Υπάρχει ένα είδος σύγχρονου δημόσιου διανοούμενου που ευδοκιμεί τελευταία στα ελληνικά timelines: ο influencer του πεσιμισμού.
Είναι αυτός που αντί να αναλύει..ερμηνεύει, και μάλιστα με την ίδια θεατρικότητα που κάποτε ο Γιάνης διεκδικούσε το χειροκρότημα στις συνεδριάσεις του Eurogroup. Κάθε τέτοιος influencer οικονομολόγος δεν έχει ανάγκη τα επίσημα στοιχεία, όπως ακριβώς παρουσιάζονται από τις επίσημες πηγές, όταν έχει αφήγημα. Και όταν το αφήγημα δεν συμφωνεί με τους αριθμούς, τόσο το χειρότερο για τους αριθμούς.
Σε ένα πρόσφατο -και εμφανώς δραματοποιημένο- αφήγημα που κυκλοφόρησε, γίνεται μια προσπάθεια αποδόμησης της ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας. Όχι μέσω συστηματικής ανάλυσης, αλλά μέσω επιλεκτικής ανάγνωσης δεδομένων, συγκινησιακού φορτίου και φιλτραρισμένων παραδειγμάτων. Ένα είδος «μετα-οικονομίας», όπου η Ελλάδα δεν είναι success story, αλλά ένα καμουφλαρισμένο ναυάγιο που αρμενίζει στον αυτόματο πιλότο.
Αν όμως βγούμε λίγο από την κάψουλα του σοσιαλμιντιακού σχολιασμού και δούμε την εικόνα όπως την αποτυπώνουν διεθνείς θεσμοί, οι αριθμοί μιλούν αμείλικτα και σε πλήρη αντίθεση με το αφήγημα της ααποτυχίας. Αρκεί να ξεπεράσουμε και το νέο φετίχ της αποπληθωρισμένης αριθμολογίας, που επαναλαμβάνεται μονότονα σε κάθε βίντεο. Διότι, όπως φαίνεται, ό,τι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ευθέως, πρέπει να «διορθωθεί» με αποπληθωρισμό, μπας και μειωθεί η λάμψη του. Μόνο που ακόμη και με στατιστικές προσαρμογές, το success story της Ελλάδας παραμένει προφανές, και ενίοτε ακόμη πιο εντυπωσιακό. Αν αυτό ενοχλεί, τότε το πρόβλημα δεν είναι ο πληθωρισμός, αλλά η πραγματικότητα.
Το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 28,3% από το 2019 έως το 2024, αγγίζοντας τα 237,6 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα, το δημόσιο χρέος μειώθηκε θεαματικά από 183,2% του ΑΕΠ το 2019 σε 153,6% το 2024, δηλαδή σχεδόν 30 ποσοστιαίες μονάδες κάτω, επίδοση που δεν έχει καταγραφεί σε άλλη ανεπτυγμένη οικονομία της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια. Ενώ η Γερμανία παλεύει με δημοσιονομικά ελλείμματα που φτάνουν στα όρια του συνταγματικού της «φρένου χρέους», η Ελλάδα πετυχαίνει πρωτογενή πλεονάσματα και σταθερή πτωτική πορεία του χρέους χωρίς κοινωνικές εκρήξεις.
Το επενδυτικό κλίμα είναι άλλο ένα σημείο που σκόπιμα αποσιωπάται. Από 20,3 δισ. ευρώ το 2019, οι επενδύσεις εκτινάχθηκαν στα 36,3 δισ. ευρώ το 2024, αύξηση άνω του 78%. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, από 11% το 2019 φτάσαμε το 15,3%. Σε μια εποχή που παραδοσιακά ισχυρές οικονομίες, όπως η Γαλλία, αντιμετωπίζουν κύματα αποβιομηχάνισης και αποεπένδυσης, η Ελλάδα προσελκύει νέες άμεσες ξένες επενδύσεις, από την τεχνολογία έως τα logistics, και από την ενέργεια μέχρι τη φαρμακοβιομηχανία. Αυτή η επιτυχία δεν περνά απαρατήρητη ούτε από τα διεθνή ΜΜΕ: οι Financial Times, το Bloomberg και η Handelsblatt έχουν αφιερώσει εκτενή αφιερώματα στην ελληνική ανάκαμψη, υπογραμμίζοντας τη θεαματική μεταστροφή της εικόνας της χώρας. Άλλα, θα μου πείτε, τι ξέρουν όλοι αυτοί μπροστά στους απανταχού Γιάνηδες..
