Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Έπειτα από μια δεκαετία κρίσεων και περιορισμών, η Ελλάδα σημειώνει σήμερα θετικό ρυθμό ανάπτυξης, έχει ανακτήσει τη δημοσιονομική της σταθερότητα και την εμπιστοσύνη των αγορών.
Το πραγματικό στοίχημα είναι, όμως, μπροστά μας: να μετατρέψουμε την πρόοδο σε διατηρήσιμη ευημερία, διαμορφώνοντας ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, το οποίο θα στηρίζεται στις επενδύσεις, στην καινοτομία, στην εξωστρέφεια, σε ποιοτικές θέσεις εργασίας. Θεμελιώδη ρόλο σε αυτή την προσπάθεια έχει η διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού φορολογικού και ασφαλιστικού περιβάλλοντος.
Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει σημαντικά βήματα στη σωστή κατεύθυνση. Μειώθηκαν οι συντελεστές φορολογίας εισοδήματος, περιορίστηκαν οι εργοδοτικές εισφορές, βελτιώθηκε η ψηφιακή εξυπηρέτηση μέσω ΑΑΔΕ και ΕΦΚΑ, απλοποιήθηκαν διαδικασίες και δόθηκαν κίνητρα για επενδύσεις. Αυτές οι παρεμβάσεις αναβάθμισαν αισθητά το επιχειρηματικό περιβάλλον και συνέβαλαν στη σταδιακή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Ωστόσο, χρειάζεται να προχωρήσουμε με ακόμη πιο τολμηρά και γρήγορα βήματα, σε μια εποχή όπου ο ανταγωνισμός σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο εντείνεται.
Ζητούμενο είναι ένα φορολογικό και ασφαλιστικό πλαίσιο, το οποίο θα είναι σταθερό, προβλέψιμο και δίκαιο, θα επιβραβεύει τη συνέπεια, θα ενισχύει την επενδυτική δραστηριότητα, θα διευκολύνει την καθημερινότητα της επιχείρησης.
Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών έχει προτείνει μια σειρά από παρεμβάσεις, που υπηρετούν αυτόν τον στόχο.
Μεταξύ αυτών, είναι η μείωση του συνολικού φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους. Η περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών, η κατάργηση των εισφορών στα bonus εργαζομένων και η σταδιακή εξίσωση της φορολογίας μισθωτών, επαγγελματιών και επιχειρήσεων θα ενισχύσουν την απασχόληση και θα μειώσουν τα αντικίνητρα για ανάπτυξη. Παράλληλα, φορολογικά κίνητρα για την επανεπένδυση κερδών σε καινοτομία, ψηφιοποίηση και πράσινη μετάβαση θα στηρίξουν τη δημιουργία μιας σύγχρονης και ανταγωνιστικής παραγωγικής βάσης.
Απαραίτητη είναι, επίσης, η μείωση της προκαταβολής φόρου και η δυνατότητα έκπτωσης στην εφάπαξ καταβολή φόρων, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων – ένα ζήτημα που εξακολουθεί να απασχολεί το σύνολο σχεδόν της αγοράς.
Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης μεταξύ επιχειρήσεων και Πολιτείας παραμένει κεντρικός στόχος. Στο πλαίσιο αυτό, ένα «Σύμφωνο Φορολογικής Συμμόρφωσης» για τις συνεπείς επιχειρήσεις, με προτεραιότητα στις επιστροφές ΦΠΑ, ταχύτερη εξυπηρέτηση και πρόσβαση σε δημόσιους διαγωνισμούς με ευνοϊκούς όρους, μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο κλίμα συνεργασίας. Ενισχυτικά σε αυτή την κατεύθυνση, μπορεί να λειτουργήσει η δημιουργία Μηχανισμού Ταχείας Επίλυσης Διαφορών, με θεσμική συμμετοχή των Επιμελητηρίων.
Πάγιο αίτημα της αγοράς είναι, επίσης, η θεσμική διασφάλιση της φορολογικής σταθερότητας σε ορίζοντα τουλάχιστον πενταετίας. Έχοντας σαφή δέσμευση ότι βασικοί φορολογικοί συντελεστές, όπως ο φόρος εισοδήματος, ο ΦΠΑ και οι εργοδοτικές εισφορές, θα έχουν ελάχιστη διάρκεια ισχύος και δεν θα τροποποιούνται αναδρομικά, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να προγραμματίζουν με ασφάλεια τα επενδυτικά τους σχέδια. Στην ίδια κατεύθυνση, μια «Λευκή Βίβλος Φορολογικής Πολιτικής», που θα τίθεται κάθε χρόνο σε διαβούλευση με τους παραγωγικούς φορείς, θα ενισχύσει τον διάλογο και τη διαφάνεια.
Η πρόοδος των τελευταίων ετών στην ψηφιοποίηση πρέπει να συνεχιστεί με ακόμα πιο ολοκληρωμένες λύσεις. Η δημιουργία μιας ενιαίας ψηφιακής πλατφόρμας για φορολογική και ασφαλιστική συμμόρφωση, που θα συγχρονίζει ΑΑΔΕ, ΕΦΚΑ και ΕΡΓΑΝΗ, θα μειώσει τη γραφειοκρατία και θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις. Η ενοποίηση δηλώσεων, καταβολών και ελέγχων θα απλοποιήσει σημαντικά την καθημερινότητα, ενώ η εισαγωγή μιας ενιαίας ρύθμισης οφειλών με σταθερούς όρους και αυτοματοποιημένη διαδικασία θα ενισχύσει τη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η στήριξη των νεοφυών και μικρών επιχειρήσεων, που είναι ο πυρήνας της καινοτομίας και της απασχόλησης. Ένα πενταετές ειδικό καθεστώς φορολογικών και ασφαλιστικών ελαφρύνσεων, μαζί με μηδενικό φόρο στα διανεμόμενα κέρδη για τα τρία πρώτα χρόνια λειτουργίας, θα στείλει ένα σαφές μήνυμα στήριξης προς τη νέα επιχειρηματικότητα.
Τέλος, η θεσμοθέτηση ενός Δείκτη Φοροασφαλιστικής Σταθερότητας και Ανταγωνιστικότητας θα επιτρέψει τη συστηματική αξιολόγηση κάθε μεταρρύθμισης και τη σύγκριση με τις ευρωπαϊκές πρακτικές, ώστε η πολιτική να βασίζεται σε μετρήσιμα αποτελέσματα.
Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι μπορεί να βελτιώνει σταθερά το επιχειρηματικό της περιβάλλον. Το ζητούμενο σήμερα είναι να επιταχύνουμε αυτόν τον ρυθμό αλλαγών και να δώσουμε ακόμα πιο δυναμικά το σήμα ότι η χώρα είναι έτοιμη να στηρίξει επενδύσεις, καινοτομία και ποιοτικές δουλειές. Μόνο έτσι θα πετύχουμε τον πραγματικό παραγωγικό μετασχηματισμό που χρειάζεται η οικονομία και η κοινωνία μας.
*Γιάννης Μπρατάκος, Πρόεδρος ΕΒΕΑ