Χρειάζεται ένα πραγματικό «θαύμα»

Η επιμονή -μιλάμε για εθισμό- του Τσίπρα στη βολική ερμηνεία των στατιστικών δεδομένων είναι παλαιά. Γενικότερα άλλωστε οι «αριστεροί» έχουν μια αποκλίνουσα σχέση με το περιεχόμενο και την ερμηνεία των αριθμών της καπιταλιστικής οικονομίας.

Στο εγωπαθές αφήγημα πέντε δεκαετιών ασχολίας του Τσίπρα με τα πολιτικά (ο ίδιος ορίζει έτος έναρξης το 1987, λέγοντας «η ενασχόλησή μου με τις συλλογικές διαδικασίες ξεκίνησε σχετικά ενωρίς», Ιθάκη σελ. 33), οι αναφορές του σε σκληρά στοιχεία της στατιστικής είναι πάντοτε κατά πως βολεύουν το «αφήγημα» εκάστης περιόδου.

Την εβδομάδα που πέρασε είχαμε ένα ακόμη επεισόδιο «σύγχισης με τα νούμερα» δια χειρός ενός ήπιου και προσεκτικού, κατά τη θητεία του στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στελέχους τώρα του Ιδρύματος Τσίπρα.

Η εμμονή του Τσίπρα ότι κατά την περίοδο διακυβέρνησής του οι άνθρωποι ζούσαν καλύτερα σε σύγκριση με την τρέχουσα περίοδο επαναλαμβάνεται συστηματικά. Ακούγεται παράδοξο σε πολλούς από εμάς, που γνωρίζουμε καλά τι πάθαμε.

Δεν φαίνεται όμως σε πολλούς άλλους το ίδιο παράταιρη. Απόδειξη η απάντηση που έδωσαν δημοσκοπούμενοι οι πολίτες, ήδη από τον Φεβρουάριο ενεστώτος έτους. Το 52% εκτιμά πως ήταν «σε καλύτερη οικονομική κατάσταση το 2019 σε σχέση με σήμερα». Με το ποσοστό αυτό να φθάνει στο 56% στις ηλικίες 45-60 ετών και στο 65% μεταξύ της «εργατικής τάξης»!

Πρόσφατα, κατά τη συζήτηση επί του Προϋπολογισμού 2026, η κυρία Εφη Αχτσιόγλου από τη «Νέα Αριστερά», υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, προσήλθε στην ως άνω γραμμή προπαγάνδας για την λαμπρή «κληρονομιά» του 2019. Σημειώνω μάλιστα πως το «επιχείρημα» είχε πρωτοεμφανιστεί στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό τον Δεκέμβριο 2020 όταν η ίδια παράταξη μιλούσε για «ύφεση Μητσοτάκη».

Όμως, το παιχνίδι των αριθμών είναι για μεγάλα «παιδιά».

Λοιπόν, στην έκδοση Flash του Ινστιτούτου Τσίπρα το «επιχείρημα» καταγράφεται ως εξής: «Κατά τα δύο τελευταία έτη 2023 και 2024 η ελληνική οικονομία μεγεθύνεται με ρυθμό 2.1%. Τον ίδιο ρυθμό μεγέθυνσης κατέγραψε όμως και το 2018 κατά την έξοδο από το μνημόνιο, ενώ το 2019 αυξήθηκε στο 2.3%. Γενικά, στα τελευταία έτη οι δύο περίοδοι δεν παρουσιάζουν διαφορές στους ρυθμούς μεγέθυνσης.»

Τα νούμερα είναι ακριβή. Αυτό όμως που είναι θεμελιωδώς λανθασμένο είναι να παίρνει κανείς ποσοστιαίες μεταβολές σε δύο τόσο διαφορετικές περιόδους και να ισχυρίζεται: «είναι τουλάχιστον άστοχο να χρησιμοποιείται για την ελληνική οικονομία ο χαρακτηρισμός ‘οικονομικό θαύμα’».

Αφήνω στην άκρη τα περί «θαύματος» (αυτά είναι δουλειά της Εκκλησίας), κρατώ όμως την ενόχληση «Τsipras & Co» λόγω των εξηγήσεων που προεβλήθησαν από τον διεθνή τύπο και τους υπουργούς Οικονομικών της Ενωσης για να στηρίξουν την επιλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη στην προεδρία του Eurogroup.

Τι ξέρουν άραγε αυτοί: Μήπως ότι η Ελλάδα μόλις τα τελευταία δύο χρόνια ξεπερνά πραγματικά και με σιγουριά τη μακρά κρίση που κράτησε μια ολόκληρη δεκαετία;

Πράγματι, τώρα επιτέλους βγαίνουμε από τη σκοτεινή περίοδο της δημοσιονομικής διόρθωσης, η οποία είχε ολοκληρωθεί το 2016. Τώρα αναπνέει το τραπεζικό σύστημα, το οποίο δεν είχε προλάβει να ξεπεράσει το σοκ που προκάλεσε η ιστορικά μεγαλύτερη διαγραφή δημόσιου χρέους του 2012 όταν οι Tsipras & Co το οδήγησαν στην κατάρρευση του 2015. Τώρα αποκτά και πάλι έναν κανονικό και υποστηριζόμενο ρυθμό ανάκαμψης η οικονομία, μετά την αναγκαία βύθιση του 2011-12, το μη αναγκαίο δυστύχημα του 2014-16 και την αναπάντεχη πανδημική κρίση του 2020-21.

