Πολύ κακό για το τίποτα στην εκδήλωση των τριών με αντικείμενο το ποιος θα αντιπαρατεθεί στην κυριαρχία Μητσοτάκη. Δεν βρέθηκε κανείς αφού όλοι συμφώνησαν ότι το πρόβλημα δεν είναι προσώπων αλλά πολιτικής.
Και τσάμπα ανησύχησαν οι αρχηγοί. Τεμπονέρας και Χριστοδουλάκης υπέβαλαν τα διαπιστευτήριά της στα κόμματά τους και στους αρχηγούς τους (λογικό με τόσο «ξύλο» που έφαγαν τόσες μέρες…).
Από την εκδήλωση έλειψε το πρωταρχικό στοιχείο που όφειλαν να απαντήσουν οι συνομιλητές. Ποιο είναι το αρνητικό στοιχείο που ωθεί τις μάζες να αποστρέφουν το πρόσωπό τους από την Αριστερά και την Κεντροαριστερά;
Να επιδοθούν δηλαδή σε ένα είδος θεμελιακής πολιτικής και ιδεολογικής αυτοκριτικής. Όχι το τι κάναμε και τι δεν κάναμε καλά σε επίπεδο τακτικής, ή πόσο κακό είναι που είμαστε διασπασμένοι και γι’ αυτό αδύναμοι. Αλλά μήπως υπάρχει ένα θεμελιακό λάθος: Μήπως απλώς βαδίζουν στα χνάρια της παλαιάς Αριστεράς των αλλοτινών καιρών, και αντιδρούν με ενστικτώδεις κληρονομημένες παυλοφικές αντιδράσεις, οι οποίες δεν αντιστοιχούν στο σήμερα, και γι’ αυτό και δεν τις αποδέχεται η κοινωνία.
Για παράδειγμα: Τι θα προσέφερε σήμερα ένα κοινωνικό δημοκρατικό μέτωπο, κατά τον κήρυκά του Διονύση Τεμπονέρα; Το είπε ο ίδιος. Δεν θα επέτρεπε να κλείσει ένα σχολείο και ένα νοσοκομείο. Είναι άραγε αυτό αριστερή απάντηση; Μα εκεί που δεν μπορούσαν να μεταφερθούν οι μαθητές σε άλλα σχολεία για πρακτικούς λόγους, τα σχολεία παρέμειναν ανοιχτά. Όπως ας πούμε στους Αρκιούς που λειτουργούσε με έναν και μόνο μαθητή. Η όπως στο Καστελόριζο με τους ελάχιστους.
Γιατί άραγε είναι αριστερή πολιτική η σπατάλη πόρων και διδακτικού προσωπικού, και η άρνηση να μεταφέρονται οι ελάχιστοι μαθητές ενός σχολείου σε παρακείμενο μεγαλύτερο, εξόδοις και ευθύνη του κράτους;
Και γιατί είναι αριστερή πολιτική η διατήρηση γενικών νοσοκομείων που σκόρπισε ο παρελθών ψηφοθηρικός πολιτικαντισμός επί δεκαετίες; Ουδείς έχει μιλήσει για κλείσιμο νοσοκομείων. Σκέψεις από την εποχή των μνημονίων έχουν γίνει - με βάση πορίσματα επιστημόνων της «Οικονομίας της Υγείας» - να εξειδικευτούν τα νοσοκομεία του ίδιου νομού, προκειμένου να περιθάλπουν αποτελεσματικότερα ομοπαθείς ασθενείς.
Είναι επειδή οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, και κυρίως της Αριστεράς, πάσχουν από ιδεολογική τεμπελιά. Από ευκολία ακολουθούν την πεπατημένη. Αυτά έμαθαν, αυτά λένε, αυτά κάνουν. Κάθε αλλαγή για αποτελεσματικότερη παροχή υπηρεσιών στον λαό για τον οποίο «θυσιάζονται», την ονοματίζουν νεοφιλελεύθερη και νομίζουν ότι θα την καταργήσουν με ολιγάριθμες μαζώξεις και συνθήματα. Και η κοινωνία που έπαθε και έμαθε πλέον, αποστρέφει τον οφθαλμόν της.
Ξεκινήσαμε ανορθόδοξα, αναδεικνύοντας κάτι επί μέρους, ήσσονος σημασίας για τους μετέχοντες και τους ακροατές της συζήτησης, που μάλλον πέρασε απαρατήρητο ως δεδομένο. Θεωρούμε όμως ότι είναι ενδεικτικό της νοοτροπίας από την οποία εμφορούνται, που είναι και η αιτία εξαιτίας της οποίας δεν μπορούν να χτυπήσουν τον Μητσοτάκη, τον οποίο θα χτυπήσει μόνο η ακρίβεια.
