Σερί ψευδολογίας Τσίπρα

Η εβδομάδα είχε ξεκινήσει χωρίς χρήματα. Τα μηχανάκια των τραπεζών είχαν ημερήσιο «κόφτη». Ο κ. Τσίπρας και οι παρέες του εμφανίστηκαν έκπληκτοι και αγανακτισμένοι, λέγοντας ψέμματα, ότι δήθεν τις τράπεζες τις έκλεισαν οι Βρυξέλλες και η Φρανκφούρτη. Το έβαλαν μάλιστα και στον συλλογισμό της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’65), δηλαδή νομοθεσία έκτακτης ανάγκης, με την οποία επέβαλαν «τραπεζική αργία». Έγραψαν για κάποια «εξαιρετικά επείγουσα και απρόβλεπτη ανάγκη να προστατευθεί το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και η ελληνική οικονομία εν γένει από την έλλειψη ρευστότητας που προκάλεσε η απόφαση του Eurogroup της 27ης Ιουνίου 2015 να αρνηθεί την επέκταση της δανειακής συμφωνίας της Ελλάδας».Η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος ο Τσίπρας είχε αρνηθεί την επέκταση του προγράμματος ζητώντας, μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος νέο, προσωρινό, πρόγραμμα. Και τότε ακόμη συνέχιζε να λέει ψέμματα.

Είναι σημαντικό να θυμηθούμε πως ενόσω υπήρχε όριο στα μετρητά (60 ευρώ), το ηλεκτρονικό χρήμα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί χωρίς περιορισμούς, απόδειξη ότι το τραπεζικό σύστημα παρέμενε προστατευμένο εντός της Ευρωζώνης, μέχρι στιγμής. Βούλιαζαν στο ψέμα οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και από πάνω έβαζαν τον Προκόπη Παυλόπουλο να υπογράφει, δέσμιος αυτός της συνταγματικής παρεκτροπής που βρισκόταν σε εξέλιξη σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια.

Με τηλεδιάγγελμα ο Τσίπρας επιχείρησε να δικαιολογήσει την κατάσταση λέγοντας ότι αυτά που κάνουν οι Ευρωπαίοι «θα πεισμώσουν ακόμη περισσότερο τον ελληνικό λαό στην επιλογή του να απορρίψει τις απαράδεκτες μνημονιακές προτάσεις και τα τελεσίγραφα των δανειστών». Είπε κι άλλο ψέμα, με κάλυμμα την επιστολή που έστειλε προς τον Γιουνκέρ ώστε να δώσουν, οι Ευρωπαίοι, το πράσινο φως στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ανοίξει την παροχή ρευστότητας προς την Ελλάδα. Έκρυβε βεβαίως ότι, πρώτον, αυτό που χρειαζόταν η Αθήνα ήταν πρόσθετο χρήμα, χωρίς καμία εγγύηση και, δεύτερον, ότι η ΕΚΤ δεν μπορούσε να το κάνει αυτό όσο τα ευρωπαϊκά κράτη δεν εξέδιδαν νέα δάνεια προκειμένου να καλυφθούν οι νέες ζημιές τις οποίες είχε προκαλέσει ο θίασος επί σκηνής μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου. Ζητούσε δηλαδή από την Τράπεζα και το Συμβούλιο να αγνοήσουν τον κοινοτικό νόμο, επί του οποίου είχε δεσμευθεί η Ελλάδα αλλά και η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα μόλις προ ολίγων εβδομάδων.

Τα έλεγε αυτά στον κόσμο γνωρίζοντας προφανώς, όπως τον είχαν επανειλημμένα ενημερώσει και προειδοποιήσει οι εταίροι ότι δεν είναι δυνατόν να κάνουν κάτι τέτοιο, γιατί δεν υπήρχε η επιλογή αυτή στο τραπέζι από τη στιγμή που ο Τσίπρας αποφάσισε δημοψήφισμα από το οποίο θα προέκυπτε, πιθανότατα, έξοδος της χώρας από την Ευρωζώνη. Τα γνωρίζαμε εξάλλου όλα αυτά από ανάλογη σκέψη περί δημοψηφίσματος του Γιώργου Παπανδρέου στα τέλη του 2011.

