H εκτίναξη του κόστους των βιομηχανικών πρώτων υλών θα επηρεάσει την οικονομία

H εκτίναξη του κόστους των βιομηχανικών πρώτων υλών θα επηρεάσει την οικονομία

Όσοι μελετούν τις χρηματοοικονομικές εξελίξεις του τελευταίου έτους, έχουν ίσως μια καλή εικόνα της κατάστασης που διαμορφώνεται τους τελευταίους μήνες στην αγορά, ως συνέπεια των ανωμαλιών και καταιγιστικών αλλαγών που επέφερε ο Covid19 στην παγκόσμια οικονομία. 

Το 2020 ήταν μια χρονιά ιατρικών επιτευγμάτων, τηλεργασίας, δραστικής μείωσης της περιβαλλοντικής ρύπανσης, τεχνολογικής αναμόρφωσης και διαδικτυακής ανάπτυξης των περισσότερων επαγγελματικών αντικειμένων. 

Στο πλαίσιο αυτό, παρακολουθήσαμε την ευρωπαϊκή και παγκόσμια βιομηχανία να προσπαθεί να προσαρμοστεί και να ανταπεξέλθει στα νέα δεδομένα. Ένα ευρύ σύνολο αλλαγών ακολουθεί αυτή τη δραστηριότητα, που αναμένεται να επηρεάσει όχι μόνο όσους εντάσσονται στο βιομηχανικό κλάδο, αλλά και τον μέσο καταναλωτή. Οι πληθωριστικές πιέσεις στην αγορά είναι τέτοιες, που εκτιμάται ότι θα φτάσουν στο σύνολο των νοικοκυριών σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ας δούμε παρακάτω με ποιον τρόπο.

Τα εμπορευματικά αγαθά (commodities) περιλαμβάνουν εκτός των άλλων, τα βιομηχανικά μέταλλα (base metals) όπως τον χαλκό, το αλουμίνιο, τον ψευδάργυρο, το μόλυβδο, το νικέλιο, αλλά και τα μεταλλικά κράματα (metal alloys) όπως το ανοξείδωτο ατσάλι κ.α.

Λόγω κορονοϊού, η παραγωγή βιομηχανικών μετάλλων το 2020 παρουσίασε σημαντική πτώση, της τάξεως του 20% σε κάποιες περιπτώσεις όπως η παγκόσμια παραγωγή σε ατσάλι.

Το τέλος του έτους βρήκε τους παραγωγούς σε προσπάθεια ανάκαμψης, καθώς η αυξημένη ζήτηση του τελευταίου διαστήματος πίεσε την παγκόσμια παραγωγή, ξεκινώντας έναν κύκλο αυξήσεων τιμών, που φαίνεται να έχει διάρκεια.

Κυρίαρχος «παίκτης» σε αυτή την κινητικότητα φαίνεται να είναι η Κίνα, η οποία, θέτοντας την πανδημία υπό έλεγχο νωρίτερα από όλες τις υπόλοιπες οικονομικές δυνάμεις, παρουσίασε ανάκαμψη βιομηχανικής παραγωγής και τόσο αυξημένη ζήτηση σε πρώτες ύλες, που οδήγησε τις τιμές τους σε υψηλό δεκαετίας! Η World Steel Association, στην ετήσια έκθεση που δημοσιεύει, θεωρεί ότι παρά τη μειωμένη παραγωγή του 2020, η αλματώδης ανάκαμψη της Κίνας και τα κρατικά μέτρα ενίσχυσης υποδομών που ελήφθησαν εντός του προηγούμενου έτους, θα συμπαρασύρουν σε ανοδικά επίπεδα την παγκόσμια ζήτηση σε ατσάλι. 

Όπως μας πληροφορεί το UNISA Index (δείκτης του συνδέσμου μελών παραγωγών και εμπόρων προϊόντων χυτοσιδήρου), μόνο κατά τον Ιανουάριο του 2021, η τιμή του ατσαλιού αυξήθηκε κατά 28,53%! Ομοίως, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χυτηρίων ανακοίνωσε την αύξηση τιμών του scrap κατά 22,67% για το μήνα Ιανουάριο, σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2020.  