Ας έρθουμε λοιπόν στα πραγματικά «νούμερα».

Αυτό που μετρά για κάθε ανοικτή οικονομία, όπως μόλις τρεις δεκαετίες είναι η ελληνική οικονομία, δεν είναι τόσο οι εσωτερικές μεταβολές των βασικών μεγεθών, αλλά οι συγκριτικές επιδόσεις της Ελλάδας προς άλλες χώρες.

Ιδίως μάλιστα προς την νομισματική ζώνη στην οποία ανήκουμε, δηλαδή με την κοινότητα των κρατών με τα οποία μοιραζόμαστε το ίδιο νόμισμα, το ευρώ. Γιατί έναντι αυτών δεν έχουμε κανένα απολύτως «όπλο» διόρθωσης των λαθών μας, δηλαδή της απώλειας ανταγωνιστικότητας: υφιστάμεθα τις ίδιες τιμές, αλλά με μικρότερα εισοδήματα.

Αν λοιπόν συγκρίνουμε την πορεία του ΑΕΠ μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης κατά την πενταετή περίοδο 2015-2019, με την πενταετή περίοδο 2022-2026 (χωρίς δηλαδή τα δύο έτη της πανδημίας) βλέπουμε πως στην πρώτη περίπτωση είχαμε υστέρηση έναντι της ευρωζώνης κατά 4,7 μονάδες ενώ στη δεύτερη προπορευόμαστε κατά 6,3 μονάδες της ευρωζώνης.

Μπορούμε να κάνουμε και μια άλλη σύγκριση. Να υπολογίσουμε, όπως είναι το σωστό, ότι και το 2019 η οικονομία κινήθηκε στη βάση των θετικών επιπτώσεων της επικείμενης τότε πολιτικής αλλαγής και, ακόμη, να μην αφαιρέσουμε την επίπτωση της πανδημικής κρίσης. Σε αυτόν τον υπολογισμό, η θετική υπερπήδηση των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ έναντι εκείνων της ευρωζώνης μέχρι στην εξαετή περίοδο 2019-2025 ανέρχεται σε 4,8%. Μόλις δηλαδή που ισοφαρίζει την απώλεια που υπέστη η οικονομία κατά τη διακυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου.

Αυτό σημαίνει ότι χρειάστηκαν έξι χρόνια για να έρθουμε στα ίσα μας. Το 2026 προβλέπεται πως η Ελλάδα θα έχει διπλάσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της έναντι της Ευρωζώνης. Θα είναι το πρώτο έτος που θα κάνουμε τη διαφορά. Θα αρχίσει να κλείνει, επιτέλους, η ψαλίδα που άνοιξε η καταστροφική διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, μετά την ήδη  μεγάλη καταστροφή που είχε προκαλέσει η δημοσιονομική κρίση.

Για να έχετε μια εικόνα του δρόμου που έχουμε μπροστά μας, λάβετε υπόψη σας τα ακόλουθα:

Μεταξύ 2009 και 2020 δηλαδή μετά τρεις μεγάλες κρίσεις, το ανά κεφαλήν εθνικό προϊόν των Ελλήνων αυξήθηκε με ρυθμό μικρότερο έναντι εκείνου της Ευρωζώνης: η διαφορά είναι 44%!

Το ποσό που αναλογούσε για τον καθένα μας το 2009, όταν είχε ξεκινήσει η διεθνής και ελληνική κρίση κι εμείς κοιτούσαμε «αλλού», ήταν στα περίπου 22 χιλιάρικα το έτος και μόλις το 2023 πιάσαμε πάλι το ίδιο ποσό «στα χέρια μας».

Βεβαίως, στην ίδια περίοδο το ανά κεφαλήν προϊόν των κρατών της ευρωζώνης συνέχισε να μεγαλώνει με σταθερό ρυθμό: από 28 χιλιάρικα, πήγε στα 44 χιλιάρικα/έτος.

Βάλτε τώρα πόσα χρόνια χρειάζονται για να καλύψουμε, εν κινήσει, αυτή τη διαφορά των περίπου 20 χιλιάρικων ανά κεφαλήν και σκεφτείτε πόσο μηδαμινή αλλά καταστρεπτική αξία έχουν όσα εκπέμπει το Ινστιτούτο και όλοι οι άλλοι καταστροφείς που γυρολογούν υπό τον μανδύα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.

Χρειάζεται ένα πραγματικό θαύμα!