Τροπολογία με την οποία διευκολύνονται οι τράπεζες να αποπληρώσουν τις προνομιούχες μετοχές που είχαν εκδώσει προς το ελληνικό Δημόσιο με το νόμο Αλογοσκούφη, στο πλαίσιο της ενίσχυσής τους, περιλαμβάνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που ψηφίζεται σήμερα στη Βουλή.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται να δοθεί επί της ουσίας η δυνατότητα στα πιστωτικά ιδρύματα να εξαγοράσουν, έχοντας τη σύμφωνη γνώμη της εποπτικής αρχής, συνολικά ή εν μέρει τις προνομιούχες μετοχές του Δημοσίου, είτε με μετρητά, είτε με έκδοση άλλων κεφαλαιακών μέσων, δηλαδή ομολόγων, ίσης αξίας, είτε με συνδυασμό των δύο αυτών τρόπων.
Η τροπολογία έχει στόχο να διευκολύνει την αποπληρωμή των προνομιούχων μετοχών, καθώς από την 1η Ιανουαρίου του 2018, με βάση το ισχύον εποπτικό πλαίσιο, αυτές δεν θα προσμετρώνται στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών και θα πρέπει να αντικατασταθούν με άλλης μορφής επιλέξιμα κεφάλαια.
Σημειώνεται ότι Alpha Bank και Τρ. Πειραιώς έχουν ήδη αποπληρώσει στο ελληνικό Δημόσιο τις προνομιούχες μετοχές ύψους 940 εκατ. ευρώ και 750 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα.
Στην περίπτωση που επιλεγεί ανταλλαγή των προνομιούχων μετοχών με ομόλογα, αυτά θα έχουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σύμφωνα με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα πιστωτικά ιδρύματα. Το Ελληνικό Δημόσιο, ως κάτοχος, θα λαμβάνει ετήσια απόδοση (κουπόνι), το οποίο θα καταβάλλεται σε εξαμηνιαία βάση. Το ύψος του υπολογίζεται με βάση το μέσο όρο απόδοσης του 10ετούς ομολόγου του Δημοσίου κατά το πρώτο 15θήμερο του Ιουνίου 2017, αυξημένη κατά πενήντα μονάδες βάσης και δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 6%.
Σύμφωνα με την τροπολογία, οι προτεινόμενες διατάξεις δεν θα θίγουν τα εποπτικά κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, επίσης με τις προτεινόμενες διατάξεις, εκτός του συγκεκριμένου ανταλλάγματος που θα λαμβάνει το ελληνικό δημόσιο, θα προσδιοριστεί χρονικά η επιστροφή των κεφαλαίων, σε αντίθεση με τις προνομιούχες μετοχές, για τις οποίες δεν προβλέπεται ημερομηνία αποπληρωμής και θα βελτιωθεί σημαντικά η κατάταξη του Δημοσίου, σε περίπτωση αφερεγγυότητας της τράπεζας, σε σχέση με την υφιστάμενη ως κατόχου προνομιούχων μετοχών. Τα εν λόγω ομόλογα θα είναι μεταβιβάσιμα και διαπραγματεύσιμα, γεγονός που επιτρέπει στο ελληνικό Δημόσιο την καλύτερη αξιοποίησή τους ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς.
Τα δε συμμετέχοντα πιστωτικά ιδρύματα θα μπορούν, εφόσον είναι ευνοϊκές οι συνθήκες της αγοράς, να αποπληρώσουν τα ομόλογα με κεφάλαια που θα αντληθούν από ιδιώτες, σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, γεγονός που θα επιτρέψει την οριστική λήξη της κρατικής ενίσχυσης.