Οι δαπάνες των ευρωπαϊκών τραπεζών συνεχίζουν να αυξάνονται καθώς τα υψηλότερα ρυθμιστικά κόστη και τα έξοδα αναδιάρθρωσης αντισταθμίζουν την εξοικονόμηση πόρων που επιτεύχθηκε από τη μεγάλης κλίμακας μείωση προσωπικού και καταστημάτων, σύμφωνα με όσα αναφέρει η Moody''s Investors Service σε έκθεση με τίτλο «Οι περικοπές δαπανών των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν έχουν αποφέρει καρπούς».
«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με συνεχιζόμενη μείωση κερδών και αναμένουμε ότι ο κλάδος θα παραμείνει υπό πίεση για να εξοικονομήσει πόρους», σημείωσε ο Nick Hill, Managing Director της Moody''s. «Μέχρι στιγμής, ωστόσο, οι μειώσεις προσωπικού και καταστημάτων δεν έχουν οδηγήσει σε σοβαρές οικονομίες».
Παρά το γεγονός ότι μείωσαν τα καταστήματα κατά 18% από το 2010, οι συνολικές δαπάνες αυξήθηκαν με ρυθμό 1,2% σε ετήσια βάση από το 2010 έως το 2016 στις ευρωπαϊκές τράπεζες που καλύπτει ο οίκος. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στα υψηλότερα διοικητικά κόστη, ενδεχομένως λόγω των επιπρόσθετων ρυθμιστικών δαπανών, καθώς και στα κόστη που σχετίζονται με τις νομικές δαπάνες, και τις δαπάνες κανονιστικής συμμόρφωση και εξωτερικής ανάθεσης.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα πάντα με τη Moody''s, η κερδοφορία στις τράπεζες της Ευρώπης και της Μ. Βρετανίας έχει μειωθεί σημαντικά από την χρηματοπιστωτική κρίση και ο δείκτης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE) βρίσκεται σε μονοψήφιο επίπεδο από το 2007. Προηγουμένως, οι βρετανικές τράπεζες είχαν εκτοξεύσει τον δείκτη ROTE σε επίπεδο άνω του 20%.
Συνεπώς, οι τράπεζες πλέον είναι λιγότερο αποτελεσματικές στα περισσότερα τραπεζικά συστήματα της Ευρώπης. Ο μέσος δείκτης cost-to-income στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες στο 68% μεταξύ του 2010 και του 2016. Στην Ευρώπη, τα τραπεζικά συστήματα σε Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία και Σουηδία εμφάνισαν βελτίωση. Οι γαλλικές, οι γερμανικές και οι αυστριακές τράπεζες σημείωσαν μικρότερη πρόοδο στη μείωση του προσωπικού και των καταστημάτων.