Στο άρθρο μου εκείνης της ημέρας θύμιζα ότι το τραπεζικό σύστημα άντεξε σε όλα τα προηγηθέντα επεισόδια της μεγάλη δημοσιονομικής κρίσης. Όταν το 2019 ξέσπασε η διεθνής κρίση μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ. Όταν το κράτος έχασε την επαφή με τις διεθνείς αγορές ομολόγων την άνοιξη του 2010. Άντεξε επίσης όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου, τον Νοέμβριο 2010, κατάρρευσε στην προσπάθειά της να διοργανώσει δημοψήφισμα. Παρέμεινε σταθερό όταν έγινε το μεγάλο κούρεμα χρέους, τον Μάρτιο 2012, ενόσω μάλιστα η χώρα είχε κηρυχθεί σε ελεγχόμενη πτώχευση. Τα ΑΤΜs των τραπεζών συνέχιζαν να βγάζουν μετρητά ακόμη και όταν οι τράπεζες είχαν χάσει όλα τα εταιρικά κεφάλαιά τους. Το σύστημα συνέχισε να δουλεύει τροφοδοτούμενο με δισεκατομμύρια τυπωμένα ευρώ όταν η χώρα έμεινε ακυβέρνητη κατά τη διπλή εκλογική αναμέτρηση του 2012.

Και κατέληγα: «Γιατί λοιπόν τώρα όλα έχουν πάρει μια τόσο άσχημη τροπή; Για τον απλούστατο λόγο ότι, για πρώτη φορά όλη αυτή την περίοδο (της δημοσιονομικής και μνημονιακής κρίσης), η Ελλάδα αποφάσισε να απομονωθεί από τη θεμελιώδη συμμαχία της με την Ευρώπη.» Τόσο απλά...

Ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος σημείωνε εκείνη τη μέρα ότι με τον τρόπο που έθεσε η κυβέρνηση το ερώτημα του δημοψηφίσματος «ο κόσμος για άλλα θα ψηφίσει και άλλα θα συμβούν στην πραγματικότητα» και πρόσθεσε πως «η κυβέρνηση γνωρίζει πως αν έθετε ένα ερώτημα ‘Ναι ή Όχι στο ευρώ» θα έχανε εκ των προτέρων το δημοψήφισμα».

Όπως είπαμε, ο Τσίπρας επιχείρησε έναν ακόμη ψεύτικο ελιγμό ζητώντας νέο πρόγραμμα διετούς διάρκειας με δάνεια 29,1 δισ. ευρώ. Έδωσε έτσι την «ευκαιρία» στους δανειστές να διατυπώσουν με σαφήνεια, σε ειδική τηλεδιάσκεψη του Eurogroup ότι «για να γίνει δεκτό το αίτημα της Ελλάδας για νέο πρόγραμμα πρέπει να τηρηθούν οι τυπικές διαδικασίες από την αρχή, καθώς το πρόγραμμα που βρισκόμαστε τώρα θεωρείται λήξαν».

Ακόμη και αν οι Ευρωπαίοι υπουργοί συμφωνούσαν στο ότι η Ελλάδα χρειάζεται τρίτο πρόγραμμα, τότε η απόφαση θα χρειαζόταν να επικυρωθεί από κοινοβούλια, όπως το γερμανικό και μετά θα ακολουθούσαν οι συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις, με νέα, δεύτερη επικύρωση από τα κοινοβούλια των κρατών-μελών, μια διαδικασία που θα κρατούσε εβδομάδες. «Αυτή η διαδικασία θα ξεκινήσει μετά το δημοψήφισμα» δήλωσε ο επικεφαλής του Eurogroup κ.Ντάισελμπλουμ στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN και πρόσθεσε ότι «οι όροι που θα τεθούν θα είναι ακόμα πιο σκληροί από τους τωρινούς.»

Σε τι ακριβώς θέλει να φρεσκάρει τη μνήμη με τα πρακτικά της σύσκεψης των αρχηγών υπό τον ΠτΔ, ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ με τις τωρινές φαντασιόπληκτες παρεμβάσεις του;