Το αλουμίνιο, το ατσάλι, το νικέλιο και ο χαλκός, αποτελώντας βασική βιομηχανική πρώτη ύλη (raw materials), είναι απαραίτητα σε μια σειρά κλάδων που παρουσιάζουν άνθιση όπως είναι τα νέα πρότζεκτ κατασκευής υποδομών, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, η πράσινη ενέργεια (σταθμοί φόρτισης αυτοκινήτων, τουρμπίνες αέρος, ηλιακά πάνελ κ.α.), ακόμα και η παραδοσιακή αυτοκινητοβιομηχανία. 

Δεν είναι λοιπόν περίεργο, που η ραγδαία αύξηση των τιμών των βιομηχανικών μετάλλων θα μας φέρει μπροστά σε μια αλυσιδωτή αύξηση τιμών, η οποία, ξεκινώντας από τα χυτήρια και τους μεγάλους παραγωγούς, περνάει στο χονδρεμπόριο, και από εκεί στη μεταποίηση, στη λιανική πώληση και στους τελικούς καταναλωτές. 

Γίνεται αντιληπτό, ότι το αυξημένο κόστος βιομηχανικής παραγωγής οδηγεί σε αναπροσαρμογή τιμών πλήθους βιομηχανικών προϊόντων, τα οποία διατίθενται σε όλους τους κλάδους της Ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, το αυξημένο κόστος πρώτων υλών οδηγεί όλη τη βιομηχανία σε αύξηση παραγγελιών για στοκ, πράγμα που τείνει να αυξήσει σημαντικά και τους χρόνους παράδοσης των τελικών προϊόντων.

Έτσι, το αρχικό κόστος παραγωγής μετακυλίεται στους καταναλωτές τόσο με χρηματική όσο και χρονική επιβάρυνση. Οι εμπορικές εταιρίες καλούνται να έχουν αυξημένα χρηματικά διαθέσιμα για την αγορά των προϊόντων τους στις νέες τιμές, ενώ ταυτόχρονα αδυνατούν να προσφέρουν σημαντικές πιστώσεις στους εγχώριους πελάτες, που μαστίζονται έτσι κι αλλιώς από μειωμένες χρηματοροές.

Από την πλευρά του, ο τραπεζικός κλάδος αδυνατεί να στηρίξει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις εμπράκτως, καθώς τα επιτόκια δανεισμού είναι υψηλά, ενώ οι προϋποθέσεις δανεισμού (αξιολόγηση, κόστος, χρηματική υπερκάλυψη, γραφειοκρατία) καθιστούν τα δάνεια μη προσβάσιμα στις περισσότερες ΜΜΕ που δίνουν μάχη για την επιβίωση τους.

Το 2021 αναμένεται να είναι μια χρονιά «μεταμόρφωσης» για τη βιομηχανία και το λιανεμπόριο. Το παρατεταμένο σοκ της πανδημίας και των συνεχιζόμενων περιόδων αδράνειας και υπολειτουργίας είναι δεδομένα. Η ανάγκη άμεσης, ηλεκτρονικής επικοινωνίας με τους πελάτες και η απαίτηση σωστής εξυπηρέτησης, σύντομης παράδοσης και εγγύησης παροχής προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, οδηγούν στην πλήρη αναθεώρηση των παραδοσιακών εμπορικών διαδρομών. 

Την κατεύθυνση της νέας «εμπορικής διαδρομής» την καθορίζουν: η ψηφιοποίηση των ενδοεταιρικών διαδικασιών, η οικονομική ευρωστία που χαρίζει η κάλυψη αναγκών με ίδια κεφάλαια, η εκπαίδευση των εργαζόμενων στις νέες τεχνολογίες και μεθόδους πώλησης αλλά και η εστίαση στην ποιότητα των προϊόντων και παρεχόμενων υπηρεσιών. Όλα αυτά θα δικαιολογήσουν εν μέρει τις αυξήσεις τιμών που θα δει μπροστά της η αγορά και θα μας προετοιμάσουν για τη μετά - covid εποχή, που είναι στο χέρι μας να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης και επιτυχίας.

*Η Βασιλική Παπακώστα είναι CEO του TECHNOMATIC GROUP