Ερωτηθείς ο εκπρόσωπος των Μικρομεσαίων, ο οποίος εκλέγεται για πέντε συνεχόμενες τριετίες (δηλαδή από τότε που ξεκίνησε η μεγάλη κρίση και μέχρι σήμερα) κατά πόσον μια μείωση του ΦΠΑ θα περνούσε στις τιμές των επιχειρήσεων τις οποίες εκπροσωπεί, συμφώνησε χωρίς κανένα δισταγμό. Την ίδια απάντηση έδωσε όταν ρωτήθηκε κατά πόσον πέρασε η μείωση που έγινε στην εστίαση το 2019: «πέρασε εξ ολοκλήρου». Υποθέτω πως το ίδιο θα έλεγε και για την προηγούμενη μείωση, του 2013.
Με άλλα λόγια, ο κ. Καββαθάς υπονόησε, στα πλαίσια των ανακριβειών που συνήθως κυκλοφορούν στα τηλε-πάνελς, ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2019 και στη διάρκεια του 2020, οι τιμές στην εστίαση μειώθηκαν κατά 11 εκατοστιαίες μονάδες, αφού ο ΦΠΑ έπεσε από το 24% στο 13%.
Τι ζητά τώρα όμως αφού είναι ήδη στον χαμηλό συντελεστή και η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν συζήτησε ποτέ να τον αυξήσει, όπως είχε κάνει η κυβέρνηση Τσίπρα που έβαλε καπέλο 11 μονάδες από όσο τον παρέλαβε από τα χέρια της κυβέρνησης Σαμαρά (η οποία τον είχε ρίξει μετά από μεγάλο καυγά με την τρόικα);
Αν ζητεί να πέσει στον υπερμειωμένο συντελεστή 6%, θα πρέπει να το διευκρινίζει, αλλά δεν τον έχω ακούσει να το λέει. Ούτε η ανακοίνωση-αντίδραση της ΓΣΕΒΕΕ στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού είχε κάποια αναφορά σε κάποια μείωση του ΦΠΑ.
Είχε όμως τρεις άλλες επισημάνσεις που αξίζει να τις ξεχωρίσουμε. Σημείωσαν οι μικρομεσαίοι ότι «ο κύκλος εργασιών τους υποχώρησε και στα δύο εξάμηνα του 2024». Με απόλυτη σιγουριά μπορώ να προσθέσω ότι η μείωση αυτή συνεχίστηκε στον πρώτο εξάμηνο του ’25 και θα συνεχιστεί για ολόκληρο το έτος.
Δεν πρέπει να αναρωτηθούν τον λόγο για τον οποίο συμβαίνει αυτή η συρρίκνωση; Εξηγείται από την (άλλη) επισήμανσή τους, δηλαδή ότι «ο πληθωρισμός, η ενεργειακή ακρίβεια και η συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος τις πιέζουν ασφυκτικά»; Μήπως εξηγείται από την τρίτη ενδιαφέρουσα επισήμανσή τους ότι «το λειτουργικό τους κόστος αυξήθηκε σχεδόν 40% μέσα σε τρία χρόνια»;
Βέβαια, τα παραπάνω είναι λίγο μπερδεμένα. Ο πληθωρισμός περιλαμβάνει την αύξηση του κόστους, που περιλαμβάνει την ενεργειακή ακρίβεια.
Το συμπέρασμα πάντως είναι πως, απέναντι στον πληθωρισμό, τα μέλη της ΓΣΕΒΕΕ δεν έκαναν όσα χρειαζόταν για να προφυλάξουν τον κύκλο εργασιών τους. Αντιθέτως πέρασαν στις τιμές τους αν όχι ολόκληρη σίγουρα το μεγαλύτερο μέρος της εντελώς πραγματικής αύξησης κόστους που αντιμετωπίζουν.
Ευκαιρία να προσθέσουμε ότι το λειτουργικό κόστος τους αυξήθηκε και από το γεγονός ότι βελτιώθηκαν οι μισθοί, περίπου όσο και ο πληθωρισμός στην εστίασης. Ειδικά επειδή τριπλασιάστηκαν οι (πληρωμένες) υπερωρίες των υπαλλήλων τους.
Με όλα αυτά να πιέζουν τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, πόσο σίγουροι είστε όταν ακούτε τον κ. Καββαθά να σας διαβεβαιώνει ότι θα περάσει στις τιμές της εστίασης ολόκληρη η μείωση του ΦΠΑ; Δεν είναι λογικό ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας να κρατήσει κάτι για να «ρεφάρει»; Το λένε και οι ίδιοι όταν, σε άλλη παρατήρησή τους, στην ίδια ανακοίνωση, σημειώνουν (και είναι προφανώς αληθινό) ότι «η ρευστότητά τους μειώθηκε με πάνω από τις μισές να καταγράφουν πτώση».
Έριξα λοιπόν μια ματιά στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Πρώτον, η μείωση του τιμάριθμου στον υποκλάδο «1111-Εστιατόρια-Ζαχαροπλαστεία-Καφενεία» στη διάρκεια του 2020, ήταν μόλις -0,08%. Σταθερές δηλαδή. Άρα έβαλαν στα ταμεία τους ολόκληρη τη μείωση του ΦΠΑ. Δεύτερον, στο σύνολό του ο κλάδος «11-Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια» αύξησε κάθε μια χρονιά μετά την πανδημία κατά 6% τον χρόνο τις τιμές του. Με αποτέλεσμα, μέσα σε τρία χρόνια η ακρίβεια της εστίασης να φθάσει στο 30%. Λογικό, ο κλάδος «1-Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» εμφανίζει πληθωριστική άνοδο κατά 34%.
Προφανώς είναι δύσκολα τα πράγματα στην εστίαση. Πολύ ευκολότερα όμως από όσο είναι τα πράγματα μέσα στα σπιτικά των οικογενειών.
Η αιτία των προβλημάτων είναι εξαιρετικά απλή: οι μικρομεσαίοι της εστίασης αύξησαν πολύ γρήγορα τις τιμές τους, με αποτέλεσμα ο οικογενειακός και ατομικός προϋπολογισμός να τους πετάξει έξω. Γίναμε «Ευρωπαίοι»: έξοδος μια φορά την εβδομάδα και αν... Εξάλλου και οι Ευρωπαίοι τουρίστες που συνέχισαν να μας επισκέπτονται μαζικά, είχαν να το λένε: «ωραίο το ελληνικό φαγητό, κοστίζει όμως όσο και στις πατρίδες μας».
Ας μη ζητούν λοιπόν από την κυβέρνηση να τους «χαρίσει» τον ΦΠΑ, αφού καλά γνωρίζουν ότι δεν έχουν πραγματικά περιθώρια να τον περάσουν στους πελάτες τους. Δεν τον πέρασαν ούτε το 2013, ούτε το 2019, όταν η χώρα βρισκόταν σε βαθιά κρίση μείωσης των εισοδημάτων και θα τον περάσουν τώρα;
Ελάχιστη ειλικρίνεια δεν βλάπτει. Καλύτερα που μειώνει η κυβέρνηση τον φόρο εισοδήματος. Να μείνει κάτι παραπάνω στον εργαζόμενο. Ας δει αυτός, ο πολίτης-φορολογούμενος, με ποιόν επιχειρηματία θέλει να τα μοιραστεί.