Σύννεφα εξ ανατολών, νέος φόβος των επενδυτών για την Ελλάδα

Σύννεφα εξ ανατολών, νέος φόβος των επενδυτών για την Ελλάδα

Του Γιώργου Φιντικάκη

Κάποτε το country risk της Ελλάδας ήταν οικονομικό, σήμερα είναι γεωοπολιτικό. Κάποτε το σύννεφο βρισκόταν στο Ιράκ, σήμερα είναι πάνω από τη Συρία, όπου πολεμά η Τουρκία, ενώ συχνά-πυκνά ρίχνει και τη σκιά του στο Αιγαίο, πλησιάζοντας προς τα δυτικά.

Η οικονομία είναι ψυχολογία. Η συνεχής ένταση στην περιοχή δημιουργεί ένα νέο φόβο, ο οποίος ευτυχώς δεν έχει ακόμη αποτυπωθεί στον τουρισμό, την οικονομία, και τις επενδύσεις. Ο επιχειρηματικός κόσμος από την πλευρά του αποφεύγει συνειδητά να "φουσκώνει" το θέμα.

Είναι ευνόητη η στάση του. Ξορκίζει τον γεωπολιτικό κίνδυνο, καθώς είναι το τελευταίο που θα ήθελε σε μια στιγμή που προσδοκά σε οφέλη από το γύρισμα της οικονομίας και ανοίγματα μετά από χρόνια επενδυτικής ξηρασίας και ύφεσης. Ο φόβος ωστόσο είναι υπαρκτός.

Συνηθισμένοι σε εντάσεις οι εγχώριοι παίκτες, ανησυχούν περισσότερο για την ζημιά που μπορεί να κάνει στο επενδυτικό κλίμα η έκταση που παίρνει στα ξένα μέσα ενημέρωσης η τουρκική επιθετικότητα, παρά γι'' αυτό καθ'' εαυτό το γεγονός. Από τη πλευρά τους οι ξένοι, δίχως να έχουν ανάλογες εμπειρίες με τους Ελληνες, παρακολουθούν πιο αμήχανα την αντιπαράθεση των δύο χωρών, επιχειρώντας κυρίως να αξιολογήσουν το country risk. Αμφότεροι αναγνωρίζουν ότι η κλιμάκωση και οι εκτενείς αναφορές στον διεθνή Τύπο, δεν βοηθούν το επενδυτικό αφήγημα της Ελλάδας.

Οχι, ουδείς προβλέπει σύρραξη με την Τουρκία. Ουδείς όμως αποκλείει και όξυνση της έντασης. Εννοείται ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα πληγεί πρώτα ο τουρισμός και των δύο χωρών, με τη διαφορά ότι η Τουρκία έχει πάψει εδώ και καιρό να θεωρείται ασφαλής τόπος για ποιοτικές διακοπές. Υπό αυτή την έννοια, μεγαλύτερο θα είναι το κόστος για εμάς.

Κι όλα αυτά συμβαίνουν, ενώ το ρίσκο υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων στην ελληνική οικονομία, και ο κίνδυνος νέων πολιτικών και οικονομικών αναταράξεων, δεν έχουν εξαφανισθεί. "Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα μη φιλική στις επενδύσεις, υποτιμημένη σε όρους αξίας περιουσιακών στοιχείων, αλλά υψηλού ρίσκου με βάση την αναλογία επενδυτικού κινδύνου και προσδοκώμενης απόδοσης”, αναφέρει υψηλόβαθμο στέλεχος της κεφαλαιαγοράς που έχει συχνές επαφές με funds.

Τυχαίο δεν είναι ότι οι μακροπρόθεσμοι θεσμικοί επενδυτές, (όπως τα funds του Αμπου Ντάμπι, της Νορβηγίας, κ.ό.κ.) δεν "βλέπουν" ακόμη Ελλάδα. Και αυτό γιατί η πιστοληπτική της αξιολόγηση βρίσκεται στο junk. Τέτοια funds έχουν δικλείδες ασφαλείας, ώστε όταν η χώρα μας μπει σε επενδυτική βαθμίδα, αυτόματα θα ενταχθεί στα ραντάρ τους ως επενδυτικός προορισμός. Ετσι έως σήμερα, ένα πολύ μικρό ποσοστό του χαρτοφυλακίου τους, π.χ. το 1%, "κατευθύνεται" σε χώρες junk, όπως η δική μας.

Πλέον όμως, το γεγονός ότι έχει εμφανισθεί στον ορίζοντα και ο γεωπολιτικός κίνδυνος καθιστά δυσκολότερη την αναρρίχηση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα. Γίνεται πιο δύσκολο να ξεφύγουμε από την κατηγορία junk, καθώς όλοι αυτοί οι οίκοι συνυπολογίζουν στις αποφάσεις τους το γεωοπολιτικό ρίσκο.

Τα παραπάνω δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί στην οικονομία. Επιχειρήσεις που είτε αποτελούν θυγατρικές ξένων εταιρειών, είτε συνομιλούν καθημερινά με ξένους, διαβεβαιώνουν ότι δεν έχουν εισπράξει παρόμοια μηνύματα.

"Ακόμη δεν με ανησυχεί", λέει στο Liberal για την ένταση στα ελληνοτουρκικά, τραπεζικό στέλεχος με ατζέντα τις επενδύσεις. "Πάμε και φέτος για ρεκόρ αφίξεων στον τουρισμό", σημειώνει στέλεχος γερμανικής εταιρείας με παρουσία στην Ελλάδα, ενώ επικεφαλής εταρείας παροχής συμβούλων για επιχειρήσεις, εξηγεί ότι το πραγματικό πρόβλημα παραμένει το μη φιλικό προς τις επενδύσεις κλίμα.

"Οι εντάσεις με την Τουρκία είναι τόσο συνηθισμένες, που οι επενδυτές τις θεωρούν μέρος της επίπλωσης", σχολιάζει στο Liberal ο Iain Begg, ερευνητικός εταίρος στο European Institute του London School of Economics, γνώστης από παλιά της ελληνικής πραγματικότητας. Και εξηγεί ότι ο γεωοπολιτικός κίνδυνος είναι πολύ μικρότερος στην κλίμακα των κινδύνων που συνεπάγεται μια επένδυση στην Ελλάδα συγκριτικά με τα "συνήθη ρίσκα" της αργής απονομής δικαιοσύνης, της αμφιβολίας για την πορεία των μεταρρυθμίσεων και της πολιτικής σταθερότητας.

Δεν έχουν όμως όλοι την ίδια γνώμη. "Ασφαλώς και η προκλητικότητα της Τουρκίας εγείρει ανησυχίες και μπορεί να βλάψει την οικονομία και τις επενδύσεις", απαντά ο Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Και θεωρεί ότι η ένταση δεν έχει ακόμη αγγίξει την οικονομία, επειδή βρίσκεται σε ελεγχόμενα επίπεδα. Τυχόν κλιμάκωσή της, ασφαλώς και θα λειτουργήσει αποτρεπτικά σε επίπεδο τουρισμού, κλίματος και επενδύσεων.