Με μια απόφαση-κόλαφο για τις ευθύνες των τραπεζών, η δικαιοσύνη απαντά στο ζήτημα του υπερδανεισμού των οφειλετών που σήμερα δε μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Για πρώτη φορά δε, δικαστική απόφαση θέτει επί τάπητος ζήτημα συνευθύνης των τραπεζών και συνυπαιτιότητάς τους για τη μη αποπληρωμή δανείων τα οποία χορηγούσαν αφειδώς.
Η απόφαση μπορεί να αφορά κατώτερη βαθμίδα δικαιοσύνης, αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο του αποκαλούμενου νόμου Κατσέλη και έχει ιδιαίτερη σημασία για όσους έχουν προσφύγει σε αυτή τη διαδικασία προστασίας.
Η απόφαση είναι του Ειρηνοδικείου της Πάτρας (υπ''αριθμόν 587/2015) και για πρώτη φορά βάζει στο κάδρο και τις τράπεζες για την συμμετοχή στους στον ελληνικό υπερδανεισμό, αφού στο αίτημα των 4 τραπεζών που είχαν δανείσει το ζευγάρι των οφειλετών να αναγνωριστεί δόλος τους δανειολήπτες για τη μη αποπληρωμή των δόσεων απαντά ξερά πως συνυπεύθυνες είναι οι τράπεζες:
«….δεν είναι δόλιος ο οφειλέτης που από αμέλεια ακόμη και βαριά ή συνειδητή αμέλεια, προέβλεψε ή δεν απέτρεψε την αδυναμία του προς πληρωμή των χρεών του, επειδή πίστευε, ή ήλπιζε ότι το αποτέλεσμα αυτό δεν θα επέλθει, αποβλέποντας σε ευνοϊκή ρύθμιση των τραπεζών ή βελτίωση των συνθηκών της ζωής του και των εισοδημάτων του….
Αλλά ακόμη και εάν ήθελε γίνει δεκτό ότι οι αιτούντες προέβησαν σε υπερβολικό δανεισμό δυσανάλογο της οικονομικής τους δυνατότητας και πάλι δεν μπορεί να θεμελιωθεί δόλια συμπεριφορά τους τέτοια που να μην δικαιολογεί την ένταξή τους στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του νόμου.
Και αυτό γιατί στο δανεισμό τους συνέβαλαν αποφασιστικά και οι τράπεζες, οι οποίες παρότι γνώριζαν την οικονομική τους κατάσταση από τα οικονομικά στοιχεία που τους έθεσαν υπόψη- και πάντως ήταν ευχερής ο έλεγχος τους- τα οποία μπορούσαν να ζητήσουν αρνούμενες την χορήγηση των δανείων, όχι μόνο δεν τους απέτρεψαν, αλλά αντίθετα, υπό το κλίμα της πιστωτικής ευφορίας της εποχής, με ευκολία χορήγησαν τα παραπάνω ποσά, προκαλώντας τους την πεποίθηση και την αισιοδοξία ότι θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτησή τους και έτσι τους ενέπλεξαν σε υπερβολικό δανεισμό και σε εξάρτησή τους από αυτόν, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στο οικονομικό τους αδιέξοδο. Υπό τα δεδομένα αυτά, μόνο ενσυνείδητη αμέλεια μπορεί να αποδοθεί στους αιτούντες, η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί αρκετή για την μη ένταξη τους στις ρυθμίσεις του νόμου».