Δοκιμασία ηγεσίας
Shutterstock
Shutterstock

Δοκιμασία ηγεσίας

Στα 23 χρόνια που διδάσκω, ελάχιστες ήταν οι φορές που η ατμόσφαιρα σ’ ένα Αμφιθέατρο ήταν τόσο βαριά και μουδιασμένη. Παγωμένα πρόσωπα μ’ ένα γιατί ζωγραφισμένο στο βλέμμα τους. Αρκετές φορές, αμήχανα χαμήλωσα το δικό μου. Ντρεπόμουν, τόσο απλά. Ειδικά ως πολιτικός επιστήμονας.

Τέσσερις ημέρες πριν το δυστύχημα, περίπου ειρωνεύτηκα τη σύζυγο μου που θα συνταξίδευε με τον μικρό μας γιο. Παραπονέθηκε επειδή επέλεξα την Α΄ θέση για το πρώτο του σιδηροδρομικό ταξίδι. Από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη. Πρώτο βαγόνι, είσαι σίγουρος, κι αν συμβεί κάτι; Δεν είχα αυταπάτες για τον ελληνικό σιδηρόδρομο αλλά και πάλι στο κουβάρι που ξετυλίγεται μπροστά μας, προστέθηκαν επιπλέον άβολες αλήθειες. Εξαϋλώνοντας τα εναπομείναντα ψήγματα βολικών φαντασιώσεων. 

Μετά το μάθημα, επιστρέφοντας στο γραφείο, έπεσε το μάτι μου στο τελευταίο βιβλίο του Κίσινγκερ για την ηγεσία (Leadership: Six Studies in World Strategy, 2022). Μελετάει έξι ηγέτες από το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα που επαναπροσανατόλισαν τις χώρες τους και άφησαν αποτύπωμα με διάρκεια. Τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Σημειώνει, μεταξύ άλλων, πως η ηγεσία καθίσταται απολύτως ουσιώδης σε περιόδους μετάβασης, όταν οι αξίες και οι θεσμοί χάνουν τη σημασία τους και το περίγραμμα ενός άξιου μέλλοντος αποτελεί πεδίο σύγκρουσης και αντιπαράθεσης.

Πόσο μετράνε λοιπόν τα πρόσωπα και πόση διαφορά κάνουν; Ο Κίσινγκερ αναγνωρίζει πως είναι οι ηγέτες που αναλύουν τις πραγματικότητες πίσω από μια τρέχουσα κατάσταση. Έτσι ώστε να επιτύχουν το βέλτιστο δυνατό. Ισορροπώντας μεταξύ οράματος και ρίσκου και κρατώντας στο μυαλό τους πως η ιστορία διαρκεί περισσότερο από το στιγμιαίο πάθος. Ασφαλώς λοιπόν και τα πρόσωπα μετράνε διότι είναι εκείνα που δοκιμάζονται ως προς την ικανότητα τους να ξεπερνούν τις συνθήκες που κληρονόμησαν. Οδηγώντας τις κοινωνίες τους στα όρια του εφικτού. Με όραμα και αφοσίωση.

Θυμήθηκα όλη την περίοδο από το 2009 έως σήμερα. Με πρώτους τους πολιτικούς πρωταγωνιστές της. Από τη χρεωκοπία έως την απόπειρα της χώρας να αυτοκτονήσει, την έμμεση αποδοχή της ανικανότητας εκ μέρους των λαϊκιστών και τέλος την επιστροφή σε μια πορεία μετρήσιμης ανάκτησης τόσο της χαμένης αξιοπρέπειας της κοινωνίας όσο και της τρωθείσας αξιοπιστίας της χώρας. Μάθημα. Ενός κακού μύρια έπονται. Όταν ο τόπος χρεοκόπησε, το πολιτικό σύστημα αντί να ηγηθεί προφανών μεταρρυθμίσεων αναλαμβάνοντας την ιδιοκτησία του εγχειρήματος (βλ. μνημόνιο), κατέληξε να προσπαθεί να διαφυλάξει τον αναχρονιστικό συντεχνιακό κρατισμό σε βάρος κυρίως του ιδιωτικού τομέα και των μισθωτών του, φυγομαχώντας παράλληλα εναντίον των πιστωτών που δεν ήταν άμοιροι ευθυνών.

