Θετικές εκπλήξεις επιφυλάσσουν τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού για το πρώτο εξάμηνο του 2025, καθώς τα φορολογικά έσοδα ξεπέρασαν το στόχο κατά περίπου 2,3 δισ. ευρώ, ενισχύοντας σημαντικά το δημοσιονομικό περιθώριο της κυβέρνησης ενόψει των ανακοινώσεων του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο.
Συγκεκριμένα, τα φορολογικά έσοδα ανήλθαν σε 32,29 δισ. ευρώ στο εξάμηνο, αυξημένα κατά 2,32 δισ. ευρώ ή 7,8% σε σχέση με τον αρχικό στόχο. Η σημαντική αυτή υπέρβαση αποδίδεται σε δύο βασικούς παράγοντες:
Πρώτον, στην πιο έγκαιρη έναρξη υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, ήδη από τα μέσα Μαρτίου, γεγονός που επέτρεψε τη νωρίτερη είσπραξη δόσεων από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Δεύτερον, στη βελτιωμένη εισπραξιμότητα των φόρων του τρέχοντος και του προηγούμενου έτους, με κυριότερες πηγές εσόδων τον ΦΠΑ, τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης και τις δόσεις εισοδήματος.
Μόνο τον Ιούνιο, τα φορολογικά έσοδα ανήλθαν σε 5,32 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 647 εκατ. ευρώ ή 13,8% έναντι του στόχου.
Την ίδια ώρα, και το πρωτογενές αποτέλεσμα εμφανίζεται σημαντικά ενισχυμένο. Το πρωτογενές πλεόνασμα της Κεντρικής Διοίκησης για το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2025 διαμορφώθηκε σε 4,66 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας κατά 2,43 δισ. ευρώ τον στόχο των 2,23 δισ. ευρώ. Σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, που είχε καταγραφεί πλεόνασμα 2,9 δισ. ευρώ, η αύξηση είναι εντυπωσιακή.
Από το συνολικό ποσό, περίπου 1,64 δισ. ευρώ αφορούν μεταβολές που δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης, όπως καθυστερημένες πληρωμές ή λογιστικές μεταφορές. Αφαιρώντας αυτές τις επιδράσεις, η ουσιαστική υπέρβαση εκτιμάται σε περίπου 788 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.
Οι θετικές αυτές εξελίξεις δίνουν «ανάσα» στο οικονομικό επιτελείο ενόψει των επόμενων αποφάσεων για το λεγόμενο «πακέτο ΔΕΘ», το οποίο θα πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη για στοχευμένες φοροελαφρύνσεις και στη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Το ενδεχόμενο περαιτέρω ελάφρυνσης του φορολογικού βάρους για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις – ιδιαίτερα με έμφαση στη μεσαία τάξη – παραμένει στο τραπέζι, με την τελική μορφή των μέτρων να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πορεία των εσόδων και την εκτίμηση του οικονομικού κλίματος μετά το καλοκαίρι.