Η «εκρηκτική» οικονομική κατάσταση της Γαλλίας
Shutterstock
Shutterstock
Γ. Ατσαλάκης

Η «εκρηκτική» οικονομική κατάσταση της Γαλλίας

Η μελέτη της κατάστασης μιας χώρας απαιτεί την ανάλυση όλων των παραγόντων που τη συνθέτουν. Δεν αρκεί η αποσπασματική εξέταση μεμονωμένων τομέων. Χρειάζεται μια συνολική θεώρηση, που να περιλαμβάνει τη γεωγραφία, την πολιτική, την οικονομία, την στρατιωτική ισχύ, την τεχνολογία και τον πολιτισμό.

Στην περίπτωση της Γαλλίας, μιας εκ των μεγαλύτερων δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παραδοσιακό πυλώνα της ευρωπαϊκής σταθερότητας, όλα αυτά τα στοιχεία αλληλεπιδρούν με τρόπο που σήμερα αναδεικνύει μεγάλες προκλήσεις αλλά και κρίσιμα διλήμματα για το μέλλον.

Γεωγραφία: Η γεωγραφία της Γαλλίας είναι ιδιαίτερα πλεονεκτική. Με πρόσβαση τόσο στη Μεσόγειο όσο και στον Ατλαντικό Ωκεανό, αλλά και με υπερπόντια εδάφη που της εξασφαλίζουν παρουσία σε όλες τις ηπείρους, η χώρα κατέχει μια στρατηγική θέση. Το γεωγραφικό αυτό πλεονέκτημα διαχρονικά τής έδινε δυνατότητα εμπορίου, πολιτισμικής διάχυσης και γεωπολιτικής επιρροής. Η γαλλική γεωγραφία, ωστόσο, από μόνη της δεν αρκεί να αντισταθμίσει τα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα που εντείνονται στο εσωτερικό.

Στρατιωτική ισχύς: Η Γαλλία διαθέτει τον ισχυρότερο στρατό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με πυρηνικό οπλοστάσιο και δική της αμυντική βιομηχανία. Ωστόσο, οι αμυντικές δαπάνες αντιστοιχούν μόλις στο 2% του ΑΕΠ, χαμηλότερα από τον νέο στόχο του ΝΑΤΟ (5% έως το 2035). Η κυβέρνηση Μακρόν έχει ήδη δεσμευτεί για αύξηση 6,5 δισ. ευρώ στις αμυντικές δαπάνες μέχρι το 2027. Η πρόκληση, όμως, είναι ότι αυτές οι αυξήσεις συμπίπτουν με τη διόγκωση του δημοσίου χρέους, καθιστώντας δύσκολη τη χρηματοδότηση.

Τεχνολογία και καινοτομία: Η Γαλλία διαθέτει ισχυρή επιστημονική βάση, κορυφαία πανεπιστήμια και εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Έχει σημαντική παράδοση στην αεροναυπηγική, στην ενέργεια και στις βιοεπιστήμες. Ωστόσο, υστερεί σε τομείς αιχμής όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα νέα μοριακά υλικά σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Η υστέρηση αυτή σημαίνει ότι η χώρα κινδυνεύει να μείνει πίσω σε κρίσιμους τομείς του 21ου αιώνα.

Πολιτισμός: Το εθνικό κράτος είναι σε πολλούς τομείς το θεμέλιο πάνω στο οποίο οργανώνονται οι σύγχρονες ανθρώπινες κοινότητες. Οι άνθρωποι καθορίζουν την ταυτότητά τους εν μέρει βάσει του έθνους και της περιοχής από όπου προέρχονται, και συχνά οι αξίες και οι στόχοι ενός κράτους επηρεάζονται από ό,τι θεωρούν πολιτισμικά σημαντικό.

Οι δυναμικές ενός πολιτισμού συχνά προκύπτουν από τους περιορισμούς και τους στόχους ενός έθνους, πράγμα που σημαίνει ότι οι γεωπολιτικές και πολιτισμικές δυνάμεις μπορούν να αλληλεπιδρούν και να ωθούν η μία την άλλη με το πέρασμα του χρόνου. Η Γαλλία είναι μια χώρα παραγωγής σημαντικού πολιτισμού και αποτελούσε από πολύ παλιά πολιτισμικό πρότυπο. Δεν είναι σίγουρο όμως ότι σήμερα υπάρχει πολιτισμική συνοχή πράγμα το οποίο αντανακλά την αδυναμία πολιτικής συνεννόησης.

Πολιτική κατάσταση: Η γαλλική πολιτική σκηνή είναι κατακερματισμένη. Από τις βουλευτικές εκλογές του 2022 και μετά, το κόμμα Αναγέννηση του προέδρου Μακρόν δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Αυτό έχει οδηγήσει σε συνεχή αδιέξοδα και σε επαναλαμβανόμενη χρήση του άρθρου 49.3 του Συντάγματος, που επιτρέπει την ψήφιση νόμων χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση, εκτός αν κατατεθεί πρόταση δυσπιστίας. Η διαδικασία αυτή, αν και νόμιμη, θεωρείται αντιδημοκρατική και έχει προκαλέσει κύματα διαμαρτυριών.

Ταυτόχρονα, η άνοδος τόσο της ακραίας δεξιάς όσο και της ακραίας αριστεράς αποτυπώνει την κοινωνική δυσαρέσκεια και την απώλεια εμπιστοσύνης στο κέντρο. Οι πολιτικές διαιρέσεις είναι βαθιές, οι συγκρούσεις εντείνονται και το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να επιτύχει συναινέσεις.

Οικονομία και δημόσιο χρέος: Η οικονομία της Γαλλίας αντιμετωπίζει πολλά συσσωρευμένα σοβαρά προβλήματα:

  • ΑΕΠ και ανάπτυξη: Το ΑΕΠ το 2024 ανήλθε σε 3,16 τρις δολάρια, με οριακή ανάπτυξη. Η αύξηση του ΑΕΠ μειώθηκε από 2,5% το 2022 σε μόλις 0,8% το 2023.
  • Δημοσιονομικό έλλειμμα: Το 2025, τα έσοδα ανήλθαν σε 1,546 τρις, οι δαπάνες σε 1,709 τρις, με αποτέλεσμα έλλειμμα 162,85 δισ. ευρώ ή 5,8% του ΑΕΠ. Δηλαδή δαπανά περίπου 162,85 δις παραπάνω από ότι εισπράττει.
  • Κρατικές δαπάνες: Αντιστοιχούν στο 51% του ΑΕΠ, γεγονός που καθιστά το κράτος υπερδιογκωμένο και πρέπει να υπερφορολογεί τους πολίτες.
  • Χρέος: Το δημόσιο χρέος από 2,45 τρις το 2020 (ΑΕΠ 2,723 τρις) ανήλθε σε 3,35 τρις το 2024 (ΑΕΠ 3,162 τρις). Δηλαδή αύξηση χρέους 37% στην τελευταία πενταετία, ενώ το ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις 16%.
  • Ομόλογα: Όταν τα ομόλογα δεν έχουν ζήτηση γιατί θεωρούνται υψηλού ρίσκου, οι τιμές των ομολόγων πέφτουν οπότε οι αποδόσεις τους ανεβαίνουν. Οι νέες εκδόσεις θα πρέπει να έχουν ακόμα υψηλότερο επιτόκιο για να υπάρξουν αγοραστές. Η απόδοση των 5ετών γαλλικών ομολόγων βρίσκεται περίπου στο 2,80%, ξεπερνώντας την απόδοση των 5ετών ιταλικών ομολόγων που κινείται περίπου στο 2,79%.
  • Τόκοι: Οι πληρωμές τόκων ανέρχονται στο 2,5% του ΑΕΠ το 2025, και προβλέπεται να φτάσουν το 2,9% το 2026, μιάμιση φορά παραπάνω από τις αμυντικές δαπάνες. Το αποτέλεσμα είναι να εκτοπίζονται άλλες δαπάνες για την πληρωμή των τόκων.

Το χρέος αυτό είναι μη βιώσιμο. Η εξυπηρέτησή του «τρώει» ολοένα μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού, αφήνοντας λιγότερους πόρους για κοινωνικές παροχές ή επενδύσεις. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει το κράτος να δώσει προτεραιότητα στην βιωσιμότητα του χρέους, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι στην εξουσία.

Εδώ αξίζει να σημειωθεί η ανεπάρκεια ελέγχου για την συγκράτηση των δημοσίων δαπανών που έχουν φθάσει στο 51% του ΑΕΠ, ένα ποσοστό από τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Επίσης πρέπει να σημειωθεί η μείωση της αποδοτικότητας των δημοσίων δαπανών καθώς ενώ την τελευταία πενταετία αυξήθηκε το δημόσιο χρέος κατά 37%, το ΑΕΠ αυξήθηκε μόνο κατά 16%.

Κοινωνικές πιέσεις: Η άσχημη δημοσιονομική κατάσταση δημιουργεί κοινωνικές αναταραχές. Ο γαλλικός πληθυσμός δεν δέχεται αυξήσεις φόρων ούτε μειώσεις παροχών. Αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις αναγκάζονται να συνεχίζουν τις δαπάνες με δανεισμό. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης για πειθαρχία οδηγεί σε φαύλο κύκλο: υψηλότερο χρέος, μεγαλύτεροι τόκοι, περισσότερη πίεση στα δημόσια οικονομικά. Αυτό είναι μια σημαντική απειλή για την ελευθερία των Γάλλων. Σύντομα θα πρέπει να τους αφαιρεθούν χρήματα μέσω της φορολογίας, τα οποία δεν θα μπορούν πλέον να χρησιμοποιούν για να αγοράζουν αγαθά και υπηρεσίες ώστε να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες.

