ΕΚΤ: Σε επίπεδο ρεκόρ τα επιτόκια – Πότε θα πέσουν
Shutterstock
Shutterstock

ΕΚΤ: Σε επίπεδο ρεκόρ τα επιτόκια – Πότε θα πέσουν

Μέχρι την τελευταία στιγμή «παίζεται» η αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με τη ζυγαριά να γέρνει προς μία – τελευταία ίσως - αύξηση. Έως και την περασμένη Παρασκευή οι πιθανότητες ήταν μοιρασμένες. Από τη μία πλευρά, κρίνεται απαραίτητη άλλη μία αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης, καθώς η οικονομία της Ευρωζώνης συνεχίζει να παλεύει με τον πληθωρισμό και οι νέες προβλέψεις δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας για την κρίση ακρίβειας. Από την άλλη, η Γερμανία συμπαρασύρει ολόκληρο το μπλοκ σε ύφεση και τα υψηλά επιτόκια επιδεινώνουν τις συνθήκες.

Αν ωστόσο πρέπει να ποντάρουμε, το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού της συμβουλίου, η ΕΚΤ θα ανεβάσει το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων –το βασικό επιτόκιο που χρησιμοποιείται για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής – στο 4%. Από σήμερα δηλαδή, το κόστος του χρήματος στην Ευρωζώνη θα βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από τη γέννηση του ευρώ. Με το επιτόκιο καταθέσεων στο 4% η ΕΚΤ προσπαθεί να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, την ώρα που υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες τόσο για αναζωπύρωση του φαινομένου, όσο και για μία παρατεταμένη ύφεση της ευρωπαϊκής οικονομίας στα επόμενα τρίμηνα.

Από κει και πέρα, η συζήτηση που μονοπωλεί το ενδιαφέρον αφορά στη στρατηγική που θα ακολουθήσει η Κριστίν Λαγκάρντ. Για πόσο θα μείνουν ψηλά τα επιτόκια, πότε θα αρχίσουν να μειώνονται και πόσο θα πέσουν;

Αξίζει να σημειωθεί και κάτι ακόμη. Η ψηφοφορία στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ γίνεται με rotation. Για το μήνα Σεπτέμβριο τυχαίνει τέσσερα «γεράκια» να μην έχουν δικαίωμα ψήφου, που συνεπάγεται ότι τα «περιστέρια» έχουν αριθμητικό πλεονέκτημα. Όμως πληροφορίες αναφέρουν ότι η Λαγκάρντ δεν θα αφήσει τη διαδικασία να φτάσει σε ψηφοφορία και θα κατευθύνει το συμβούλιο προς ομόφωνη απόφαση για μία τελευταία αύξηση. 

Όπως διαρρέεται σε διεθνή μέσα, οι φθινοπωρινές προβλέψεις της ΕΚΤ αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει άνω του 3% το 2024. Αυτό σημαίνει ότι με τα σημερινά δεδομένα, τα επιτόκια θα παραμείνουν στο υψηλότερο σημείο τουλάχιστον έως το επόμενο καλοκαίρι, αν όχι για ολόκληρο το 2024, διαμορφώνοντας ένα νέο περιβάλλον σφιχτών συνθηκών ρευστότητας για όλους. Από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις έως την επενδυτική κοινότητα, η ροή του χρήματος θα υποχωρήσει αισθητά, μετά από μία δεκαετία κατά την οποία το σχεδόν μηδενικό κόστος… κακόμαθε τις αγορές.

Ακόμη όμως και όταν αρχίσουν οι μειώσεις, είναι απίθανο να ξαναδούμε σύντομα τα αρνητικά επιτόκια με τα οποία λειτούργησε η ευρωπαϊκή οικονομία από το 2014 έως το 2022. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο -0,10% στις 11 Ιουνίου 2014. Ακολούθησαν άλλες τέσσερις μειώσεις έως το -0,50% που αποφασίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2019, για να παραμείνουν σε αρνητικό έδαφος έως τη συνεδρίαση του Ιουλίου 2022, όταν ξεκίνησαν οι αυξήσεις ως απάντηση στον πληθωρισμό.

Σήμερα, το διοικητικό συμβούλιο παραμένει διαιρεμένο. Τα «γεράκια» θα ήθελαν εκτός από την αύξηση των επιτοκίων κατά 0,25% και μία ρητορική που θα αφήνει… ορθάνοιχτο παράθυρο για νέες αυξήσεις στο μέλλον, λέγοντας ότι κάθε απόφαση στο εξής θα εξαρτάται πλήρως από τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία. Ενδεχομένως το λόμπι των χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης να είναι ευχαριστημένο και με μία πιο ήπια ρητορική που δεν θα αποκλείει ότι το 4% μπορεί να είναι το αποκορύφωμα των επιτοκίων.

Τα «περιστέρια» από την πλευρά τους θα προτιμούσαν την παύση των αυξήσεων, με την Λαγκάρντ ωστόσο να δεσμεύεται ότι το τι θα συμβεί με τα επιτόκια στις επόμενες συνεδριάσεις θα εξαρτηθεί αποκλειστικά και μόνο από την πορεία του πληθωρισμού και της οικονομίας. Στην περίπτωση που αποφασιστεί τελικά η παύση των αυξήσεων, τα επιτόκια διατηρηθούν στο 3,75% και τα λόγια της Λαγκάρντ υποδηλώνουν ότι το 3,75% είναι η κορυφή των επιτοκίων, τότε θα έχουμε να κάνουμε με μία ολική επικράτηση των περιστεριών.

Αν υπάρχει ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν τα γεράκια και τα περιστέρια της ΕΚΤ, αυτό είναι ότι η μάχη με τον πληθωρισμό δεν έχει τελειώσει και όσο η οικονομία πέφτει σε ύφεση με βασικό «βαρίδι» τη Γερμανία, η αποστολή της κεντρικής τράπεζας γίνεται εξαιρετικά δύσκολη.