«Αυτά τα μέτρα που προωθεί ο κ. Μητσοτάκης χωρίς μνημόνια, δεν τα διανοήθηκε ούτε ο Τόμσεν στα πιο σκληρά χρόνια του μνημονίου». Αυτή ήταν η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυριακάτικη ανάρτηση του Πρωθυπουργού για τα μέτρα που ανακοίνωσε στη ΔΕΘ.
Αντιπολίτευση είναι, ασφαλώς δε θα επιδοκιμάσει και το καλύτερο μέτρο, αφού στην Ελλάδα η πολιτική γίνεται με πολεμικούς όρους. Αλλά αυτή η αντίδραση είναι ενοχική και κυρίως ανόητη.
Ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις φοροελαφρύνσεις της ΔΕΘ, οι οποίες κατ’ αυτόν ωφελούν τέσσερα εκατομμύρια φορολογούμενους. Η κριτική θα μπορούσε να αφορά την ποσότητα των χρημάτων που δίδονται, την ταξική τους στόχευση, την ενδεχόμενη αναποτελεσματικότητά τους.
Αλλά ο παραλληλισμός με την εποχή Τόμσεν δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αποβάλει την εξαλλοσύνη, την ανωριμότητα, τη εριστικότητα, της προηγούμενης δεκαετίας. Και την έλλειψη αυτογνωσίας, αφού δε μιλάνε για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου.
Ο Πωλ Τόμσεν ως επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τους «Θεσμούς» (όπως ονόμασαν την Τρόικα για να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου). Οντως η στάση του ως το 2017 ήταν σκληρή, ζητούσε μεγάλες περικοπές σε συντάξεις και στο δημόσιο, και δύσκολες μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά.
Και η θέλησή του έγινε «ευαγγέλιο» από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και έφερε το μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ. Το τρίτο και χειρότερο…
Όταν έχεις γίνει - καλώς ή κακώς - υποχείριο του Τόμσεν κατά την κυβερνητική σου θητεία, δεν κατηγορείς την όποια κυβέρνηση που κάνει φορολογικές ελαφρύνσεις (που δικαιούσαι να μη σου αρέσουν), ότι προωθεί μέτρα που ούτε ο Τόμσεν δεν τα διανοήθηκε. Δεν είναι κακή αντιπολίτευση αυτή. Είναι ανόητη και σου αφαιρεί στοιχειώδη σοβαρότητα.
Είναι λογικό ο Τσίπρας να μην μπορεί να συγχρωτιστεί μαζί τους, παρότι είναι ο ίδιος που τους ενέπνευσε εκείνους τους αλησμόνητους καιρούς, το πνεύμα της έξαλλης και άλογης αντιπολίτευσης. Ο ίδιος κατανόησε ότι άλλαξαν οι καιροί και προσπαθεί να ρετουσάρει το προφίλ του, παρουσιάζοντας ένα μετριοπαθές πρόσωπο… πολιτικού διανοούμενου, που ανακάλυψε τις αρετές του δημοκρατικού καπιταλισμού.
Δε θα τα καταφέρει βέβαια, γιατί είναι ζυμωμένος με αυτή τη νοοτροπία. Αλλά έχει την καπατσοσύνη, την κουτοπονηριά, να το κρύβει και να προσπαθεί να παρουσιάσει ένα μετριοπαθές προσωπείο που ελπίζει ότι θα καταστεί σημείο αναφοράς και συσπείρωσης της κεντροαριστεράς.
Χθες είχε τη συνέντευξη στο πλαίσιο της ΔΕΘ ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αντιπολίτευση κάνει, αναμενόμενο ήταν να παρουσιάσει με τα μελανότερα των χρωμάτων την εξαετία Μητσοτάκη. Μπορεί επίσης κάποιος να κρίνει τις εξαγγελίες του για τον 13ο μισθό. Κατά πόσο είναι κοστολογημένες, κατά πόσο τις αντέχει η οικονομία, και κατά πόσο θα μας βάλει σε διαδικασία ελλείμματος.
Επανέλαβε το - ασθενές - επιχείρημα ότι έστω και μια ψήφος παραπάνω στο ΠΑΣΟΚ σημαίνει αλλαγή σελίδας στον τόπο. Διεκτραγώδησε την οικονομική κατάσταση, αναφέρθηκε στη δύσκολη καθημερινότητα, στην Υγεία, στα ενοίκια, στην ακρίβεια.
Υπενθύμισε επίσης και τις πρακτικές του Τσίπρα χωρίς να τον κατονομάσει, λέγοντας «εγώ ούτε δίχασα, ούτε κορόιδεψα τον κόσμο, ούτε έχω προστάτες».
Σε κάθε περίπτωση ήταν μια πολιτισμένη συμπεριφορά με την οποία μπορεί κανείς να διαφωνεί, να καταλογίζει έλλειψη προετοιμασίες και κοστολόγησης στα μέτρα που προτείνει, αλλά ήταν εντός της πολιτικής ηθικής και λογικής, Ουδεμία σχέση με την τοξικότητα του ΣΥΡΙΖΑ.
Και ανακύπτει το ερώτημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ασκεί επιθετικά πίεση στο ΠΑΣΟΚ για συνεργασία των «προοδευτικών δυνάμεων». Τι κοινό μπορεί να έχουν ένα κλασσικό κοινοβουλευτικό κόμμα όπως το ΠΑΣΟΚ (με τα όποια στραβά και τις αδυναμίες του), με τη χουλιγκάνικη ακρισία και τοξικότητα του ΣΥΡΙΖΑ; Πώς θα μπορούσαν αυτά τα δύο κόμματα να συνυπάρξουν;