Κίνα: Η επιστροφή της Πολιτιστικής Επανάστασης

Κίνα: Η επιστροφή της Πολιτιστικής Επανάστασης

Μόλις άνοιξαν και πάλι τα σχολεία στην Κίνα μετά την κρίση της πανδημίας και οι αρχές ξεκίνησαν μια εθνική άσκηση εκκαθάρισης βιβλίων που θεωρούνται πολιτικώς μη ορθά, ενισχύοντας την προσπάθεια του προέδρου της χώρας Σι Τζινπίνγκ να ενσταλάξει πατριωτισμό και ιδεολογική αγνότητα στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Τον Οκτώβριο, το Υπουργείο Παιδείας κάλεσε με οδηγία του τα δημοτικά σχολεία και τα γυμνάσια να αφαιρέσουν από τις βιβλιοθήκες τους έργα που θεωρούνται «παράνομα» και «ακατάλληλα». Τώρα οι δάσκαλοι εκκαθαρίζουν βιβλία στα σχολεία 30 τουλάχιστον εκ των 33 επαρχιών της ηπειρωτικής Κίνας, σύμφωνα με πληροφορίες που συγκέντρωσε το πρακτορείο Reuters.

Από άκρη σ' άκρη της Κίνας, οι ενδείξεις μαρτυρούν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η εκκαθάριση εκατοντάδων χιλιάδων βιβλίων.

Η λογοκρισία έχει γίνει αυστηρότερη στην Κίνα υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ, οι αναλυτές όμως δηλώνουν ότι αυτή είναι η πρώτη εθνική εκστρατεία εδώ και δεκαετίες που στρέφεται εναντίον βιβλιοθηκών. Κι όλα αυτά όταν την προηγούμενη εβδομάδα κυβερνητικοί υπάλληλοι στο Χονγκ Κονγκ αφαίρεσαν από τις δημόσιες βιβλιοθήκες της πόλης βιβλία ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας για να ελέγξουν αν παραβιάζουν τον νέο νόμο περί εθνικής ασφάλειας.

«Αυτή είναι η πρώτη κίνηση που στοχεύει βιβλιοθήκες από την εποχή της Πολιτιστικής Επανάστασης», δήλωσε ένας πολιτικός αναλυτής και πρώην καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Τσίνγχουα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ενθουσιώδεις έφηβοι, με την ενθάρρυνση του Μάο Τσετούνγκ πραγματοποίησαν εκστρατεία σε ολόκληρη τη χώρα, βάζοντας στο στόχαστρο βιβλιοθήκες και καταστρέφοντας ή καίγοντας ό,τι έπεφτε στα χέρια τους, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης καταστροφής του παραδοσιακού πολιτισμού.

Η τρέχουσα εκστρατεία είναι πιο επιλεκτική και καθοδηγείται από την ηγεσία, με τα σχολεία να αναθέτουν σε ομάδες δασκάλων την ερμηνεία των οδηγιών. Τα βιβλία που έχουν απομακρυνθεί είναι κυρίως παρωχημένα, παλιωμένα ή «πειρατικά» κείμενα, ενώ στα "απαγορευμένα" περιλαμβάνονται και πολλά που παρ' ότι είναι ευρέως διαθέσιμα, είναι πολιτικώς ευαίσθητα.

Η οδηγία του υπουργείου δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένους τίτλους, αλλά αναφέρει ότι παράνομα θεωρούνται τα βιβλία που «βλάπτουν την ενότητα της χώρας, την εθνική κυριαρχία ή τα εδάφη της. Βιβλία που διαταράσσουν την κοινωνική τάξη και βλάπτουν την κοινωνική σταθερότητα. Βιβλία που παραβιάζουν τις οδηγίες και τις πολιτικές του κόμματος, το κηλιδώνουν ή το συκοφαντούν, όπως επίσης τους ηγέτες και τους ήρωες της χώρας».

Τα ακατάλληλα βιβλία «δεν ευθυγραμμίζονται με τις βασικές αξίες του σοσιαλισμού. Περιέχουν διεστραμμένες απόψεις για τον κόσμο, τη ζωή και τις αξίες» ή είναι βιβλία «που προωθούν θρησκευτικά δόγματα και κανόνες, που προωθούν στενόμυαλο εθνικισμό και ρατσισμό».

Ένας καθηγητής γυμνασίου ανέφερε στο Reuters ότι από την βιβλιοθήκη του σχολείου στο οποίο εργάζεται αφαιρέθηκαν αντίτυπα παραδοσιακών βιβλίων με εικόνες που ήταν πολύ δημοφιλή μέχρι τη δεκαετία του 1990, βιβλία για τον Χριστιανισμό, για τον Βουδισμό και, κυρίως, τα μυθιστορήματα του Τζορτζ Όργουελ «Η φάρμα των ζώων» και «1984», που είναι διαθέσιμα στην Κίνα εδώ και δεκαετίες.

