Όταν ο νεαρός Αδαμάντιος Κοραής συνάντησε την Αργυρώ Μαντόγλου στο Άμστερνταμ

Όταν ο νεαρός Αδαμάντιος Κοραής συνάντησε την Αργυρώ Μαντόγλου στο Άμστερνταμ

Αργυρώ Μαντόγλου: «Τρικυμίες παθών», Τα νεανικά χρόνια του Αδαμάντιου Κοραή στο Άμστερνταμ, εκδ. Κλειδάριθμος

Η Αργυρώ Μαντόγλου συνάντησε τον Κοραή στη νιότη του μια μέρα με χιονιά στο Άμστερνταμ, όταν τρέχοντας να βρει καταφύγιο βρέθηκε μπροστά στην πλακέτα που υπάρχει στο σπίτι του, όπου έγραφε στα ελληνικά: «εδώ έζησε ο Αδαμάντιος Κοραής ο Μέγας Διδάσκαλος του Γένους». Τότε έγραφε η συγγραφέας το βιβλίο της «Σώμα στη βιτρίνα». Αλλά μας κυνηγούν οι ήρωες που θέλουν να αποκτήσουν σάρκα και αίμα από μας. Ειδικά εκείνοι οι οποίοι θέλουν να αποκαλυφθούν μέσα από μας. Να αναδείξουν το σημείο ψύξεως ή βρασμού τους εκεί όπου το νερό γίνεται πάγος ή υδρατμός και η κάμπια μεταμορφώνεται σε πεταλούδα. Και για τον νεαρό έμπορο Διαμαντή Κοραή ήταν τα τρία χρόνια της νιότης του που έζησε στο Άμστερνταμ και μαθήτευσε στη «φωτισμένη» Ευρώπη. Διότι του δόθηκε και αυτή η ευκαιρία. Κι ας έδειξαν ότι τότε όλα, σε εκείνη τη χρονική στιγμή, ως έμπορος, την έχασε.

Ο Αδαμάντιος Κοραής το 1771 σε ηλικία είκοσι τριών χρόνων θα φύγει από τη Σμύρνη για το κοσμοπολίτικο Άμστερνταμ, μετά από παρότρυνση του πατέρα του Ιωάννη Κοραή, για να ασχοληθεί με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Ο ίδιος, πέρα από τις εμπορικές δραστηριότητες, θέλει απελπισμένα να ξεφύγει από τον ζυγό των Τούρκων που του δημιουργούν «σπασμούς αλλόκοτους», να αναπνεύσει τον αέρα της ελευθερίας και να καλλιεργήσει το πνεύμα του στη «φωτισμένη» Ευρώπη. Μέσα του τρέφει τον πόθο της μάθησης, είναι μεν άπειρος αλλά φιλόδοξος και ικανός, με καινοτόμες ιδέες που επιχειρεί να εφαρμόσει στην επιχείρησή του αλλά και στη διεξαγωγή των εμπορικών συναλλαγών και, αυτό ήταν που προκαλεί τη μήνη των συμπατριωτών του και του παραγιού του Σταμάτη Πέτρου.



Το Άμστερνταμ, όπου βρέθηκε ο νεαρός Κοραής, υπήρξε κατά τον δέκατο έβδομο και δέκατο όγδοο αιώνα ένα κοσμοπολίτικο εμπορικό κέντρο, όπου οι νέες καινοτόμες ιδέες κυκλοφορούσαν ελεύθερα και πολλοί φιλόσοφοι και διανοητές εξέδιδαν τα έργα τους, γιατί δεν υπήρχε λογοκρισία. Εκεί ο Κοραής έλαβε μαθήματα φιλοσοφίας και μεταφυσικής από τον δάσκαλό του Βύρτον, άνοιξε ο κύκλος των συναναστροφών του, γνώρισε τον μεγάλο του έρωτα, τη Μαρί Ζερό, κόρη του Γάλλου σπιτονοικοκύρη του η οποία χάθηκε νωρίς. Εν ολίγοις, εκεί βίωσε την ελευθερία επιλογών και αποτόλμησε τον εκδυτικισμό του, παρά τις αντιδράσεις των άλλων Ρωμιών της κοινότητας.

