταση».
Στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιμούν ότι η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ενισχύσει ένα κεντρικό επιχείρημα έναντι της Χαριλάου Τρικούπη, αυτό της έλλειψης ξεκάθαρης πολιτικής σε μείζονα θέματα και της ταύτισής της με πολιτικές δυνάμεις που διατυπώνουν, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, ακραίο λόγο. Επισημαίνουν, δε, ότι αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις, όπου ακόμη και στις πιο δύσκολες περιόδους για την κυβερνητική πλειοψηφία, όπως η τραγωδία των Τεμπών, το ΠΑΣΟΚ δεν κατόρθωσε να εισπράξει τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης και να ενισχυθεί στον βαθμό, που θα «απειλούσε» την πρωτοκαθεδρία της Νέας Δημοκρατίας, ενώ ούτε ο Νίκος Ανδρουλάκης, λένε, έχει ενισχύσει το προφίλ του ως εναλλακτικό πρόσωπο για την πρωθυπουργία της χώρας.
Σε αυτά τα χρόνια, το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει άρδην, σε ό,τι τουλάχιστον αφορά στους πρωταγωνιστές και τον ρόλο των πολιτικών δυνάμεων. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποχωρήσει από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και το κόμμα του από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με το ΠΑΣΟΚ να διατηρεί τη δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη, άρα και τον Νίκο Ανδρουλάκη να κατέχει το θεσμικό ρόλο του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Νέα Δημοκρατία διανύει τη δεύτερη θητεία της και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δηλώσει ότι θα διεκδικήσει μια τρίτη.
Η σύγκρουση διαρκείας μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ, αναμένεται να έχει συνέχεια, καθώς θα εξελίσσονται σε κοινοβουλευτικό επίπεδο το επόμενο διάστημα οι επιτροπές για τον Κώστα Καραμανλή και τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Επόμενο πεδίο αναζήτησης κοινής συνισταμένης μεταξύ των δύο πολιτικών δυνάμεων, θα αποτελέσει η διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης, όπου μείζονα θέματα, όπως η άρση μονιμότητας στη δημόσιο, η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, η αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, θα τεθούν ως προτάσεις από την κυβερνητική πλειοψηφία, σε μια διαδικασία όπου η επίτευξη συναινέσεων είναι απαραίτητη.