Κάποια σχολεία και κοινότητες αναρτούν στην πλατφόρμα Weibo, το αντίστοιχο Twitter της Κίνας, που υπόκειται σε επίσημη λογοκρισία, στοιχεία για τη συμμετοχή τους στην εκστρατεία.

«Το σχολείο μας έχει αναλάβει συγκεκριμένες δράσεις για να καλλιεργήσει μια ηθική νεολαία και έχει βελτιώσει την ποιότητα των βιβλίων στη βιβλιοθήκη του», αναφέρει ένα σχολείο.

Σε κάθε περίπτωση, οι δάσκαλοι που κατεβάζουν βιβλία από τα ράφια δεν είναι σαφές τι πρέπει να τα κάνουν, όπως δηλώνουν οι ίδιοι. Προς το παρόν, τα έχουν σφραγίσει και τοποθετήσει σε αποθήκες.

Οι τίτλοι που αφαιρούνται από τις βιβλιοθήκες αντικαθίστανται με νέα βιβλία, που περιλαμβάνονται σε μία λίστα 422 σελίδων, η οποία συνοδεύει την οδηγία του υπουργείου Παιδείας. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν «Το κομμουνιστικό μανιφέστο και η νέα εποχή», τα ποιήματα του Μάο Τσετούνγκ και την «Καλύβα του Μπάρμπα-Θωμά».

Η λογοκρισία στην Κίνα κινείται σε μια διαρκώς μετακινούμενη γραμμή. Ένα από τα βιβλία που προτείνονται στη λίστα είναι το «Γουίνι το αρκουδάκι», το κλασικό παιδικό ανάγνωσμα. Στο παρελθόν, αναρτήσεις στο διαδίκτυο που αναφέρονταν στην εξωτερική ομοιότητα του Κινέζου προέδρου με το αρκουδάκι, είχαν λογοκριθεί.

Ο Σι Τζινπίνγκ, που ανέλαβε την εξουσία το 2012, ηγείται μιας εκστρατείας ενίσχυσης του Κομμουνιστικού Κόμματος και εμπέδωσης της ιδεολογίας του. Το 2013 το κόμμα εξέδωσε μια οδηγία που έγινε γνωστή ως Έγγραφο Νο9, όπου κατονομάζονταν επτά ιδεολογικοί κίνδυνοι από τη Δύση που απειλούσαν την κινεζική κοινωνία, μεταξύ των οποίων όροι όπως «οικουμενικές αξίες», «συνταγματικότητα», «κοινωνία των πολιτών» και «δημοκρατικές πολιτικές», που είχαν διαδοθεί και αποτελούσαν θέμα συζητήσεων στην Κίνα.

Το πρώτο βήμα ήταν τα πανεπιστήμια: Από το 2017, πολλά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα δέχτηκαν οδηγίες να τοποθετήσουν την ιδεολογία του Σι Τζινπίνγκ, που ονομάστηκε «Η σκέψη του Σι Τζινπίνγκ», στο κέντρο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων τους, και να δημιουργήσουν ερευνητικά κέντρα γύρω από αυτήν.

Λίγο αργότερα, η εκστρατεία διευρύνθηκε για να συμπεριλάβει και τα νεαρότερα μυαλά. Το 2018 η κυβέρνηση ξεκίνησε την εκστρατεία απαλοιφής μη εγκεκριμένου ξένου περιεχομένου από τα υποχρεωτικά σχολικά εγχειρίδια που χρησιμοποιούνται στα πρώτα εννέα χρόνια του σχολείου.

«Η χειραγώγηση της σκέψης της νεολαίας είναι από τους σημαντικότερους στόχους του κόμματος», δηλώνει ο πολιτικός αναλυτής από το Πεκίνο.

Οι νεαροί διαδηλωτές στο Χονγκ Κονγκ καταδεικνύουν τον λόγο για τον οποίο η Κίνα είναι τόσο αποφασισμένη να ελέγξει αυστηρά την εκπαίδευση των νέων.

Παρόλο που το «1984» και «Η φάρμα των ζώων» αφαιρέθηκαν από κάποιο επαρχιακό σχολείο, παραμένουν διαθέσιμα σε καταστήματα στην Κίνα.

Ωστόσο οι αναφορές στην Πολιτιστική Επανάσταση αναδεικνύονται σε ευαίσθητο θέμα τα τελευταία χρόνια. Ένα παράδειγμα της αυξανόμενης πίεσης δίνει στο Reuters καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Φουντάν, ειδική στην ιστορία της περιόδου της Πολιτιστικής Επανάστασης, που τώρα ζει στο Παρίσι. Επισημαίνει ότι άρχισε να αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερη λογοκρισία από το 2015., αλλά από το 2019 σταμάτησε να διδάσκει και παραιτήθηκε από το τμήμα ιστορίας. "Οι αρχές δεν θέλουν να μάθουν για την εποχή εκείνη οι συνηθισμένοι άνθρωποι της Κίνας και ιδίως η νεότερη γενιά", αναφέρει χαρακτηριστικά.