Ο ίδιος αργότερα αναπολώντας εκείνη την εποχή θα πει «η νεότης μου εσαλεύετο από τρικυμίαις παθών» και είναι αυτά τα πάθη που περιγράφονται σε αυτή την μυθιστορηματική βιογραφία, -μια εν πολλοίς άγνωστη αλλά σημαντική πτυχή της ζωής του μεγάλου Δασκάλου του Γένους-, η μεταμόρφωσή του από τον συνεσταλμένο, άβγαλτο Ανατολίτη σε έναν γοητευτικό μποέμ κοσμοπολίτη, η έκθεσή του στις ριζοσπαστικές ιδέες λίγο πριν το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης, η επαφή του με σημαντικούς διανοούμενους και τα ρεύματα της εποχής, το πάθος του για μάθηση και η μύησή του στην τέχνη, στον έρωτα, στις απολαύσεις, αλλά και ο σκοτεινός εαυτός του που θα ανακαλύψει όταν φθάσει στα έγκατα της θλίψης και στα όρια των αντοχών του, όπως μας αφηγείται η ίδια η συγγραφέας.

Οι «Τρικυμίες παθών» είναι το πορτρέτο ενός δημιουργού σε νεαρή ηλικία, όπου αναπόφευκτα θα βιώσει τη σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που του δίνεται και σε αυτό που φιλοδοξεί να γίνει. Το πορτρέτο μιας πολύπλευρης προσωπικότητας, με τους δισταγμούς αλλά και την τόλμη, την ευαισθησία αλλά και το σπινθηροβόλο πνεύμα που διέθετε από την αυγή της ζωής του, ιδιότητες που έμελλε να συμβάλλουν στην κατοπινή εξέλιξη του μεγάλου Δασκάλου του Γένους.



«Γιατί αυτός ο Κοραής “μίλησε” σε εμένα. Το πάθος του, η σκοτεινή πλευρά του που τον καταδίωκε μέχρι το τέλος, η επινοητικότητα του και η μεγαλοφυΐα που ενοικεί σε έναν νέο αποπροσανατολισμένο άνθρωπο και που μπορεί να τον εξοντώσει, αλλά και να τον πυροδοτήσει. Νομίζω ότι η αντοχή του στην φλόγα της επιθυμίας του τον έσωσε.» Θα μας πει η συγγραφέας του σε συνέντευξη, η οποία θα τον ακολουθήσει πιστά ακόμα και στη γλώσσα. Διαβάζοντας αλληλογραφία της εποχής, εντάσσοντας τη γλώσσα του στη σημερινή μας γλώσσα, «μπολιάζοντας» με το ύφος του, ενσωματώνοντας εκεί που έκρινε απαραίτητο δικές του λέξεις και ρήσεις, διαλέγοντας τη μέση οδό που ο ίδιος υπερασπίστηκε, αλλά ταυτόχρονα φροντίζοντας να μην προδώσει και τη δική της φωνή. Το αποτέλεσμα είναι ένα μυθιστόρημα φλεγόμενο από νιότη και πάθος για γνώση και ελευθερία. Γι’ αυτό που ήταν να γίνει στη συνέχεια ο Κοραής.

Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:

«Είναι το ίδιο σπίτι, παρά τις αλλαγές στην πρόσοψή του, τον άπλετο φωτισµό, τα δένδρα, την πεζοδρόµηση του χωµάτινου δρόµου, παρά την αποµάκρυνση των στάβλων, το αναγνωρίζει, είναι το ίδιο σπίτι. Μέσα από εκείνο το παράθυρο παραµόνευε κάποτε τον κόσµο, και να που σε µια χρονική αναδίπλωση βρέθηκε εδώ ξανά και βλέπει πάλι τον εσωτερικό διάκοσµο αλλά και το εξωτερικό τοπίο. Ένας τρυφερός χειµωνιάτικος ήλιος πέφτει στο κανάλι.
»Μια πλακέτα, δίπλα στην πράσινη πόρτα της εισόδου, γράφει το όνοµά του, γράφει τα χρόνια που έζησε εκεί, τη χρονολογία της γέννησής του και µιαν άλλη χρονολογία, του επόµενου αιώνα, να είναι άραγε αυτή η χρονολογία του θανάτου του;»

Η Αργυρώ Μαντόγλου, εξάλλου, είναι δεξιοτέχνης της αφήγησης, ιδιαίτερα προσεκτική όσον αφορά την αφηγηματική τεχνική, πόσο μάλλον στο συγκεκριμένο βιβλίο που έχει να εκφράσει τον μεγάλο Δάσκαλο, τον φλεγόμενο νέο, την ιδιαίτερη εποχή.