Κρυπτονομίσματα: Οι σκοτεινές τακτικές του DWF LABS
Shutterstock
Shutterstock

Κρυπτονομίσματα: Οι σκοτεινές τακτικές του DWF LABS

Το σχετικά άγνωστο μέχρι και ένα χρόνο πριν επενδυτικό κεφάλαιο στις αγορές κρυπτονομισμάτων, DWF Labs, ήρθε στο προσκήνιο σχετικά με τις σκοτεινές πολιτικές και συνεργασίες που εκτοξεύουν τις τιμές διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων.

Ωστόσο, ακόμα και στην Άγρια Δύση των αγορών κρυπτονομισμάτων, οι πάγιες πολιτικές που ακολουθεί το επενδυτικό κεφάλαιο που πλέον έχει εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους «επενδυτές» στις αγορές κρυπτονομισμάτων δημιουργούν σύγχυση στην αγορά.

Η εταιρεία ήρθε στο προσκήνιο μετά την κατάρρευση του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων FTX και η πρώτα σειρά επενδύσεων είχαν δύο κοινά: αμφιλεγόμενα πρότζεκτ και ανακοίνωση μυθικών ποσών ως χρηματοδότηση από τον σχετικά άγνωστο στο επενδυτικό κοινό κεφάλαιο.

Αρχικά το DWF Labs επενδύει κυρίως σε υφιστάμενα (ωστόσο και σε νέα έργα) μέσω της πολιτικής Over The Counter- που είναι λογικό για οποιοδήποτε επενδυτικό κεφάλαιο θέλει να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια σε ένα πρότζεκτ. Τα στελέχη της DWF Labs καθώς προσεγγίζουν νέα έργα, ένα βασικό επιχείρημά τους είναι η διαχείριση της τιμής διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων για τους πελάτες της εταιρείας…ωστόσο ενδιαφέρον έχει τι σημαίνει αυτό. 

Έπειτα από τα πρώτα έργα που δημιουργούσαν αμφιβολίες για την ποιότητά τους και τα μεγέθη τους,  βελτίωσε την ποιότητα των επενδύσεών της και ανακοίνωσε συνεργασίες και με πιο δημοφιλή και σοβαρά έργα. Η εταιρεία τουλάχιστον από τα δελτία τύπου μοίραζε χρήματα προς κάθε κατεύθυνση.

Μόνο πέρυσι είχε ανακοινώσει επενδύσεις αστρονομικών μεγεθών για μια αγορά κρυπτονομισμάτων που δεν υπήρχε καθόλου ρευστότητα και κατακλυζόταν από τον ντόμινο χρεοκοπιών του 2022. Μερικές από τις επενδύσεις που είχαν ανακοινωθεί είναι αυτές των 20 εκατομμυρίων δολαρίων στο πρωτόκολλο Synthetix, 28 εκατομμύρια δολάρια για το blockchain δίκτυο Conflux, 40 εκατομμύρια δολάρια για την AI Platform Fetch.ai, 45 εκατομμύρια δολάρια για το EOS και άλλα 50 εκατομμύρια δολάρια για το Algorand. 

Το επενδυτικό κεφάλαιο ισχυρίζεται τώρα ότι έχει επενδύσει σε 470 έργα κρυπτονομισμάτων σύμφωνα με το Foresight News, και συνεργάζεται με περίπου το 35% των κορυφαίων 1.000 κρυπτονομισμάτων σε κεφαλαιοποίηση.

Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει, πώς ένα τόσο νέο επενδυτικό κεφάλαιο, με εμφανή έλλειψη στελεχών και εμπειρίας μπορεί να συγκεντρώσει τέτοια κεφάλαια και ποιοι είναι οι πραγματικοί επενδυτές που ρίχνουν κεφάλαια στην αγορά. 

Τον Απρίλιο του 2023 αρκετά από αυτά τα βασικά ερωτήματα απαντήθηκαν, όταν οι δημοσιογράφοι του Coindesk έριξαν φως στον τρόπο με τον οποίο γίνονταν αυτές οι επενδύσεις. Και παρά τις φήμες και ξέπλυμα μαύρου χρήματος για την ρωσική και κινεζική μαφία, η απάντηση ήταν ακόμα πιο αμφιλεγόμενη.

Οι συμφωνίες αυτές ήταν κυρίως επικοινωνιακού χαρακτήρα και το κεφάλαιο έβαζε χρήματα, μόνο όταν κατάφερε να πουλήσει στην ελεύθερη αγορά τα κρυπτονομίσματα που προαγόραζε. Δηλαδή ανακοινώνοντας ισχυρή επένδυση πολλοί επενδυτές θεωρούσαν πως η αξία της επένδυσής τους θα ανέβει, δημιουργώντας άνοδο στην τιμή διαπραγμάτευσης των κρυπτονομισμάτων. Αυτό, σε συνδυασμό με σειρά άλλων ενεργειών που δημιουργούσαν τεχνητή ζήτηση σε ένα κρυπτονόμισμα οδηγούσαν σε πωλήσεις των κρυπτονομισμάτων σε ιδιώτες επενδυτές.

