Οι Φάτα Μοργκάνα της Μαρίας Ξυλούρη

Οι Φάτα Μοργκάνα της Μαρίας Ξυλούρη

«Πρέπει να βρεις έναν τρόπο να ξεχνάς τα τραύματα, να κρατάς τα θαύματα, να εκτιμάς τα θραύσματα σαν να μπορούν, πράγματι, να συγκροτήσουν ένα σύνολο που να βγάζει νόημα». Έγραφε σε ανύποπτο χρόνο – από το δεύτερο κιόλας βιβλίο της η Μαρία Ξυλούρη «Πώς τελειώνει ο κόσμος» εκδ. Καλέντη- θέτοντας ήδη τον θεμέλιο λίθο στο λογοτεχνικό σύμπαν της στο δικό της σημείο – άλεφ διότι η συγγραφέας την είχε εξαρχής αυτή την μαγική δυνατότητα: να ξαναδιαβάσει για μας αλλιώς τη ζωή.

Στα «Πέτρινα πλοία» την πρώτη της συλλογή με τα διηγήματα η συγγραφέας καταλύει τα σύνορα ζώντων και κεκοιμημένων δημιουργώντας ακόμα και τόπους συνάντησης, τόπους κοινούς, για να θρηνούν οι εναπομείναντες τους αγαπημένους. Εξάλλου όπως μας εξηγεί «σε κάποιους τόπους οι άνθρωποι έστηναν γύρω από τους τάφους πέτρες σε σχήμα καραβιού, πέτρινα πλοία για να πάνε τους νεκρούς στον άλλο κόσμο. Για τους ζωντανούς, τα πλοία αυτά γίνονταν τόποι συνάντησης και τελετουργίας».

Ό,τι είναι κι αυτά τα 15 διηγήματα της συλλογής. 15 ιστορίες, νησιά, πέτρινα πλοία. Το καθένα τους εδώ κι εκεί, ένας αντικατοπτρισμός, μια Φάτα Μοργκάνα.

Στο πρώτο διήγημα της συλλογής «Καλή ήταν η νύχτα» ο ήρωας πίνει καφέ (ξεθάβοντας) με τη νεκρή γυναίκα του. Στην «Καρακάξα», ένας πατέρας ετοιμάζει πρωινό στα παιδιά του με τη σκιά της κρεμασμένης γυναίκας του. Στο «Νερό» ένας άγνωστος σχεδόν πεθαίνει μπροστά στα μάτια τους πίνοντας ένα ποτήρι νερό. «Η πέτρα» γίνεται πια με τα όλα της ο κόσμος και ο τόπος– που όλο φτιάχνεται, αν και με χίλια εμπόδια, ο κόσμος και ο τόπος των νεκρών. Στα «Σώχωρα» ένα χωριό φάντασμα σε ένα λεωφορείο που όλο κι όλο δυο φορές μέσα στο χρόνο σταματά μια γυναίκα κάποτε κι ένας άντρας τώρα απερίγραπτοι ανεβαίνουν και κατεβαίνουν για να πάνε στη θάλασσα.

Το διήγημα «Φεύγει το νησί» θα μπορούσε να είναι και εγκιβωτισμένο και στο μυθιστόρημα «Η νυχτερινή βάρδια του καλλιγράφου», ένα νησί ξεκολλά για να μη ξεκολλήσει η προδομένη καρδιά μιας Άννας. Το «Αύριό» της μια δυστοπία που δεν γνωρίζουμε σε πια όχθη θα μας εμπεριέχει.

Γυναίκες που γεννάνε νησιά, παράξενα πουλιά με μικρά φτερά και ένας ναυαγός του οποίου η ιστορία χάθηκε στο νερό συναντάμε στον «Πρώτο». «Η μόνη στεριά» καταλήγει να είναι για δούλους και ναύτες, όλους τελικά ναυαγούς μια σχεδία που γίνεται τελικά νησί, «καράβι πέτρινο που πλέει στο χρόνο». «Μια Φάτα Μοργκάνα ολοδική τους».



Διότι «Λένε κάποιοι πως η θάλασσα είναι απλώς ένας καθρέφτης. Τα νησιά δεν είναι παρά αντανακλάσεις των αστεριών’ ο ωκεανός, ο ουρανός αντίστροφα. Γι’ αυτό και όταν έχεις χαθεί στη θάλασσα, αρκεί να σηκώσεις τα μάτια στον ουρανό και τα’ αστέρια θα σου δείξουν τον δρόμο. Στο τέλος θα χρειαστεί κάποιος να στραγγίξει τον ωκεανό για ν’ ανασύρει τα πτώματα».

Στον «Τελευταίο» θα μάθουμε πως πέθανε ο τελευταίος της πολιτείας των φυγάδων. «Ο βήχας του Ιουλίου» είναι εκείνη η μυστική προσευχή που χίλια κακά μπορεί να φέρει και επανέρχεται από Ιούλη σε Ιούλη. «Ένας για Έναν» και δεν αργεί να γίνει το κακό. Το κοριτσάκι χωρίς τον πατέρα ξεχνά την γεωγραφία, χάνει τις πόλεις. «Η Τρίτη Αμερική» έρχεται να μας μάθει πως οι τόποι δεν μας αφήνουν άμοιρους ευθυνών. Στο «Μαύρο μελάνι» μια μάνα αναζητά την κόρη της σ’ αυτό το θλιμμένο πλάσμα θαμμένο κάτω από τόνους μουτζουρωμένο τατουάζ. «Το θυμωμένο μάτι» είναι η άλλη όψη του τρυφερού, όλοι μας θα πεθάνουμε. Μεταβαίνοντας σε πλοίο πέτρινο, σε τόπο σίγουρο, αιώνιο.
  
