Real Estate: Η στροφή στα πράσινα κτίρια και τα νέα projects

Real Estate: Η στροφή στα πράσινα κτίρια και τα νέα projects

Δίχως προηγούμενο είναι η κινητικότητα που καταγράφουν τα νέα έργα ανάπτυξης κτιρίων. Η προσαρμογή στα δεδομένα της κλιματικής αλλαγής, που οδηγεί στην κατακόρυφη αύξηση βιοκλιματικών κτιρίων, σε συνδυασμό με σημαντικό αριθμό έργων αποκατάστασης διατηρητέων έχουν διευρύνει σημαντικά το αντικείμενο για τεχνικές εταιρίες και developers.

Παρά δηλαδή, τις ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, τα σχέδια για νέα κτιριακά έργα δεν παύουν να αυξάνονται και να πληθύνονται. Το τελευταίο διάστημα, στα μεγάλα ιδιωτικά projects κτιρίων προστίθενται έργα που «τρέχει» το Δημόσιο ή φορείς του και αφορούν την αποκατάσταση του πλούσιου αποθέματος των διατηρητέων κτιρίων.

Σε αυτά ανήκουν το έργο ανάπλασης του κτιρίου στη Λεωφόρο Πατησίων 61 και την οδό Σκαραμαγκά στην Αθήνα, όπου διέμενε από το 1937 έως το 1945 η Μαρία Κάλλας. Ο ΕΦΚΑ ως ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ενοικιάζει μακροχρόνια το κτίριο στην αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Ακαδημία Λυρικής Τέχνης Μαρία Κάλλας, με την τελευταία να φιλοδοξεί να μετατρέψει σε Ακαδημία Λυρικής μουσικής το ακίνητο. Πλέον, το σχέδιό της βρίσκεται πιο κοντά στην αφετηρία, μιας και πρόσφατα εξασφάλισε την έγκριση της οικοδομικής άδειας, γεγονός που σημαίνει ότι είναι σε θέση όποτε επιθυμεί να ξεκινήσει τις κατασκευαστικές εργασίες.

«Κλειδί», βέβαια, είναι το έργο, που τοποθετείται σε περίπου 6 εκατ. ευρώ, να εξασφαλίσει χρηματοδότηση μέσω του ΕΣΠΑ, διαδικασία που αποτελεί θέμα χρόνου, όπως αναφέρουν όσοι γνωρίζουν. Σε κάθε περίπτωση, η ανάπλαση του κτιρίου θα συμβάλει στην περαιτέρω αναγέννηση της ευρύτερης περιοχής που βρίσκεται κοντά στο Μουσείο και το Ζάππειο και παραμένει, σε μεγάλο βαθμό υποβαθμισμένη.

Το δεύτερο σημαντικό έργο που κινητοποιεί την αγορά αφορά την αποκατάσταση ενός ακόμη διατηρητέου που βρίσκεται πιο κεντρικά και συγκεκριμένα στην οδό Φιλελλήνων 9 και Ξενοφώντος στο Σύνταγμα. Το ακίνητο έχει μακρά ιστορία. Κατασκευάστηκε  στις αρχές του 20ου αιώνα και αγοράστηκε το 1906 από τον διπλωμάτη Αλέξανδρο Γ. Σούτσο ο οποίος διέμενε σε αυτό μαζί με τη σύζυγό του Ζωή.

Εν τέλει το ακίνητο κατέληξε στο Δημόσιο ως κληροδότημα της Ζωής Σούτσου (που έφυγε τελευταία από τη ζωή, καθώς είχε προηγηθεί ο θάνατος του συζύγου της). Το κτίριο χρησιμοποιήθηκε, κατά τη διάρκεια των ετών, από σειρά φορέων του Δημοσίου μέχρι το 2010. Έκτοτε δηλαδή, παραμένει εγκαταλελειμμένο. Πρόκειται όμως, να φιλοξενήσει τα γραφεία του Οικονομικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Για το σκοπό αυτό, αυτές τις ημέρες τρέχει διαγωνισμός για την κατάρτιση των απαιτούμενων μελετών για την αναβάθμιση του ακινήτου, οι οποίες έχουν ορίζοντα οκτώ ετών και αποσκοπούν στην αναβάθμιση και αξιοποίηση του  κτιρίου.

Το τρίτο, μνημειακού χαρακτήρα, έργο περιλαμβάνει το πρώην δημόσιο καπνεργοστάσιο που ανήκει στη Βουλή των Ελλήνων του οποίου οι μελέτες αναβάθμισης, προϋπολογισμού 180 χιλ. ευρώ, εντάχθηκαν, πρόσφατα, στο ΕΣΠΑ 2014-2020. Το κτίριο έχει επιφάνεια 19.000 τ.μ. με τμήμα (6.500 τ.μ.) να ανακαινίζεται πρόσφατα ως προϊόν ιδιωτικής πρωτοβουλίας, δηλαδή από τον οργανισμό ΝΕΟΝ. Πλέον, μέσω των προωθούμενων μελετών, δρομολογείται μία ολιστική πρόταση αξιοποίησης του ακινήτου με στόχο το έργο αποκατάστασης να ενταχθεί στο ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027.

Η στροφή στα πράσινα κτίρια


Σε παράλληλο χρόνο, κοινό παρονομαστή όλων των νέων κτιρίων αποτελεί ο βιοκλιματικός χαρακτήρας τους. Όχι άδικα, καθώς υπολογίζεται ότι το δομημένο περιβάλλον είναι υπεύθυνο για το 38% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Εκτός όμως, από τα οφέλη για το περιβάλλον τα «πράσινα» κτίρια υπόσχονται και σημαντικές υπεραξίες για τους επενδυτές, αλλά και μειωμένο κόστος για τους χρήστες. Εκτιμάται ότι ένα ακίνητο με πιστοποιητικό Breeam πωλείται υψηλότερα κατά 10,5%, σε σχέση με αντίστοιχες ιδιοκτησίες χωρίς τη συγκεκριμένη πιστοποίηση. Επίσης, για τέτοιου είδους κτίρια υπολογίζεται ότι τα ενοίκια είναι υψηλότερα-σε σχέση με τα υπόλοιπα ακίνητα- από 3,7% έως 12,3%.

Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή κατασκευάζονται 109.520 τ.μ. πράσινων κτιρίων, ενώ στους «πρωταγωνιστές» των συγκεκριμένων επενδύσεων ανήκουν η Prodea, η Dimand, η Ten Brinke και οι τεχνικές εταιρείες.