Τι θα κερδίσει το κράτος από την επίθεση στις μισθώσεις Airbnb;

Τι θα κερδίσει το κράτος από την επίθεση στις μισθώσεις Airbnb;

Τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb δεν είναι τα πρώτα. Είχαν προηγηθεί ήδη από το 2016, αντίστοιχα μέτρα από την κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου. Δηλαδή οι μισθώσεις τύπου Airbnb, έχουν μπει στο μάτι όλου του πολιτικού φάσματος.

Οι αιτίες σύμφωνα με το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι δυο.  Η πρώτη είναι η στρέβλωση που παρουσιάζεται στο χώρο των ακινήτων και στην έλλειψη προς ενοικίαση κατοικιών κυρίως στην Αθήνα και η δεύτερη είναι η μη φορολογική συμμόρφωση των ιδιοκτητών βραχυχρόνιων μισθώσεων. 

Ποια είναι η κατάσταση σήμερα; 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της AIRDNA, που καταγράφει διεθνώς όλα τα στατιστικά δεδομένα που αφορούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και αποτελεί ένα σπουδαίο αναλυτικό εργαλείο, οι καταχωρήσεις μισθώσεων τύπου Airbnb στην Αθήνα μόλις υπερβαίνουν τις 11.700. Είναι δηλαδή αστείο, να θεωρείται πως τα 11.700 ακίνητα που ενοικιάζονται μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων  στρεβλώνουν την αγορά. 

Διότι είναι προφανές πως η στρέβλωση της αγοράς ενοικίασης ακινήτων οφείλεται στην υπερφορολόγηση της ιδιοκτησίας ακινήτων και των εισοδημάτων που απορρέουν από την εκμετάλλευση τους. Οι φόροι και τα έξοδα ιδιοκτησίας όπως είναι ο ΕΝΦΙΑ, το ΤΑΠ, τα Κτηματολόγια, τα Υποθηκοφυλακεία, τα ενεργειακά πιστοποιητικά, οι ηλεκτρονικές ταυτότητες αλλά και οι υποχρεωτικές ενεργειακές παρεμβάσεις και αναβαθμίσεις που θα απαιτηθούν σε βάθος χρόνου. 

Η δε φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων των ακινήτων από την εποχή της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, παραμένει αμετάβλητη. Επί κυβέρνησης Σύριζα – Ανεξάρτητων Ελλήνων, υπήρξε αύξηση του φορολογικού συντελεστή των εισοδημάτων ακινήτων, από το 11% στο 15% για εισοδήματα από ενοίκια μέχρι 12.000 και από 33% σε 35% για ποσά άνω των 12.001 μέχρι τα 35.000. Και προστέθηκε και ο φορολογικός συντελεστής 45% για εισοδήματα άνω των 35.001 ευρώ. Μια αύξηση που παραμένει αμετάβλητη από το 2019 μέχρι σήμερα, με τη σημερινή οικονομικά φιλελεύθερη κυβέρνηση να μην αντιμετωπίζει το πρόβλημα.

Εύκολα λοιπόν διαπιστώνουμε, πως δεν είναι το Airbnb, η βασική αιτία της στρέβλωσης της αγοράς ακινήτων και της ανατροπής του ισοζυγίου ανάμεσα την προσφορά και στη ζήτηση ακινήτων προς ενοικίαση. Αλλά οι υπερβολικές φορολογικές επιβαρύνσεις.

Ας εξετάσουμε και το θέμα της φορολογικής συμμόρφωσης. Τα φορολογικά έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις βρίσκονται σήμερα στα 600 εκατ. ευρώ. Οι ειδικές εφαρμογές που έχει αναπτύξει η ΑΑΔΕ μαζί με την επίσημη συνεργασία με τις πλατφόρμες που χρησιμοποιούνται όπως είναι η Airbnb, η Booking, η Vrbo, η Tripping, η Home2Go και άλλες, έχουν επιτύχει την είσπραξη του 90% των συνολικών εσόδων από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Υπολογίζεται πως το ύψος των συνολικών εσόδων των ιδιοκτητών του οικοσυστήματος της βραχυχρόνιας μίσθωσης θα προσεγγίσει φέτος τα 4 δισ. ευρώ. Οπότε και το δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας, ανατρέπεται με σχετική ευκολία.

