Καλές -αλλά δειλές- ιδέες στο Στεγαστικό

Συνέπεσε η ανακοίνωση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέτρων για την αντιμετώπιση της πανευρωπαϊκής στεγαστικής κρίσης με όσα είπε ο πρωθυπουργός στη συζήτηση του Προϋπολογισμού. Έχει και αυτή η σύμπτωση τον συμβολισμό της. Είναι, άλλωστε, κοινά τα περισσότερα προβλήματα, πλην ενός: τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη διαθέτουν πολιτική στέγης, ενώ εμείς δεν είχαμε ποτέ!

Η Επιτροπή, μέσω του αρμόδιου επιτρόπου σημειώνει πως οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν στην Ένωση κατά 60% στη δεκαετία που πέρασε. Στην Ελλάδα η αύξηση που καταγράφηκε βρίσκεται στο ίδιο περίπου επίπεδο: 56%.

Είναι, βεβαίως, αλήθεια ότι οι τιμές στην ελληνική αγορά ακινήτων έχουν, πρακτικά, επιστρέψει στο επίπεδο του 2007, όπως δείχνει ο ειδικός δείκτης που καταρτίζει η Τράπεζα της Ελλάδος.

Δύο σημεία κάνουν τη διαφορά. Το ένα είναι ότι η αγοραστική ικανότητα των ελληνικών νοικοκυριών είναι χαμηλότερη κατά περίπου 15%, όπως μας υπενθύμισε το ΚΕΦΙΜ τις ημέρες αυτές.

Το δεύτερο είναι ότι οι τράπεζες δεν στηρίζουν, όλα αυτά τα τελευταία χρόνια, την πρόσβαση των νοικοκυριών στη στέγαση. Τα νέα στεγαστικά δάνεια είναι ελάχιστα. Σημειώστε ότι τα στεγαστικά δάνεια που «τρέχουν» οι τράπεζες ήταν μόλις 26,5 δισ. ευρώ το 2024, όταν το 2015 έφθαναν στα 67,6 δισ. και το 2010, οπότε βρεθήκαμε στο υψηλότερο σημείο χρηματοδότησης, τα στεγαστικά δάνεια ανέρχονταν σε 80,5 δισ. ευρώ.

Μια τόσο εντατικά φθίνουσα και τελικά χαμηλή χρηματοδότηση ήταν επόμενο ότι θα μείωνε δραστικά το διαθέσιμο στοκ κατοικιών. Αν σε αυτό προσθέσουμε και την εξάπλωση των βραχυχρονίως ενοικιαζομένων κατοικιών (Airbnb), τότε η εξήγηση της σημερινής κατάστασης είναι μάλλον απλή. Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι η ανάδειξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης αυτοχρηματοδοτήθηκε ή πληρώθηκε με την εισαγωγή ξένων κεφαλαίων ή/και την αξιοποίηση αποταμιεύσεων της μεσαίας τάξης.

Η Ελλάδα δεν διέθετε ποτέ ενεργό πολεοδομική πολιτική. Τα σχέδια πόλης αργούσαν πάντοτε εκπληκτικά πολύ για να φθάσουν στην έγκρισή τους με αποτέλεσμα να έχουν ξεπεραστεί όταν ερχόταν η ώρα να εφαρμοστούν. Είχα καταγράψει μερικές σκέψεις σχετικά με αυτή την τεράστια έλλειψη πριν περισσότερο από έναν χρόνο.

Επιπλέον, η χώρα μας δεν είχε και δεν έχει πολεοδομική πολιτική ούτε κρατική, ούτε δημοτική, ούτε προφανώς οργανωμένης ιδιωτικής δόμησης. Ελάχιστα μεγάλα πρότζεκτς έχουμε να θυμόμαστε, όπως η πολεοδομική οργάνωση του παλαιού αεροδρομίου από τη Λάμδα.

Από αυτή την άποψη, η κινητοποίηση σε μεγάλη κλίμακα ιδιωτικών κεφαλαίων, όπως την υπονόησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή, με σκοπό την προσιτή στέγη έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η ανακατασκευή υφισταμένων κτιρίων, που θα μετατρέπονται, ανεξαρτήτως παλαιότερης χρήσης, σε κατοικίες με ρυθμιζόμενο ενοίκιο είναι ιδέα καλή και πρέπει να εφαρμοστεί επειγόντως,

Ιδιαίτερα μάλιστα αν προσθέσει κανείς τη συναφή ιδέα που προβλέπει τη μετατροπή σε κατοικίες ή εμπορικά καταστήματα παλαιών βιομηχανοστασίων και εγκαταστάσεις βιοτεχνιών μέσω βαρέων ιδιωτικών επενδύσεων. Όσο όμως σπουδαία και να είναι η ιδέα αυτή, κανείς δεν είναι σε θέση να την περιγράψει με λειτουργικές λεπτομέρειες, ώστε να την τοποθετήσει σε έναν ευρύτερο πολεοδομικό σχεδιασμό.

Είναι άλλωστε βέβαιο ότι σύντομα θα ξεκινήσουν οι «αντιδράσεις», με τις συνήθεις προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τις καθιερωμένες καθυστερήσεις και εμπλοκές. Είναι πολύ λίγοι οι επενδυτές εκείνοι που έχουν ορίζοντα μακρόν και τσέπη βαθιά για να αντέξουν τις σχετικές δοκιμασίες.

Ακόμη κι έτσι όμως, αν η κυβέρνηση φέρει στη Βουλή ένα στιβαρό σχέδιο και, ακόμη καλύτερα, αν είναι σε θέση να εγγυηθεί τη συμμετοχή του κράτους στα σχέδια αυτά, τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι σε πέντε με δέκα χρόνια, η ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας θα γίνει ένα καλύτερα οργανωμένο  ευρωπαϊκό μητροπολιτικό κέντρο αξιοπρεπούς κατοικίας και δραστηριότητας.

Μέχρι τότε όμως, το κόστος κατοικίας θα συνεχίσει να μεγαλώνει και αντίστοιχα θα συνεχίσει να επιβαρύνεται το κρατικό ταμείο.