Και εάν αυτή δεν είναι νέα τεχνική στις αγορές κρυπτονομισμάτων, να χρησιμοποιούνται καμπάνιες μάρκετινγκ, το γεγονός ότι η εταιρεία το ανακοίνωνε σαν επενδύσεις και τοποθετούσε τα χρήματα μόνο εάν εισπράττει, τεχνητά χωρίς κανένα ρίσκο και καμία επένδυση, δημιούργησε έντονες αντιδράσεις στην αγορά.

Σύμφωνα με ένα pitch deck της εταιρείας που απευθύνεται σε εταιρείες κρυπτονομισμάτων και έφερε στο φως της δημοσιότητας ο ιστότοπος The Block περιλαμβάνεται η πολιτική της εταιρείας σχετικά με τη «Διαχείριση Τιμών». Η πρόταση δηλώνει ότι η εταιρεία επενδύσεων μπορεί να συγχρονίσει τις προσπάθειές της να εξέλθει στις αγορές με την ομάδα μάρκετινγκ του μελλοντικού πελάτη για να βοηθήσει την τιμή του κρυπτονομίσματος να ανέβει. 

Η ίδια η παρουσίαση εξηγούσε πώς γίνεται αυτό. «Πριν ή κατά τη διάρκεια σημαντικών προγραμματισμένων ειδήσεων, τα αλγοριθμικά trade μας μπορούν να οδηγήσουν την τιμή προς τα πάνω» ανέφερε.

«Καθώς αυτό γίνεται σε επίπεδο εντολών και όχι με τη δημιουργία τεχνητού όγκου συναλλαγών, η ανάπτυξη της τιμής του κρυπτονομίσματος φαίνεται αυθεντική», πρόσθεσε.

Το επενδυτικό κεφάλαιο παρουσίαζε πως θα χρησιμοποιήσει τα εργαλεία τους στο market making και ίδια κεφάλαια για να αυξήσει την τιμή διαπραγμάτευσης ενός κρυπτονομίσματος. Αυτό με τη σειρά του θα δημιουργούσε «ένα bullish συναίσθημα στις αγορές, οργανική αύξηση του όγκου συναλλαγών και βελτίωση της τιμής διαπραγμάτευσης». 

Η DWF Labs επικεντρώνεται σε τρεις τύπους συμφωνιών: επενδύσεις σε άμεσα διαπραγματεύσιμα κρυπτονομίσματα, κλειδωμένα κρυπτονομίσματα που δεν είναι άμεσα διαθέσιμα, και υπηρεσίες market-making οι οποίες προσφέρονται συνήθως ως πακέτο σε ενδιαφερόμενα πρότζεκτ.

Για κρυπτονομίσματα που είναι άμεσα διαθέσιμα προσπαθούν να τα αγοράσουν με έκπτωση της τάξης 5-15% από την τρέχουσα τιμή διαπραγμάτευσης ,που είναι λογικό δεδομένου του όγκου συναλλαγών. Οι αγορές πραγματοποιούνται σε δόσεις περίπου μεγέθους 100.000-150.000 δολαρίων για χρονική διάρκεια ενός μήνα. 

Αυτό σημαίνει ότι η ομάδα ενός κρυπτονομίσματος μπορεί να πουλήσει σε μεγέθη συγκεντρώνοντας χρήματα για τη χρηματοδότηση του έργου. 

Αυτή άλλωστε ήταν ίσως και η μοναδική επιλογή για μικρής κεφαλαιοποίησης κρυπτονομίσματα που θα «βούλιαζαν» την αγορά εάν προσπαθούσαν να πουλήσουν απευθείας τα κρυπτονομίσματά τους. 

Ωστόσο, ο διευθύνων σύμβουλος απέρριψε ως αβάσιμη αυτήν την κίνηση έχοντας δηλώσει στο παρελθόν ότι «μεταφέρουμε νομίσματα σε ανταλλακτήρια, αλλά πωλούμε ίσως ένα μικρό ποσοστό και τα χρησιμοποιούμε για ρευστότητα».

Ωστόσο, ένα πρόβλημα είναι ότι πολλές επενδύσεις που ανακοινώθηκαν δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ και ακυρώθηκαν στη συνέχεια, πιθανώς γιατί η ανακοίνωση της επένδυσης δεν είχε θετικό αντίκτυπο στην τιμή διαπραγμάτευσης ενός κρυπτονομίσματος. 

Οι συμφωνίες market making θυμίζουν περισσότερο τις πάγιες τακτικές εταιρειών του κλάδου κρυπτονομισμάτων, κατά τις οποίες υπογράφεται μια τιμή αγοράς και έκτοτε χορηγείται δάνειο, και η εταιρεία πρέπει να επιστρέψει είτε τα κρυπτονομίσματα, είτε το κεφάλαιο στο τέλος του έτους.