Η αγορά εργασίας όχι μόνο άντεξε σε πανδημία, πληθωρισμό και ενεργειακή κρίση, αλλά κατέγραψε και άλμα στην απασχόληση: από περίπου 3,96 εκατομμύρια εργαζόμενους το 2019 - δηλαδή άτομα με πραγματική επαγγελματική δραστηριότητα, είτε ως μισθωτοί είτε ως αυτοαπασχολούμενοι - φτάσαμε τους 4,38 εκατομμύρια το 2025. Πάνω από 428.000 νέες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν μέσα σε πεντέμισι χρόνια, με ιδιαίτερη ενίσχυση στους νέους ηλικίας 18 - 29 ετών, των οποίων το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε από 47,6% το 2019 σε σχεδόν 55% το 2024, καταγράφοντας σημαντική βελτίωση στην πιο κρίσιμη ηλικιακή ομάδα εισόδου στην αγορά εργασίας.
Και ενώ οι αριθμοί δείχνουν πρόοδο, κάποιοι στα σοσιαλ μίντια επιμένουν να κοιτάζουν προς τα πίσω, και να μας παρουσιάζουν την Ελλάδα της κρίσης ως δήθεν παράδεισο σε σχέση με την Ελλάδα του σήμερα. Όσο δεινοί όμως και αν είναι κάποιοι στη δραματικοποίηση, η αλήθεια δεν κρύβεται.
Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 35,4%, από τα 650 ευρώ το 2019 στα 880 ευρώ το 2025. Οι μέσες ετήσιες αμοιβές ανά εργαζόμενο αυξήθηκαν από 19.609 ευρώ σε 22.176 ευρώ. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση σε μονάδες αγοραστικής δύναμης αυξήθηκε στο 81% του μέσου της ΕΕ, όταν το 2019 ήταν στο 77%. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκτοξεύθηκε από 20.800 ευρώ σε 27.800 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 33,7%. Πρόκειται για πραγματικά ιστορικές επιδόσεις, αλλά όχι αρκετά «δραματικές» για να αποκτήσουν views.
Κι αν τα παραπάνω μοιάζουν ψυχρά, ας δούμε τι σημαίνουν για την καθημερινότητα των πολιτών..
Οι καταθέσεις των νοικοκυριών εκτοξεύθηκαν από 110,4 δισ. ευρώ (Δεκ. 2019) σε 147 δισ. ευρώ στο τέλος του 2025. Η άνοδος 33% συνιστά ένδειξη εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και βελτίωσης των πραγματικών εισοδημάτων. Οι καταθέσεις των επιχειρήσεων σχεδόν διπλασιάστηκαν: από 21,4 δισ. σε 44,8 δισ. ευρώ, αύξηση 113,7%, αποδεικνύοντας πως το επιχειρείν δεν βιώνει ασφυξία, αλλά δυναμική ανάκαμψη.
Κι ενώ κάποιοι μιλούν για «αποτυχία κοινωνικής πολιτικής», οι δείκτες κοινωνικού αποκλεισμού βελτιώνονται διαρκώς. Το ποσοστό του πληθυσμού που βιώνει απόλυτη υλική στέρηση μειώθηκε από το 15,9% στο 11,5%, ενώ και το ποσοστό σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού περιορίστηκε στο 26,9%, σημειώνοντας υποχώρηση 2,1 μονάδων. Όχι, δεν ζούμε σε κοινωνικό παράδεισο, αλλά σίγουρα δεν είμαστε το δυστοπικό τοπίο που περιγράφεται με στόμφο και στεναγμό, εκτός αν ονειρεύεται κανείς την Ελλάδα ως μια αποτυχημένη εκδοχή «κοινωνικού κομμουνιστικού παραδείσου» τύπου Ρωσίας από τα παλιά. Αντιθέτως, η Κυβέρνηση έχει προβεί σε στοχευμένες παρεμβάσεις που μειώνουν τις κοινωνικές ανισότητες. Ο συντελεστής Gini (επίσημος δείκτης μέτρησης της ανισότητας) μειώθηκε από 33,4 το 2019 σε 31,4 το 2023, επιβεβαιώνοντας την τάση για μεγαλύτερη κοινωνική σύγκλιση.