Η κυβέρνηση δηλώνει σήμερα πως ναι μεν θέλει τη βραχυχρόνια μίσθωση, αλλά τη θεωρεί «ασύδωτη» και υπαίτια για την εκτόξευση των ενοικίων και για τη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Και ποια μέτρα λαμβάνει;  Πώς παρεμβαίνει για την υποχώρηση των τιμών των ενοικίων; Πώς παρεμβαίνει με την ανατροπή της στρέβλωσης του ανταγωνισμού; Και ποιου ανταγωνισμού; Διότι εδώ κρύβεται η ουσία.

Ο αόρατος ελέφαντας στο δωμάτιο είναι ο ξενοδοχειακός κλάδος, που θεωρεί τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σαν ανταγωνιστική δραστηριότητα. Που δεν είναι. Διότι οι φιλοξενούμενοι των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι επισκέπτες, που αναζητούν να μείνουν σε «ένα σπίτι μακριά από το σπίτι τους», ή όπως είναι ο δόκιμος αγγλοσαξονικός όρος «home away from home». Ή ξένοι επισκέπτες που επιζητούν να ζήσουν σαν «ντόπιοι» μέσα στις γειτονιές των πόλεων, με τις ανέσεις ενός σπιτιού και σε τιμές αισθητά χαμηλότερες από τις αντίστοιχες ενός ξενοδοχείου.  

Επιβάλει λοιπόν η κυβέρνηση ΦΠΑ και τέλη, όπως στα ξενοδοχεία και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια, σε όσους ενοικιάζουν πάνω από 2 ακίνητα στις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης. Δηλαδή δυσκολεύει τη ζωή των ιδιοκτητών, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζει επιπλέον έσοδα για το Δημόσιο. Πώς θα επιβάλει τον ΦΠΑ στον ιδιώτη ενοικιαστή; Πώς θα καταβάλει ο ιδιώτης σαν φυσικό πρόσωπο τον ΦΠΑ στο κράτος; Θα συμψηφίζει τον ΦΠΑ που θα εισπράττει ο ιδιώτης, με τον ΦΠΑ που καταβάλει στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας, νερού ή σε άλλες δαπάνες; Ή μήπως με αυτόν τον τρόπο ωθεί τους ιδιοκτήτες να ιδρύσουν εταιρείες και να εντάξουν εκεί τα εισοδήματα τους από τη βραχυχρόνια ενοικίαση των ακινήτων τους; 

Εκτός από την αύξηση του κόστους για τον ενοικιαστή, φιλοξενούμενο ή guest, σύμφωνα με τη διεθνή ορολογία, που γίνεται ίσως και αποτρεπτική, τα έσοδα του κράτους δεν θα αυξηθούν. Διότι σήμερα ο ιδιοκτήτης καταβάλει 35% φόρο στο σύνολο των εσόδων από ενοίκια, ενώ μέσω ενός νομικού προσώπου θα πληρώνει 22% και μάλιστα μετά από την αφαίρεση εξόδων. 

Περιμένουμε από την κυβέρνηση να μας πει με δυο απλά λόγια, το τι ακριβώς επιδιώκει με την εφαρμογή αυτών των νέων μέτρων για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. 

Ποια είναι τα επιπλέον φορολογικά έσοδα, που προβλέπει να αντλήσει από τις μισθώσεις τύπου Airbnb μέσω της εφαρμογής του ΦΠΑ; 

Ποιος είναι ο αριθμός των κατοικιών που έχει θέσει σαν στόχο για να επιστρέψουν από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις στις μακροχρόνιες;

Πιστεύουν πως μέσω αυτών των μέτρων θα αποκατασταθεί η στρέβλωση της αγοράς κατοικίας;