Μήπως μετά την ψηφιακή τεχνολογία, έρχεται η επιστροφή των φυσικών επιστημών;
P. Caine, CEO Thales Group

Μήπως μετά την ψηφιακή τεχνολογία, έρχεται η επιστροφή των φυσικών επιστημών;

Πριν από δέκα και πλέον χρόνια, ο Marc Andreessen έμεινε στην ιστορία με τη φράση «το λογισμικό καταβροχθίζει τον κόσμο». Ήταν η απόλυτη περιγραφή μιας αλλαγής που χαρακτήρισε μια ολόκληρη εποχή, όπου η ψηφιακή τεχνολογία - από τους υπολογιστές και τα smartphones μέχρι το διαδίκτυο και την Τεχνητή Νοημοσύνη - άλλαξε ριζικά την καθημερινότητά μας και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η παγκόσμια οικονομία.

Αυτός ο κύκλος μετασχηματισμού σημαδεύτηκε από θεαματικές ανακαλύψεις, συχνά προερχόμενες από startups που μέσα σε λίγους μήνες μπορούσαν να ανατρέψουν ολόκληρους κλάδους, αξιοποιώντας την ισχύ των ψηφιακών εργαλείων.

Η μεγάλη ταχύτητα με την οποία υλοποιήθηκαν αυτές οι ανακαλύψεις κατέστη δυνατή χάρη στον πολλαπλασιασμό των δεδομένων, τη διαθεσιμότητα ισχυρών υπολογιστικών υποδομών, που επέτρεψαν στις εταιρείες να περάσουν από την ιδέα στην πραγματοποίηση και τη μαζική παραγωγή σε χρόνο-ρεκόρ, καθώς και την άπλετη χρηματοδότηση και τα σχετικά χαμηλά εμπόδια εισόδου στην αγορά.

Όμως το μοντέλο κάποτε τελειώνει. Οι συνθήκες που το ευνόησαν δύσκολα θα επαναληφθούν στο μέλλον. Μπαίνουμε σε μια νέα εποχή, όπου η καινοτομία δεν θα στηρίζεται πια σε αλλαγές της καθημερινότητας, αλλά σε ουσιαστική επιστημονική πρόοδο. Mε λίγα λόγια, η καινοτομία θα γίνει ακόμα πιο απαιτητική.

Οι πιο υποσχόμενες αναδυόμενες τεχνολογίες (κβαντική, πυρηνική σύντηξη, βιοτεχνολογία, νέα υλικά, διεπαφές εγκεφάλου-μηχανής) συνδέονται άρρηκτα με επιστημονική εργασία πολύ υψηλού επιπέδου.

Η ανάπτυξή τους απαιτεί πολύ χρόνο, σύνθετες υποδομές, εξειδικευμένες γνώσεις και χρηματοδότηση με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, προτού φανεί το οικονομικό τους αποτύπωμα. Δεν πρόκειται πλέον απλώς για ζήτημα ευελιξίας, επινοητικότητας του λογισμικού ή σχεδιασμού του χρήστη: αυτή είναι και η πρόκληση για την εφαρμοσμένη επιστήμη.

Αυτό δεν σημαίνει το τέλος της ψηφιακής τεχνολογίας. Αντιθέτως, η ψηφιακή τεχνολογία θα παραμείνει ουσιώδες θεμέλιο για τον σχεδιασμό, την προσομοίωση, τη βιομηχανοποίηση και τη διάδοση αυτών των καινοτομιών. Όμως η πηγή των ανακαλύψεων θα μετακινηθεί στα όρια της επιστημονικής γνώσης. Δεν πρόκειται για αντικατάσταση, αλλά για σύγκλιση: εκείνη του λογισμικού με τις φυσικές επιστήμες.

Προηγμένα ψηφιακά εργαλεία, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, θα συμβάλουν, για παράδειγμα, στην ταχύτερη και αποδοτικότερη παραγωγή νέων υλικών. Αντιστρόφως, η πρόοδος στις φυσικές επιστήμες θα αυξήσει τις δυνατότητες των ψηφιακών εργαλείων, ιδίως της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Σε κάθε περίπτωση, γινόμαστε μάρτυρες μιας πραγματικής αλλαγής που επαναπροσδιορίζει τον χάρτη των δεξιοτήτων, των οικονομικών μοντέλων και των οικοσυστημάτων καινοτομίας.

Η Ευρώπη έχει κάποια πλεονεκτήματα που μπορούν να την αναδείξουν σε αυτή τη νέα εποχή: βιομηχανίες με τεχνολογικό DNA και αντοχή στον χρόνο, που έχουν τα εφόδια να επιτύχουν, ισχυρό ακαδημαϊκό δίκτυο και μια επιστημονική κουλτούρα που παραμένει ζωντανή, παρά την έλλειψη ταλέντων σε κρίσιμους τομείς.

Ωστόσο, πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για αυτήν την επιτυχία. Ξεκινώντας από τη δημιουργία ενός σταθερού και ευνοϊκού ρυθμιστικού, φορολογικού και πολιτικού περιβάλλοντος, ικανού να στηρίξει μακροπρόθεσμες επενδύσεις, και δίνοντας έμφαση στη σύνδεση δημόσιας έρευνας και επιχειρηματικότητας και στην ανάπτυξη μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής στρατηγικής απέναντι στις στρατηγικές ισχύος ορισμένων κρατών.

Ο κόσμος του αύριο δεν θα είναι λιγότερο ψηφιακός. Όμως οι μεγάλες καινοτομίες θα έρχονται ολοένα και περισσότερο από εταιρείες που επενδύουν σε ουσιαστική έρευνα και συνδυάζουν τις ψηφιακές με τις φυσικές επιστήμες.

Το ερώτημα είναι: θα έρχονται και από την Ευρώπη; Nαι, αν αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της, η Γηραιά Ήπειρος - που σε μεγάλο βαθμό έχασε την επανάσταση των μεγάλων ψηφιακών πλατφορμών - μπορεί να ηγηθεί της deep tech επανάστασης.


* Ο Patrice Caine είναι CEO Thales Group