Η πρόοδος αυτή δεν είναι τυχαία. Είναι αποτέλεσμα ενός συνεκτικού σχεδιασμού με σαφή στόχο: ένα κράτος σύγχρονο, ανταγωνιστικό και κοινωνικά ευαίσθητο. Και πίσω από αυτή την ενορχήστρωση, βρίσκεται ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος κατόρθωσε να ισορροπήσει μεταρρυθμίσεις με στήριξη, ανάπτυξη με αναδιανομή και πρόοδο με σταθερότητα.
Το πιο ηχηρό σημάδι αυτής της αλλαγής είναι ότι το brain drain αντιστράφηκε. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, οι επιστροφές Ελλήνων από το εξωτερικό ξεπέρασαν τις αναχωρήσεις. Έχουμε θετικό καθαρό ισοζύγιο, ένδειξη ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον χώρα φυγής, αλλά επιστροφής.
Όλα αυτά δεν είναι «αφηγήματα». Είναι δεδομένα. Είναι Eurostat, ΕΛΣΤΑΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Είναι οι ίδιες πηγές που επικαλούνται όσοι καταγγέλλουν την «κατάρρευση», αρκεί να τις κόψουν και να τις ράψουν ώστε να ταιριάζουν στο σενάριο. Γιατί τελικά, όπως είπε κάποτε ο Στιβ Μπάνον (πρώην στρατηγικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ και αυθεντία στην πολιτική δημαγωγία): «flood the zone with shit», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «κατακλύστε τη δημόσια σφαίρα με παραπληροφόρηση για να φτιάξετε εναλλακτική πραγματικότητα».
Κι όταν η πραγματικότητα δεν εξυπηρετεί, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Ένα μικρό μοντάζ, λίγη δραματοποίηση, κάνα δυο charts χωρίς context, και το success story μετατρέπεται σε «σκηνοθετημένη αποτυχία».
Το ερώτημα δεν είναι γιατί κάποιοι δεν βλέπουν την πρόοδο. Είναι γιατί κάποιοι τη φοβούνται. Και η απάντηση, ίσως, βρίσκεται όχι στην οικονομική επιστήμη, αλλά στην ψυχολογία της πολιτικής ματαίωσης. Είναι δύσκολο να χωνέψεις πως η χώρα που άλλοτε «θα χρεοκοπούσε σε 15 μέρες» σήμερα αποτελεί πρότυπο διαχείρισης κρίσεων. Πως η Ελλάδα καλπάζει εκεί όπου άλλοι σέρνονται. Πως η χώρα που ήταν το παράδειγμα προς αποφυγήν, γίνεται σταδιακά υπόδειγμα ανθεκτικότητας και μεταρρυθμίσεων.
Και είναι ακόμα πιο δύσκολο να το παραδεχτούν κάποιοι, όταν επί χρόνια έχτισαν ολόκληρη καριέρα - ακόμα και πολιτική - επενδύοντας στον αντίθετο ισχυρισμό.
Βλέπετε, υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στον οικονομολόγο και στον influencer που αναζητά το οικονομικό φως μέσα από τα φίλτρα του σοσιαλμιντιακού υπαρξισμού. Ο πρώτος εξετάζει τις μεταβλητές, συγκρίνει, αναλύει, και τελικά αποδέχεται την πρόοδο, έστω και αν δεν του είναι βολική στο αφήγημα. Ο δεύτερος προτιμά την αυθυποβολή της αποτυχίας, γιατί μόνο έτσι δικαιολογείται η γκρίνια του.
Και κάπου ανάμεσά τους, πλανιέται ο διαχρονικός Γιάνης με ένα «ν»: όχι πια ως Υπουργός, αλλά ως meme. Ένα φάντασμα που πλανάται πάνω από κάθε νέο, εγχώριο ή εκ της αλλοδαπής, influencer που θέλει να μας σώσει..από την ίδια μας την επιτυχία!