Έτσι γράφει η συγγραφέας Μαρία Ξυλούρη με τρόπο άφθαρτο, με σύμβολά της τα ήδη γνωστά μας πουλιά, τις γάτες που αγαπάει, τα νησιά που μπορούν ακόμα και να ταξιδεύουν, τις ανοιχτές θάλασσες και τους ωκεανούς, τους φυγάδες και τους θαλασσοπόρους, «ο κόσμος είναι οι λεπτομέρειες», επιμένει, αλλά κι εκείνο εκεί το μαγικό το άδηλο και το άφατο που μας διαφεύγει. Η ζωή και το αίνιγμά της, η αλήθεια και ο αντικατοπτρισμός. Η καθημερινότητα και το εφήμερο αλλά κι αθάνατό της. Ο κόσμος των ζώντων αλλά πιο πολύ ο κόσμος των νεκρών.

Η τεράστια παρουσία της απουσίας. Σε όλες της τις εκφάνσεις. Χωρισμός, θάνατος, μοναξιά. Ο μαγικός τρόπος της Μαρίας Ξυλούρη να ξαναγράφει ή μάλλον να ξαναδιαβάζει αλλιώς τη ζωή.

Για την ιστορία και μόνο: Η Μαρία Ξυλούρη γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου του 1983 στην Κρήτη. Σπούδασε ψυχολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές (Ψυχολογία και ΜΜΕ). Σήμερα ζει στην Αθήνα και εργάζεται ως κειμενογράφος. Το πρώτο της μυθιστόρημα, "Rewind" (Καλέντης, 2009), ήταν υποψήφιo για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού "Διαβάζω" το 2010. To δεύτερό της μυθιστόρημα το "Πώς τελειώνει ο κόσμος" (Καλέντης, 2012), τιμήθηκε με το βραβείο The Athens Prize for Literature του περιοδικού (δε)κατα, 2013.

Επίσης, τον Δεκέμβριο του 2011 είχε τιμηθεί με μία από τις τρεις υποτροφίες συγγραφής που απονεμήθηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών, που διοργάνωσε το ΕΚΕΒΙ. Το προσωπικό της ιστολόγιο είναι: "Δωμάτιο Πανικού" (http://mxilouri.wordpress.com).



Βραβεία:
Τιμητική Διάκριση-Υποτροφία Συγγραφής Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών ΕΚΕΒΙ 2011

Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Αγγλόφωνης Λογοτεχνίας ΕΙΛΜ/ΕΑΕ 2015

ΥΓ. Φάτα μοργκάνα (φαινόμενο)

Χρησιμοποιείται στη σικελική παράδοση για να υποδηλώσει ένα ιδιαίτερο είδος διπλού αντικατοπτρισμού, ένα οπτικό φαινόμενο, που οφείλεται σε θερμοκρασιακή αναστροφή. Τα αντικείμενα στον ορίζοντα, όπως νησιά, κρημνοί, πλοία ή παγόβουνα, εμφανίζονται σύνθετα, δηλαδή δύο είδωλα ίδιου αντικειμένου ενωμένα αντίστροφα κατά κορυφή.

Όταν ο καιρός είναι ήπιος, η απρόσκοπτη αλληλεπίδραση μεταξύ του ζεστού υπερκείμενου αέρα και του πυκνότερου ψυχρού αέρα κοντά στην επιφάνεια του εδάφους μπορεί να δράσει ως διαθλαστικός φακός, δημιουργώντας ένα κατακόρυφα αντεστραμμένο είδωλο, επί του οποίου φαίνεται να αιωρείται το απομακρυσμένο ευθύ είδωλο. Η Φάτα Μοργκάνα παρατηρείται συνήθως τις πρωινές ώρες μετά από μια ψυχρή νύχτα που έχει ως αποτέλεσμα τη διαφυγή θερμότητας δι' ακτινοβολίας στο διάστημα.

Η πρώτη αναφορά σε "Φάτα μοργκάνα" στα αγγλικά, το 1818, αφορούσε έναν παρόμοιο αντικατοπτρισμό που παρατηρήθηκε στο Στενό της Μεσσίνας, ανάμεσα στην Καλαβρία και τη Σικελία. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο στις κοιλάδες των ψηλών βουνών, όπως η κοιλάδα Σαν Λούις του Κολοράντο όπου το φαινόμενο μεγεθύνεται εξαιτίας της καμπύλωσης του πυθμένα της κοιλάδας που αντισταθμίζει την καμπυλότητα της Γης.

Παρόμοιο είδος αντικατοπτρισμού έχει παρατηρηθεί επίσης στο Κόλπο Τογιάμα στη δυτική ακτή της Ιαπωνίας καθώς και στις Μεγάλες Λίμνες της Βόρειας Αμερικής. Είναι πιθανό να παρατηρηθεί στις Αρκτικές θάλασσες σε πολύ γαλήνια πρωινά, ή συχνά στις καλυμμένες με πάγο κρηπίδες της Ανταρκτικής.

Η "Φάτα Μοργκάνα" υπάγεται στους ανώτερους αντικατοπτρισμούς (superior mirage), που διακρίνονται από τους πιο συνηθισμένους κατώτερους αντικατοπτρισμούς (inferior mirage), οι οποίοι δημιουργούν την οφθαλμαπάτη μακρινών νερόλακκων στην έρημο και "υγρού οδοστρώματος" στους πολύ ζεστούς δρόμους. Το φαινόμενο Φάτα Μοργκάνα ανήκει στα Μετεωρολογικά φαινόμενα.

Ο Ιπτάμενος Ολλανδός είναι το φαινόμενο της οφθαλμαπάτης Φάτα Μοργκάνα που παρατηρείται στη θάλασσα.