Φωτογραφία Αρχείου
Γ. Στουρνάρας: Η ΕΚΤ μπορεί να προχωρήσει σε τέσσερις μειώσεις επιτοκίων το 2024
Eurokinissi / ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ
Eurokinissi / ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ
Φωτογραφία Αρχείου

Γ. Στουρνάρας: Η ΕΚΤ μπορεί να προχωρήσει σε τέσσερις μειώσεις επιτοκίων το 2024

Τέσσερις μειώσεις επιτοκίων εντός του 2024, με συνολική περικοπή κατά 100 μονάδες βάσης, προαναγγέλλει το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο Πρώτο Θέμα, στην οποία αναφέρεται το Bloomberg. 

«Εάν ο πληθωρισμός εξελιχθεί σύμφωνα με τις προβλέψεις μας για τον Μάρτιο και εάν αυτή η τάση συνεχιστεί μέχρι το τέλος του έτους, πιστεύω ότι φέτος θα έχουμε μειώσεις στα βασικά επιτόκια από την ΕΚΤ», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας και πρόσθεσε: «Προσωπικά πιστεύω ότι η μείωση των επιτοκίων κατά τέσσερις φορές φέτος, κατά 25 μονάδες βάσης κάθε φορά, είναι δυνατή».

Ο κ. Στουρνάρας διευκρίνισε ότι «αυτή δεν είναι ακόμη μια ενιαία άποψη»: «Ορισμένοι συνάδελφοι είναι πιο επιφυλακτικοί και πιστεύουν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων θα πρέπει να είναι πιο μέτριες», υπογράμμισε στη συνέντευξή του. 

Τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό από τη Γαλλία και την Ιταλία υποστήριξαν το επιχείρημα ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, θα πρέπει να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια νωρίτερα παρά αργότερα.

Καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή βυθίζεται πιο κοντά στον στόχο του 2% της ΕΚΤ, οι περισσότεροι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστήριξαν το μήνυμα της προέδρου, Κριστίν Λαγκάρντ, ότι η πρώτη μείωση των επιτοκίων θα γίνει τον Ιούνιο.

«Οι διαφορές απόψεων εντός του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ είναι πολύ μικρότερες από την εικόνα στα μέσα ενημέρωσης», σημείωσε ο Γιάννης Στουρνάρας.

ΕΚΤ: Αμετάβλητα τα επιτόκια για 4η συνεδρίαση - Υποχωρεί ο πληθωρισμός

Υπενθυμίζεται πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κράτησε αμετάβλητα για τέταρτη διαδοχική συνεδρίαση τα επιτόκια της, καθώς στις τελευταίες προβλέψεις της ο πληθωρισμός αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, ιδίως για το 2024 και αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 2,3% το 2024, 2,0% το 2025 και 1,9% το 2026.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει παραμείνουν τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ:  των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων σε 4,50%, 4,75% και 4,00% αντιστοίχως.

Στις πιο πρόσφατες προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ, ο πληθωρισμός έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω, ιδίως για το 2024, πράγμα που αντανακλά κυρίως μια μικρότερη συμβολή των τιμών της ενέργειας. Σύμφωνα με τις προβολές, ο πληθωρισμός αναμένεται πλέον να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,3% το 2024, 2,0% το 2025 και 1,9% το 2026.

Οι προβολές για τον πληθωρισμό χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής έχουν επίσης αναθεωρηθεί προς τα κάτω και θα διαμορφωθούν κατά μέσο όρο σε 2,6% για το 2024, 2,1% για το 2025 και 2,0% για το 2026.

Αν και οι περισσότεροι δείκτες μέτρησης του υποκείμενου πληθωρισμού έχουν εξασθενήσει περαιτέρω, οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν υψηλές, εν μέρει λόγω της έντονης αύξησης των μισθών.

Οι συνθήκες χρηματοδότησης είναι περιοριστικές και οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να επιδρούν ανασταλτικά στη ζήτηση, συμβάλλοντας στην ώθηση του πληθωρισμού προς τα κάτω.

Οι εμπειρογνώμονες έχουν αναθεωρήσει προς τα κάτω την προβολή όσον αφορά την ανάπτυξη, σε 0,6% για το 2024, και η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να παραμείνει υποτονική σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.

Στη συνέχεια, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι η οικονομία θα ανακάμψει και θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,5% το 2025 και 1,6% το 2026, υποβοηθούμενη αρχικά από την κατανάλωση και αργότερα και από τις επενδύσεις.

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.

Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο.

Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.

Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγηση που διενεργεί όσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.

Τα προγράμματα APP και PEPP 

Το χαρτοφυλάκιο στο Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.

Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.

Πράξεις αναχρηματοδότησης

Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και η συνεχιζόμενη αποπληρωμή τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.