Εν τω μεταξύ η πλέον αρθρωμένη πολιτική ομιλία ήταν αυτή της Έφης Αχτσιόγλου. Η πρώην υπουργός απέφυγε την συνήθη συνωμοτική δαιμονολογία κατά του Μητσοτάκη, απορρίπτοντας την εύκολη διαπίστωση ότι η πολιτική της ΝΔ συνίσταται στη ροή χρήματος «σε πέντε οικογένειες». Γιατί η άποψη αυτή είπε «δεν πιάνει την ουσία της πολιτικής Μητσοτάκη στην έκταση και την συνθετότητά της».
Κατά τη βουλευτή της Νέας Αριστεράς, η ουσία της πολιτικής της ΝΔ στην παρούσα συγκυρία, συνίσταται στο να εκφράζει εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις που ενισχύουν τη θέση τους μέσα στο νέο οικονομικό κύκλο ανάπτυξης που άνοιξε μετά τα μνημόνια. Γιατί κατά την ίδια, δεν υπάρχει θριαμβευτική ανάπτυξη, αλλά ανάπτυξη υπάρχει.
Λόγω αυτής της ανάπτυξης υπάρχει και αναδιανομή πλούτου από τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας προς την κορυφή της, που δεν είναι πέντε οικογένειες. Και αυτό γίνεται με τη φορολογία, την παρέμβαση στην αγορά εργασίας, την πράσινη μετάβαση, την παρέμβαση στο κράτος και την αγορά. Κάθε κομμάτι της οδηγεί σε αυτή τη στρατηγική (ασχέτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος, η Αχτσιόγλου έχει αριστερή πολιτική σκέψη. Αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ άρεσε ο Στέφανος που ξέρει αγγλικά).
Κατά τα άλλα, ο Μανώλης Χριστοδουλάκης δήλωσε ότι πρέπει «να προτάξουμε θέσεις, ιδέες, ιστορία και αρχές, που μόνο το ΠΑΣΟΚ μπορεί να προτάξει σε ρόλο πρωταγωνιστή. Και μετέφερε αδήλως την άποψη του Νίκου Ανδρουλάκη ότι «οφείλουμε να ενθαρρύνουμε συγκλίσεις «από τα κάτω», να βγούμε μπροστά σε αυτά που συμφωνούμε, χωρίς να συζητάμε για συγκολλήσεις κομμάτων και μηχανισμών.
Παράλληλα δεν απέφυγε και τις ιδεαλιστικές (όχι ιδεολογικές) κορώνες, δηλώνοντας: «Δεν μπορούμε να χαρίσουμε ούτε το κέντρο ούτε την αξιοπρέπεια της μεσαίας τάξης στη ΝΔ» (η πολιτική αυταρέσκεια δεν του επιτρέπει να κατανοήσει ότι το Κέντρο και η μεσαία τάξη είναι αυτεξούσιες διαστρωματώσεις. Δεν χαρίζονται από κανέναν σε κανέναν. Μόνες τους προσφέρονται -ακόμη - στον Μητσοτάκη!).
Τέλος, ο Διονύσης Τεμπονέρας επέμενε στο γνωστό: Απέναντι στο νεοφιλελεύθερο, αντιλαϊκό, πολιτικό σύστημα Μητσοτάκη, είναι τώρα επιτακτική ανάγκη να συγκροτηθεί ένα δημοκρατικό κοινωνικό μέτωπο, ένα πλατύ «Μέτωπο Δημοκρατίας» με σαφείς αναφορές, με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, κοινωνικών φορέων και συλλογικοτήτων, αλλά και των υφιστάμενων κομμάτων που αυτοπροσδιορίζονται στον προοδευτικό χώρο.
Να αναλάβουμε, είπε, πρωτοβουλίες για τον άμεσο συντονισμό των δημοκρατικών δυνάμεων. Με διεργασίες που ξεκινούν από τη βάση για τη δημιουργία σε όλη τη χώρα, «μετώπων δημοκρατίας». Οι κοινωνικές διεργασίες πρέπει να αποτελέσουν τον προπομπό της δημιουργίας μιας εν δυνάμει κυβερνητικής πρότασης των «από τα κάτω» που να σηκώσει τον λαό από τον καναπέ και θα δώσει προοπτική διεξόδου.
Οπότε εμείς εδώ ως παρατηρητές, τελούμε εν αναμονή «να σηκωθεί ο λαός από τον καναπέ». Ευρωεκλογές έρχονται, Κυριακή κοντή γιορτή.