Στη συνέχεια, το πελατειακό σύστημα πελαγοδρομεί σε συνθήκες απορυθμισμένου κρατικού καπιταλισμού. Κι επειδή ο Γιάλομ θα υπενθύμιζε πως κάθε άνθρωπος θα πρέπει να επιλέξει πόση αλήθεια μπορεί να αντέξει, οδυνηρό αλλά αληθές, οι διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού σιδηρόδρομου με αποκορύφωμα την ίδια την ασφάλεια του, κρατήθηκαν ζωντανές έως σήμερα που κατέστησαν πλέον εφιαλτικές. Εν τέλει, αν κάτι κατάφερε πεισματικά να αυτοματοποιηθεί, είναι η επικράτηση της ιδέας του μέσου όρου σαν ευρύτερα αποδεκτή νοοτροπία που απέκλειε την αξιοκρατία προς όφελος της ασυδοσίας του πελατειακού συστήματος και του κομματισμού.

Στη δική μου πρόσληψη, μεταξύ άλλων, μπροστά στη διάρρηξη της εμπιστοσύνης και την απαξίωση της πολιτικής, είναι η ηγεσία που πρώτη καλείται να ανατροφοδοτήσει την κοινωνία με πράξεις πίστης. Ειδικά εν μέσω δηλητηριασμένων ή ισοπεδωτικών αφηγημάτων που απευθύνονται στο θυμικό και τις ενορμήσεις των πολιτών.

Ρίχνοντας νερό ή ακόμα χειρότερα καύσιμη ύλη σε μια εύφλεκτη φαντασιακή ταυτότητα που τρέφεται από λαϊκιστικές αυταπάτες και τελικά οδηγεί στη φυγή από το πρόβλημα, στην παροχή απλοϊκών εξηγήσεων για τα δεινά τους και φυσικά στη δημιουργία εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών. Σχολιάζοντας τον Ντε Γκωλ, ο Κίσινγκερ καταλήγει: «Η πιο ουσιαστική συνεισφορά του ήταν ότι παρέλαβε μια χώρα που είχε χάσει την πίστη στον εαυτό της και έθεσε ως στόχο του, όχι την απόλυτη επικράτηση αλλά ένα είδος αναζωογόνησης της χαμένης της πίστης».

Καταληκτικά, είναι η κοινωνία που θα κάνει ταμείο. Με το θεμελιώδες ερώτημα να επιστρέφει την ημέρα των εκλογών. Επίμονο και βασανιστικό. Ποιος είναι ο καταλληλότερος μηχανοδηγός για το εθνικό τρένο; Ποιος θα διασφαλίσει την κυβερνητική ευστάθεια αποτρέποντας τον πυροβολισμό της χώρας και το κυριότερο ποιος θα αναλάβει την ευθύνη να ηγηθεί;

Στις δύσβατες διαδρομές, τόσο εντός όσο και εκτός της επικράτειας. Και στις δύο περιπτώσεις, από την Ουκρανία έως τα Τέμπη, οι νέοι κανόνες θα είναι γραμμένοι με αίμα. Πάνω σε αυτούς θα πατήσουμε για να βγούμε. Σχεδιάζοντας, ελέγχοντας και εφαρμόζοντας το τρίπτυχο της ομαλότητας. Περιλαμβάνει ανθρώπους, συστήματα-διαδικασίες και πολιτικές. Πάνω σε αυτούς καλούμαστε να εξαντλήσουμε τα όρια και τις αντοχές της ενεργητικής μας ευθύνης. Χτίζοντας την άμυνα και όχι γκρεμίζοντας την ελπίδα. 

*Ο κ. Σωτήριος Κ. Σέρμπος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Πρώην Σύμβουλος Εξωτερικής Πολιτικής στην Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ.