Ευρώπη: Πόσους μηχανικούς χρειαζόμαστε τελικά;
P. Caine (CEO Thales Group)

Ευρώπη: Πόσους μηχανικούς χρειαζόμαστε τελικά;

Είναι γνωστό ότι το ειρωνικό σχόλιο που διατυπώθηκε στη Διάσκεψη της Γιάλτας σχετικά με τον Πάπα: «Ο Πάπας; Πόσες μεραρχίες έχει;» ήταν ενδεικτικό του πνεύματος της εποχής, καθώς μερικούς αιώνες νωρίτερα, κανείς δεν θα τολμούσε να υποτιμήσει τη δύναμη του Βατικανού, ανεξάρτητα από τη στρατιωτική του ισχύ.

Τα στοιχεία που συνθέτουν τη γεωπολιτική ισχύ ενός κράτους δεν είναι σταθερά: μεταβάλλονται διαρκώς ως απάντηση στις ιστορικές, τεχνολογικές και κοινωνικές αλλαγές. Είναι αυτονόητο ότι κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο αριθμός των αρμάτων μάχης είχε μεγαλύτερη βαρύτητα από την πνευματική αυθεντία του Ποντίφικα. Τον 18ο αιώνα, η δύναμη ενός κράτους βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στον πληθυσμό του, καθώς αυτός καθόριζε τα φορολογικά έσοδα και τη στρατιωτική ισχύ του.

Τι ισχύει, όμως, σήμερα; Αν διαβάσει κανείς τι γράφεται από σχολιαστές και δημοσιογράφους, δύο βασικοί δείκτες θεωρούνται ενδεικτικοί της ισχύος ενός κράτους: το ΑΕΠ και οι αμυντικές δαπάνες. Χωρίς να αμφισβητώ τη σημασία τους, θεωρώ ότι, λόγω των πρόσφατων μεταβολών στον τεχνολογικό τομέα, πρέπει να προστεθεί και ένας τρίτος δείκτης: ο αριθμός των αποφοίτων στους τομείς STEM (Επιστήμες, Τεχνολογία, Μηχανική και Μαθηματικά).

Κατά τη γνώμη μου, αυτό που θα καθορίσει τη δυνατότητα ενός κράτους να ορίζει το μέλλον του και να επηρεάζει τις εξελίξεις στον 21ο αιώνα είναι η ικανότητα του – και αυτή των πολιτών του –  να αξιοποιεί τη δύναμη των νέων τεχνολογιών και να προωθεί την ανάπτυξή τους. Δεν αρκεί να είναι κανείς από τους πρώτους που θα τις εφεύρει· είναι ακόμη πιο κρίσιμο να είναι ανάμεσα στους πρώτους που θα τις υιοθετήσει και θα τις μετατρέψει σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Είμαστε παρόντες μιας μοναδικής ιστορικής συγκυρίας όσον αφορά την εξέλιξη της τεχνολογίας.

Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους. Πρώτον, η τεχνολογία έχει διεισδύσει σε όλους τους τομείς ανάπτυξης των κοινωνιών μας: υγεία, μεταφορές, εκπαίδευση, ενέργεια, άμυνα και ασφάλεια - όλες οι υποδομές πάνω στις οποίες στηρίζονται οι οικονομίες και οι ζωές μας έχουν μεταμορφωθεί, κυρίως λόγω της ψηφιακής τεχνολογίας. Αυτό προσφέρει τεράστια επιρροή σε όσους καινοτομούν, καθώς μια νέα τεχνολογική ανακάλυψη μπορεί να έχει άμεσες και πολλαπλές συνέπειες σε διάφορους τομείς. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς το domino effect που προκάλεσαν οι πρόσφατες εξελίξεις στον κλάδο της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Δεύτερον, βρισκόμαστε στο κατώφλι πολλών σημαντικών τεχνολογικών ανακαλύψεων. Κάποιες, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη ή η κβαντική υπολογιστική, είναι βέβαιο ότι θα έχουν συστημικές επιπτώσεις. Αλλά και άλλοι τομείς όπως η βιοτεχνολογία και οι νευροεπιστήμες, ή η ρομποτική και τα αυτόνομα συστήματα ενδέχεται να επιφέρουν τόσο μεγάλες ανατροπές που δύσκολα μπορούμε σήμερα να τις φανταστούμε.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το εύρος, η ταχύτητα και ο ενισχυμένος αντίκτυπος της καινοτομίας μάς έχουν, σχεδόν αθόρυβα, οδηγήσει σε μια νέα εποχή. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός πλέον διεξάγεται μεταξύ εκείνων που μπορούν να κατανοήσουν, και άρα να αξιοποιήσουν καλύτερα, αυτήν τη μοναδική τεχνολογική αφθονία.

Όμως, δεν αρκεί να έχουμε ανθρώπους που κάνουν πολύ καλή έρευνα. Χρειαζόμαστε επίσης επιχειρηματίες, στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τεχνικούς και πολιτικούς ηγέτες που να μπορούν να κατανοήσουν αυτά τα νέα δεδομένα, να τα ενσωματώσουν στη δουλειά τους και να διαμορφώσουν μια συνεκτική στρατηγική. Με άλλα λόγια, είναι επιτακτική η ανάγκη αναβάθμισης του επιστημονικού υπόβαθρου και των ψηφιακών δεξιοτήτων ολόκληρης της κοινωνίας.

Σε αυτόν τον τομέα, όμως, η Ευρώπη δεν βρίσκεται ακόμη στο επίπεδο που θα έπρεπε.

Το να συγκρίνουμε τα διεθνή δεδομένα είναι μια περίπλοκη διαδικασία, καθώς η ταξινόμηση των επαγγελμάτων διαφέρει από χώρα σε χώρα. Παρ’ όλα αυτά, εκτιμάται ότι περίπου το 26% των Ευρωπαίων αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προέρχεται από τους τομείς STEM, σε αντίθεση με το 34% στην Ινδία – παρότι ο πληθυσμός της Ευρώπης είναι τρεις φορές μικρότερος! Στην Ευρώπη, μόνο η Γερμανία παρουσιάζει αξιόλογα νούμερα, ξεπερνώντας κατά πολύ τη Γαλλία.

Αναμφίβολα, η γηραιά ήπειρος διαθέτει επιστημονική ελίτ υψηλού επιπέδου, καθώς και μια σπουδαία τεχνολογική και βιομηχανική παράδοση. Ωστόσο, παρουσιάζει ελλείψεις σε αυτό που αποκαλούμε «κλίμακα». Στον στρατιωτικό χώρο λέγεται συχνά πως «η μαζικότητα μετράει», και το ίδιο ισχύει πλέον και στον τεχνολογικό τομέα.  Δυστυχώς, η Ευρώπη υστερεί ανησυχητικά σε σχέση με χώρες όπως η Ινδία ή η Κίνα και δεν μπορεί πάντα να ανταγωνιστεί την ελκυστικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτό το επίπεδο.

Αν, λοιπόν, η Ευρώπη θέλει να συνεχίσει να έχει λόγο στις παγκόσμιες πολιτικές εξελίξεις – αν επιδιώκει να αποτρέψει τον σοβαρό κίνδυνο γεωπολιτικής παρακμής – πρέπει να δράσει όχι μόνο για να ενισχύσει τις στρατιωτικές και διπλωματικές της ικανότητες, αλλά και για να αυξήσει άμεσα τον αριθμό των πολιτών της που διαθέτουν επιστημονική και τεχνική κατάρτιση, επενδύοντας και στην ποιότητα αυτής της κατάρτισης.

Ο στόχος αυτός είναι ευρέως αποδεκτός και περιλαμβάνεται στα προγράμματα πολλών πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γνωρίζουμε, επίσης, ποιοι μοχλοί είναι απαραίτητοι για να τον πετύχουμε. Το ερώτημα είναι, λοιπόν, αν είμαστε έτοιμοι να περάσουμε με ταχύτητα και αποφασιστικότητα στη δράση, ώστε να διασφαλίσουμε ότι η Ευρώπη θα παραμείνει σε θέση να διαμορφώνει το μέλλον της.

* Ο Patrice Caine είναι CEO στη Thales Group