Ταυτόχρονα, οι κοινωνικές ανισότητες οξύνονται. Τα χάσματα πλούτου και αξιών διχάζουν την κοινωνία, ενισχύοντας τα άκρα και αποδυναμώνοντας τη δημοκρατική συναίνεση. Η Γαλλία βιώνει την άνοδο λαϊκιστικών κινημάτων δεξιάς και αριστεράς, που ίσως να υπόσχονται λύσεις αλλά εντείνουν τις συγκρούσεις.

Ιστορικές αναλογίες: Η σημερινή κρίση θυμίζει περιόδους σημαντικών υφέσεων του παρελθόντος. Τότε, οι οικονομικές κρίσεις, τα χρέη και οι πολιτικές διαιρέσεις οδήγησαν σε άνοδο του αυταρχισμού και σε μεγάλες γεωπολιτικές αναταράξεις. Σήμερα, η εικόνα είναι ασύμβατη με την τάξη πραγμάτων που γνωρίσαμε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά συμβατή με παλαιότερε καταστάσεις. Η οικονομία ενός εθνικού κράτους παίζει καθοριστικό ρόλο στον προσδιορισμό της συνολικής σταθερότητας και δύναμής του. Μια ισχυρή οικονομία είναι συχνά απαραίτητη για μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη, κοινωνική σταθερότητα, καθώς και για μια σειρά άλλων παραγόντων. Η οικονομική σταθερότητα, η ευελιξία και η διαθεσιμότητα πόρων μιας χώρας έχουν άμεση επίδραση και στη διεθνή συμπεριφορά του.

Προοπτικές και διλήμματα: Η Γαλλία βρίσκεται σε απρόσμενα δύσκολο αλλά αναμενόμενο σταυροδρόμι:

  • Μπορεί να ακολουθήσει το μονοπάτι της αναγέννησης, βρίσκοντας πολιτική σοφία για συναίνεση και ριζικές μεταρρυθμίσεις, είτε να μειώσει δραστικά τις αναποτελεσματικές δημόσιες δαπάνες είτε να αναπτύξει την οικονομία της, χωρίς να αυξάνει τις δημόσιες δαπάνες ώστε να μειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ.
  • Ή να διολισθήσει στο μονοπάτι της παρακμής, αφήνοντας τις διαιρέσεις να εντείνουν το χάος.

Για να επιτύχει, χρειάζεται ηγεσία με όραμα, ρεαλισμό και διορατικότητα. Ένας πρόεδρος ή μια πολιτική ηγεσία πρέπει να πλάθει τον εαυτό της ανάλογα με τις απαιτήσεις της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, να συνδυάζει δύναμη και σοφία, να γνωρίζει πότε να αποκαλύπτει την πραγματικότητα.

Η Γαλλία ενδέχεται να χρειαστεί να «γκρεμίσει» το υπάρχον πολιτικό σύστημα και να το επανιδρύσει. Κάθε φορά που αλλάζει καθεστώς, υπάρχει σφοδρή σύγκρουση μεταξύ του παλιού και του νέου. Το κατεστημένο αντιδρά βίαια στην παραβίαση των κανόνων, αλλά χωρίς ανατροπή δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος.

Η κατάσταση της Γαλλίας είναι εξαιρετικά κρίσιμη. Η γεωγραφία, η στρατιωτική ισχύς και ο πολιτισμός της προσφέρουν ισχυρά θεμέλια. Όμως, η πολιτική είναι κατακερματισμένη, η οικονομία είναι υπερχρεωμένη, η κοινωνία είναι διχασμένη και η τεχνολογία της υστερεί έναντι των μεγάλων δυνάμεων.

Το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα δείχνουν ότι το κράτος ξοδεύει συστηματικά πολύ περισσότερα από όσα εισπράττει. Οι τόκοι απειλούν να παραλύσουν τον προϋπολογισμό, ενώ οι κοινωνικές πιέσεις δεν αφήνουν περιθώρια για λιτότητα. Οι πολιτικές διαιρέσεις και ο λαϊκισμός ενισχύουν την αστάθεια.

Η ειρήνη και η ευημερία δεν δημιουργούν γεγονότα. Οι κρίσεις όμως δημιουργούν γεγονότα και τώρα η Γαλλία είναι στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Η Γαλλία, λοιπόν, καλείται να επιλέξει: θα βρει τη δύναμη να μεταρρυθμιστεί και να αναγεννηθεί ή θα αφεθεί στην παρακμή; Η ιστορία δείχνει ότι χώρες που αντιμετωπίζουν τέτοιες κρίσεις είτε γεννούν νέα, ισχυρότερα πολιτικά σχήματα είτε καταρρέουν.

Η επιλογή βρίσκεται μπροστά της. Το Γαλλικό μοντέλο αλλάζει. Και όπως πάντα, η αλλαγή αυτή έρχεται με πόνο, χάος και αντίσταση. Χρειάζεται ηγεσία με ρεαλισμό και όχι απλώς να έχει ισχύ, αλλά να έχει διορατικότητα. Όχι απλώς να φροντίζει για το παρόν, αλλά να μπορεί να ελέγχει και να δημιουργεί το μέλλον της χώρας.


*Ο Ατσαλάκης Γιώργος, είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων